Διαβάζοντας προ ημερών ότι 50.000 γυναίκες στη Βρετανία μένουν ετησίως άνεργες μετά την άδεια μητρότητας, θυμήθηκα εκείνη τη δική μου ιστορία με το μαύρο πληκτρολόγιο. Ημουν στις αρχές της επαγγελματικής σταδιοδρομίας μου, freelancer σε κάποιο φρεσκοβαμμένο δημοσιογραφικό γραφείο. Ενα πρωί πήγα να γράψω μια εμπνευσμένη λεζάντα και ανακάλυψα ότι το πληκτρολόγιό μου δεν λειτουργούσε. Τεχνικό τμήμα δεν υπήρχε τότε και όταν ανέφερα σε κάποιον αρμόδιο ότι δεν ήταν δυνατό να γράψω, μου είπε με νόημα «περίμενε!» και έκανε μεταβολή.
Σε λίγο τον είδα να έρχεται στο γραφείο μου με ένα σχεδόν καινούργιο μαύρο πληκτρολόγιο. «Πάρε αυτό να κάνεις τη δουλειά σου» μου είπε με ένα χαμόγελο αυταρέσκειας (το οποίο μάλλον υποδήλωνε «είδες πόσο τέλεια λειτουργούν όλα εδώ;»). «Είναι μιας συναδέλφου που έφυγε προχθές με άδεια λοχείας. Μέχρι να γυρίσει, αν γυρίσει ποτέ…».
Το σύνδρομο του «μαύρου πληκτρολογίου» (όπως το βάφτισα έκτοτε) είναι κάτι παραπάνω από σύνηθες. Σύμφωνα με στοιχεία της βιβλιοθήκης της βρετανικής Βουλής των Κοινοτήτων, το 14% των γυναικών που εγκαταλείπουν κάθε χρόνο το γραφείο τους για να γεννήσουν βρίσκουν, όταν επιστρέψουν, τη θέση τους να «ροκανίζεται» επισταμένως από πάσης φύσεως τρωκτικά.
Εξάλλου, το 1/3 από τις συνολικά 1.975 γυναίκες που ερωτήθηκαν πρόσφατα από τη βρετανική νομική εταιρεία Slater & Gordon για τις εργασιακές συνθήκες μετά τη μητρότητα δήλωσαν ότι τους είναι αδύνατο να κάνουν το παραμικρό επαγγελματικό βήμα προς τα εμπρός. Η Ιβέτ Κούπερ, βρετανή πολιτικός του Εργατικού Κόμματος, η πρώτη κυβερνητική υπουργός που τόλμησε να πάρει άδεια μητρότητας κατά τη διάρκεια της θητείας της, κατέθεσε εσχάτως στον «Independent» τη δική της ιστορία (που δυστυχώς θυμίζει πολλές άλλες): «… Οταν απέκτησα το τρίτο παιδί μου, οι ανώτεροι δημόσιοι υπάλληλοι… έγιναν ιδιαίτερα επιθετικοί μαζί μου, με εμπόδιζαν να διατηρώ επαφή και προσπαθούσαν να αλλάξουν τη δουλειά μου και τις εργατικές ρυθμίσεις ενώ εγώ έλειπα. Πολλές μητέρες τα βρίσκουν πολύ χειρότερα. Μια φίλη μου απολύθηκε δύο φορές ενώ βρισκόταν σε άδεια λοχείας, και τις δύο από εταιρείες υψηλής κεφαλαιοποίησης…».
Δεν είναι μόνο η εχθρότητα, οι μισθολογικές διακρίσεις, το να σου μετρούν ώρες ενώ εσύ μετράς διαστολές στην αίθουσα τοκετών. Το χειρότερο όλων, ρωτήστε όποια εργαζόμενη μητέρα θέλετε, είναι αυτή η γλοιώδης συγκατάβαση «Τώρα είσαι μανούλα πλέον… » (ήτοι ούτε υπερωρίες θα είσαι διατεθειμένη να κάνεις ούτε είναι δυνατό να έχεις μέσα σου την παραμικρή φιλοδοξία, ενώ ανά πάσα στιγμή είσαι έτοιμη να αφήσεις τo πρότζεκτ στη μέση γιατί ο μικρός έχει ακροαστικά).
Το επισημαίνει και η Εϊμι Κάντι, καθηγήτρια στο Harvard Business School, που επιμένει να διερευνά τη σχέση μητρότητας και επαγγελματικής ανέλιξης. «Υπάρχει η αίσθηση ότι η διάκριση εις βάρος των μαμάδων είναι καλοπροαίρετη. Είναι δύσκολο για πολλούς να συμφιλιωθούν με την ιδέα ότι ακόμη και τα εν γένει φιλικά αισθήματά τους (σ.σ.: προς τις εργαζόμενες μαμάδες) συνιστούν ένα είδος προκατάληψης…». Αυτή η πατερναλιστική εχθρότητα έχει πολλά πρόσωπα. Δεν δίνεις ευκαιρίες, δεν στέλνεις σε επαγγελματικά ταξίδια, δεν δίνεις σε καμία περίπτωση προαγωγή, προτιμάς να έχεις το κεφάλι σου ήσυχο και να εμπιστευτείς κάποιον που δεν κοιτάζει το ρολόι του γιατί «η κοπέλα που προσέχει το παιδί φεύγει σε λίγο». Ενίοτε, λέει η Κάντι, οι γυναίκες (ακόμη και οι μητέρες) είναι οι πλέον άτεγκτες. Θυμάμαι την ιστορία μιας νεαρής γνωστής που (στην προ κρίσης Ελλάδα) είχε την ατυχία να προσληφθεί σε πολυεθνική έναν μήνα προτού ανακαλύψει ότι είναι έγκυος. Η προϊσταμένη της στο τμήμα τής δήλωσε εν εξάλλω καταστάσει: «Αυτά είναι παλιά κόλπα. Ηξερες ότι ήσουν έγκυος όταν ήρθες να πιάσεις δουλειά…». Τις μεθόδους που εφάρμοσε για την πάταξη της νεαρής εγκύου θα τις ζήλευε και άγγλος δήμιος του 16ου αιώνα: «Παραιτήσου, διαφορετικά θα απολύσω κάποια άλλη στη θέση σου».
Η προαναφερθείσα ειδικός του Harvard Business School επιμένει ότι η μητρότητα δεν είναι απαραίτητο να γίνει η ταφόπλακα της καριέρας σου, όπως θέλουν πολλοί να σου επιβάλουν. Ούτε οι φιλοδοξίες σου είναι καταδικασμένες να μπουν στο μπλέντερ με την πολτοποιημένη βρεφική τροφή. Σημειώνω ότι το παρόν κείμενο γράφτηκε σε ένα κατάμαυρο, πίσσα, πληκτρολόγιο.
*Δημοσιεύθηκε στο BHmagazino την Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2013
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ