ΤΟ ΒΗΜΑ –NEW YORK TIMES
Η οικονομική κρίση του 1997-98, της οποίας επίκεντρο ήταν η Ινδονησία, αποτέλεσε όπως βλέπουμε αναδρομικά ένα είδος πρόβας τζενεράλε για την πολύ μεγαλύτερη κρίση που καταβρόχθισε τον ανεπτυγμένο κόσμο μια δεκαετία αργότερα.
Τα σημερινά γεγονότα μας υπενθυμίζουν πόσο λίγα διδαχθήκαμε από εκείνη την κρίση πριν από 16 χρόνια. Δεν μεταρρυθμίσαμε τον χρηματοοικονομικό τομέα _ αντίθετα, η απορύθμισή του προχώρησε με γρήγορους ρυθμούς. Και δεν πήραμε τα σωστά μαθήματα για το πώς να ανταποκρινόμαστε σε μια κρίση. Όχι μόνο επαναλάβαμε μερικά από τα ίδια λάθη, αλλά σε πολλά ζητήματα πράττουμε πολύ χειρότερα απ’ όσο τότε.
Η περίοδος πριν από την ασιατική κρίση είχε πολλές ομοιότητες με την κρίση που πλήττει σήμερα την Ελλάδα, την Ισπανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες. Και στις δυο περιπτώσεις, αφετηρία ήταν η υπερβολική αισιοδοξία του ιδιωτικού τομέα, με τεράστιες ροές δανεισμού από το εξωτερικό να πηγαίνει κυρίως στον ιδιωτικό τομέα. Και στις δυο περιπτώσεις, η αισιοδοξία μετατράπηκε σε απαισιοδοξία με εκπληκτική ταχύτητα, επισπεύδοντας την κρίση.
Αντίθετα προς την Ελλάδα όμως, οι χώρες της κρίσης του 1997 διέθεταν το δικό τους νόμισμα το οποίο υποτιμήθηκε κατακόρυφα έναντι του δολαρίου. Αρχικά η υποτίμηση του νομίσματος προκάλεσε οξεία οικονομική αντιξοότητα. Στην Ινδονησία για παράδειγμα, πολλές επιχειρήσεις είχαν μεγάλα χρέη σε δολάρια γι’ αυτό όταν η ρουπία βούλιαξε έναντι του δολαρίου, τα χρέη εκτινάχθηκαν συγκριτικά με το ενεργητικό και τα έσοδα. Το αποτέλεσμα ήταν σοβαρή οικονομική συρρίκνωση, σε κλίμακα ανήκουστη από την Μεγάλη Υφεση.
Ευτυχώς οι άσχημες εποχές δεν διήρκεσαν και τόσο πολύ. Η ίδια η αδυναμία των νομισμάτων των χωρών αυτών έκανε τις εξαγωγές τους ιδιαιτέρως ανταγωνιστικές και σύντομα όλες τους _ ακόμη και η Ινδονησία που είχε πληγεί χειρότερα _ ανάκαμψε με αιχμή τις εξαγωγές.
Η κρίση εκείνη θα έπρεπε να είχε αντιμετωπιστεί ως ένα μάθημα για την αστάθεια ενός απορυθμισμένου οικονομικού συστήματος. Αντίθετα, η ανάκαμψη της Ασίας οδήγησε σε μια υπερβολική επίδειξη αυτο-συγχαρητηρίων από την πλευρά των αξιωματούχων της Δύσης, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το περίφημο εξώφυλλο του περιοδικού «Time» το 1999 _ που έδειχνε τον τότε πρόεδρο της αμερικανικής Ομοσπονδιακής Τράπεζας Αλαν Γκρίνσπαν, τον τότε υπουργό Οικονομικών Ρόμπερτ Ρούμπιν και τον τότε υφυπουργό Οικονομικών Λόρενς Σάμερς με τον τίτλο «Η επιτροπή που θα σώσει τον κόσμο». Το μήνυμα ήταν: μην ανησυχείτε, τα έχουμε όλα αυτά υπό έλεγχο. Οκτώ χρόνια αργότερα, μάθαμε πόσο εκτός τόπου και χρόνου ήταν εκείνη η αυτοπεποίθηση.
Μάλιστα, όπως είπα, τα πάμε πολύ χειρότερα αυτή τη φορά. Δείτε για παράδειγμα την χειρότερη περίπτωση χώρας σε κάθε κρίση: την Ινδονησία τότε, την Ελλάδα σήμερα.
Η ύφεση της Ινδονησίας, που συρρίκνωσε την οικονομία της κατά 13% το 1998, ήταν τρομερή. Αλλά η ανάκαμψη είχε δρομολογηθεί για τα καλά ως το 2000. Το 2003, η ινδονησιακή οικονομία ξεπέρασε την προ κρίσης κορύφωση ενώ πέρσι ήταν κατά 72% μεγαλύτερη απ’ όσο το 1997.
Στην Ελλάδα, η παραγωγή έχει μειωθεί κατά περισσότερο από 20% από το 2007 και συνεχίζει να μειώνεται δραματικά. Κανείς δεν γνωρίζει πότε θα αρχίσει η ανάκαμψη και υποθέτω ότι ελάχιστοι περιμένουν ότι η ελληνική οικονομία θα ανακάμψει στα προ κρίσης επίπεδα αυτή την δεκαετία.
Γιατί είναι τα πράγματα τόσο χειρότερα σήμερα; Μια απάντηση είναι ότι η Ινδονησία είχε το δικό της νόμισμα και η κατρακύλα της ρουπίας αποδείχθηκε κάτι καλό. Η Ελλάδα όμως είναι παγιδευμένη στο ευρώ. Επιπλέον, η πολιτική ήταν πιο ευέλικτη στη δεκαετία του ’90 απ’ όσο σήμερα. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο απαίτησε αρχικά σκληρά μέτρα λιτότητας στην Ασία αλλά σύντομα άλλαξε πορεία. Σήμερα, οι απαιτήσεις από την Ελλάδα και άλλους οφειλέτες είναι αδυσώπητα σκληρές και όσο αποτυγχάνει η λιτότητα, τόσο ζητούνται και άλλες θυσίες.
Ας είμαστε σαφείς: οι άνθρωποι που αυτοσυγχαίρονταν επειδή έσωσαν τον κόσμο το 1999 στην πραγματικότητα τον προετοίμαζαν για μια πολύ χειρότερη κρίση λίγα χρόνια αργότερα.