Δεν υπάρχει οργανισμός του ελληνικού δημοσίου που να αποτελεί τόσο βαθειά και απτή επιτομή της ελληνική παθογένειας όσο η λεγόμενη «δημόσια» μα στην ουσία κομματική τηλεόραση, η ΕΡΤ, η κατάντια της οποίας παρουσιάστηκε χθες σε σχετική συνέντευξη Τύπου.

Φυσικά, αυτή η κατάντια δεν είναι καινούργια. Τη συνοδεύει από χρόνια. Αν θέλουμε να πούμε τα πράγματα με το όνομά τους, η ουσία είναι ότι η ΕΡΤ ουδέποτε σχεδόν υπήρξε χώρος ελεύθερης δημοσιογραφίας και έκφρασης, ουδέποτε επιτέλεσε τον κεντρικό ρόλο για τον οποίο υποτίθεται ότι υπάρχει και μας κοστίζει τόσο ακριβά. Ούτε φυσικά είναι εύκολο να θυμηθεί κανείς πότε τίμησε την αποστολή της – το αντίθετο. Κι όποτε κάτι τέτοιο επιχειρήθηκε ματαιώθηκε στην πράξη πολύ εύκολα και πολύ γρήγορα τόσο από τα ίδια τα κόμματα, όσο και από ισχυρούς μηχανισμούς που έχουν αναπτυχθεί στο εσωτερικό της, με διοικήσεις να παίζουν συνήθως το ρόλο του «τροχονόμου» ανάμεσά τους, όταν δεν κάνουν παραγοντισμούς άλλου τύπου πάνω στις εκπομπές των συχνοτήτων της.

Όλα αυτά, που έρχονται από το παρελθόν, τα έχουμε συνηθίσει. Εκείνο που είναι κανείς δύσκολο να χωνέψει είναι το πώς όλα αυτά συνεχίζονται αδιατάρακτα και στα τελευταία χρόνια της μεγάλης κρίσης. Πώς γίνεται ο μηχανισμός αυτός και ο τρόπος λειτουργίας του να επιβιώνει χωρίς καμία διόρθωση ακόμα και τη στιγμή που τα πάντα δοκιμάζονται.

Αντίθετα, το εντυπωσιακό είναι ότι η κατάσταση χειροτερεύει. Πώς εξακολουθεί ακόμα να λειτουργεί όπως λειτουργεί αυτός ο ανεξέλεγκτος θύλακας άμεσης ή έμμεσης προπαγάνδας και, κυρίως, βολέματος πάσης φύσεως και μορφής, στον οποίο τίποτα δεν γίνεται χωρίς να το ελέγχει είτε ο «μεγάλος αδελφός» που λέγεται κυβέρνηση και κράτος, είτε οι εσωτερικοί μηχανισμοί του συστήματος, που αποτελούν ένα άλλο κέντρο.

Μάλιστα, εκείνο που πολλοί δεν αντιλαμβάνονται, είναι ότι και οι συγκρούσεις των τελευταίων αυτών ετών εντός της, δεν έχουν να κάνουν με αυτά που θα έπρεπε να θεωρούνται κακώς κείμενα και να αντιμετωπίζονται στην ΕΡΤ. Εχουν να κάνουν με την «αναμέτρηση» ακριβώς αυτών των δύο επικυρίαρχων χώρων της «δημόσιας ενημέρωσης».

Όμως ούτε περί «ενημέρωσης», ούτε περί «δημόσιας» πρόκειται – εκτός φυσικά από τη χρηματοδότηση. Πρόκειται απλώς για ένα ακόμα κάστρο προνομίων των μέσα ομάδων και ένα μηχανισμό προβολής των από πάνω αφεντικών. Περί αυτού πρόκειται, και τίποτε άλλο.

Είναι δυστυχώς αδύνατο να θυμηθεί κανείς πόσες φορές έχουν εξαγγελθεί μεγαλοστομίες περί αναβάθμισης αυτής της κακορίζικης «δημόσιας» τηλεόρασης και πόσες φορές έχουν πέσει στο κενό. Είναι αδύνατο να περιγραφεί το πόσο κυρίαρχα είναι τα στοιχεία της απόλυτης κομματικής μετριότητας και ο παραγοντισμός των διαφόρων πάγιων και εναλλασσόμενων «παρεών» πάσης μορφής που προσποιούνται τους σπουδαίους και ασκούν εξουσία σε αυτό το θλιβερό ερείπιο της ενημέρωσης και που φυσικά δεν θα μπορούσαν να σταθούν ούτε ώρα χωρίς την προστασία του κρατικού τους απυρόβλητου.

Δεν μπορεί να περιγράψει κανείς πώς λειτουργεί αυτό το σύστημα. Και ακριβώς επειδή έτσι και μόνον λειτουργεί, χωρίς κανείς και τίποτα να μπορεί ποτέ να το μαζέψει, εγείρεται το ερώτημα γιατί πραγματικά πρέπει να υπάρχει, αφού στην πράξη είναι το ακριβώς αντίθετο από εκείνο που υποτίθεται ότι έπρεπε να είναι.

Ερώτημα το οποίο φυσικά δεν θα θέσουν και, πολύ περισσότερο, δεν θα απαντήσουν, ούτε εκείνοι που η πορεία τους ταυτίστηκε για χρόνια με αυτό, ούτε και οι πολιτικοί που, ακόμα και σήμερα, το θέλουν για φερέφωνο…