Ως όφειλε, η κυβέρνηση απέστειλε το πόρισμα για την υπόθεση των γερμανικών αποζημιώσεων και του κατοχικού δανείου στο Νομικό Συμβούλιο του Κράτους προκειμένου να αποκτήσει μια θεμελιωμένη νομική γνώμη για τις δυνατότητες διεκδίκησής τους προτού προβεί σε περαιτέρω ενέργειες. Ομως αυτό, αν και σημαντικό, είναι απλώς ένα πρώτο βήμα.
Το επόμενο και μακράν πιο ουσιαστικό είναι να «βγει» η κυβέρνηση στην ελληνική και στη διεθνή δικηγορική «αγορά» και να αναζητήσει τους καλύτερους, τους πιο αποτελεσματικούς, τους πιο ισχυρούς δικηγόρους που μπορεί. Στο Λονδίνο, στο Παρίσι, στη Νέα Υόρκη, στο Τελ Αβίβ ή όπου αλλού, πρέπει τώρα να ψάξει εκείνα τα μεγάλα γραφεία που μπορούν να συνδράμουν στην προσπάθειά της και να μεγιστοποιήσουν την ενδεχόμενη αποτελεσματικότητά της.
Πώς θα τους πληρώσει; Ας τους δώσει το 10% από ό,τι μπορούν να κερδίσουν. Ας τους δώσει απτό, μεγάλο υλικό κίνητρο. Και ταυτόχρονα ας τους ζητήσει να δουλέψουν έτσι ώστε η ελληνική υπόθεση να γίνει υπόθεση κάθε ανθρώπου με αίσθημα δικαίου: ας χτίσει, μέσα από αυτή την ιστορία, έναν νέο φιλελληνισμό.
Σε νομικό επίπεδο, αλλά όχι μόνο σε αυτό, χρειάζονται άνθρωποι που ξέρουν και μπορούν να κάνουν διεθνές λόμπινγκ, που έχουν δυνατότητα να κινήσουν μηχανισμούς και πρόσωπα που να μπορούν να συγκεντρώσουν διεθνή υλικό και μαρτυρίες, που έχουν προσβάσεις σε κέντρα αποφάσεων, που να είναι σε θέση να μετατρέψουν την υπόθεση σε διεθνή δημόσια εκστρατεία σχετική με την ηθική τάξη του ζητήματος, χωρίς όμως ούτε στιγμή να χάσουν από τα μάτια τους το καθαρά νομικό της επίκεντρο.
Χρειάζεται, όταν φθάσει το ζήτημα στη διεθνή Δικαιοσύνη, να ξέρουν όλοι και παντού ότι η Ελλάδα παλεύει για απαράγραπτα δίκαιά της. Οχι μόνο δικά της, αλλά της ανθρωπότητας. Χρειάζεται η Ελλάδα να δει αυτή την υπόθεση όχι στενά ως μια νομική και μόνο σύγκρουση, αλλά ως αυτό που πραγματικά είναι και που μπορεί, αν δουλευτεί σωστά, να γίνει: μια ακαταμάχητη, γενική ηθική απαίτηση.
Αυτό θέλει πολλή δουλειά και ακόμη περισσότερη πίστη. Αλλά έτσι ο ελληνικός αγώνας έχει πραγματικές ελπίδες να δικαιωθεί: αν φθάσει να γίνει θέμα παντού. Αν βρει υποστηρικτές από εκεί που δεν τους περιμένει κανείς. Αν συνεγείρει δυνάμεις που ουδείς σήμερα φαντάζεται. Αν εξηγήσει καλά και πειστικά όλα όσα πρέπει να εξηγηθούν. Και αυτό, ειδικά σήμερα, με τη στάση που τηρεί η Γερμανία, είναι πιο εύκολο από ποτέ: το έδαφος είναι κατάλληλο.
Η Ελλάδα μπορεί να είναι σήμερα ένας μικρός «Δαυίδ» και η Γερμανία ένας μεγάλος «Γολιάθ». Ομως έχει το δίκιο με το μέρος της και είναι πολλοί εκείνοι που έχουν λόγο να τη στηρίξουν. Αρκεί να σκεφτεί με εύρος, να έχει στρατηγική, να δουλέψει σοβαρά, κυρίως να είναι απολύτως αποφασισμένη.
Γι’ αυτό άλλωστε και ο γερμανός υπουργός Οικονομικών Σόιμπλε έσπευσε με τις απαράδεκτες δηλώσεις του, στις οποίες απάντησε αμέσως και πολύ αποτελεσματικά ο υπουργός Εξωτερικών Δημήτρης Αβραμόπουλος, να προκαταλάβει την Ελλάδα και να «της κόψει τον βήχα» απειλώντας την. Το έκανε όχι επειδή έχασε την ψυχραιμία του, αλλά επειδή ξέρει πολύ καλά τον κίνδυνο που η χώρα του διατρέχει να βρεθεί σε δυσμενέστατη θέση.
Ας μην του κάνουμε λοιπόν τη χάρη. Αυτή τη φορά, ας μην του το κάνουμε εύκολο. Τώρα ας ξυπνήσουμε επιτέλους τα φαντάσματα που φοβάται η Γερμανία! Αφυπνίζοντας αυτά τα φαντάσματα, αν όλα γίνουν σωστά, μπορούμε να αλλάξουμε τη μοίρα της Ελλάδας. Γιατί οι άνθρωποι που σε κατέστρεψαν ολοκληρωτικά πριν από ούτε δύο γενιές, αυτοί χρωστάνε.