Οπως έχω υποστηρίξει ήδη απ’ αυτή τη στήλη, οι νότιες ευρωπαϊκές οικονομίες έχουν κοινά συμφέροντα –συμφέροντα που είναι πολύ διαφορετικά απ’ αυτά της Γερμανίας και των συμμάχων της. Αυτή η διαφορά συμφερόντων ήταν προφανής ήδη από την ίδρυση της ευρωζώνης. Εγινε όμως προφανέστερη σήμερα, μετά τη βάρβαρη διαχείριση της κυπριακής κρίσης. Η ευρωζώνη αποτελείται από πιο ανταγωνιστικές και λιγότερο ανταγωνιστικές οικονομίες.
Λόγω αυτού του χάσματος, καθώς και του κοινού νομίσματος, υπάρχει μια συστημική «άνιση συναλλαγή» μεταξύ Βορρά και Νότου. Υπάρχει μια συνεχής μεταφορά πόρων από τις λιγότερο στις περισσότερο ανταγωνιστικές οικονομίες. Αυτού του είδους η αιμορραγία δεν μπορεί να σταματήσει μέσω του ΕΣΠΑ και των φθηνών δανείων που ο Βορράς δίνει στον Νότο. Ούτε με τη συνταγή των διαρθρωτικών αλλαγών που η Γερμανία απαιτεί. Φυσικά διαρθρωτικές αλλαγές πρέπει να γίνουν στις υπερχρεωμένες οικονομίες, αλλά δυστυχώς δεν γίνονται από τη μια μέρα στην άλλη. Ο οικονομικός δυϊσμός στην ευρωζώνη μπορεί μόνο να αμβλυνθεί με το είδος της βοήθειας που οι ΗΠΑ έδωσαν στη Γερμανία μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Αυτού του είδους τη βοήθεια, που οι Γερμανοί τόσο γρήγορα ξέχασαν(!), χρειάζεται ο ευρωπαϊκός Νότος. Δηλαδή μια βοήθεια τύπου Σχεδίου Μάρσαλ. Μια τέτοια κίνηση αλληλεγγύης δεν θα βοηθήσει μόνο τον Νότο, αλλά και τη Γερμανία –αν όχι βραχυπρόθεσμα, σίγουρα μεσο- και μακροπρόθεσμα.
Η κυρία Μέρκελ ακολουθεί μια πολιτική που δεν είναι μόνο τιμωρητική/βάρβαρη, αλλά και λανθασμένη. Το νεοφιλελεύθερο δόγμα πως η υπέρβαση της οικονομικής κρίσης προϋποθέτει τη λιτότητα πριν από την ανάπτυξη απλώς εντείνει το οικονομικό αδιέξοδο. Οδηγεί στο βάθεμα της ύφεσης, δηλαδή στην ένταση της ανεργίας, της φτώχειας και της αποσάθρωσης του κοινωνικού ιστού. Βέβαια βραχυπρόθεσμα η πολιτική της γερμανίδας καγκελαρίου της αποφέρει οφέλη. Κερδίζει ψήφους. Επιπλέον, παρ’ όλο που οι γερμανοί φορολογούμενοι (λόγω κακής πληροφόρησης) δεν το έχουν αντιληφθεί, η χώρα τους κερδίζει οικονομικά. Μέσω της «άνισης συναλλαγής» οι γερμανοί πολίτες κερδίζουν πολύ περισσότερα απ’ αυτά που «χάνουν» μέσω της βοήθειας που παρέχουν στις προβληματικές νοτιοευρωπαϊκές οικονομίες.
Μεσοπρόθεσμα όμως η Γερμανία θα χάσει και οικονομικά και γεωπολιτικά. Η παγκοσμιοποίηση, με την ανάπτυξη της Κίνας και των άλλων αναδυόμενων οικονομιών, έχει αλλάξει την ισορροπία δύναμης μεταξύ του πρώτου και του λεγόμενου τρίτου κόσμου. Στην παγκόσμια οικονομική και γεωπολιτική αρένα νέες δυνάμεις έχουν ήδη γίνει (π.χ. Κίνα) ή θα γίνουν σύντομα (π.χ. Ινδία) πρώτης κατηγορίας παίκτες. Αν η Ευρώπη διαλυθεί, ακόμη και ισχυρές χώρες όπως η Γερμανία και η Γαλλία, για να χρησιμοποιήσω ποδοσφαιρικούς όρους, θα βρεθούν στη δεύτερη ή και στην τρίτη κατηγορία. Δεν θα έχουν πια την ικανότητα να παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του παγκόσμιου γίγνεσθαι. Μόνο μια ενωμένη Ευρώπη (πολιτικά, αλλά και κοινωνικά) θα μπορέσει να παραμείνει στην πρώτη κατηγορία. Μόνο έτσι, με βάση τις πολιτισμικές και δημοκρατικές κατακτήσεις της, θα μπορέσει να συμβάλει σοβαρά στη δημιουργία ενός πιο ανθρώπινου κόσμου. Μ’ άλλα λόγια, στην περίοδο της δημιουργίας τεράστιων οικονομικών σχηματισμών, μια κατακερματισμένη Ευρώπη δεν θα διαμορφώνει, αλλά θα διαμορφώνεται από τις παγκόσμιες εξελίξεις –εξελίξεις που δεν θα ελέγχει.
Με βάση τα παραπάνω, δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως οι χώρες του ευρωπαϊκού Νότου, υπό την ηγεσία της Γαλλίας, πρέπει να δημιουργήσουν ένα κοινό μέτωπο ενάντια στον γερμανικό οικονομικό ιμπεριαλισμό. Προς στιγμήν, κάτι τέτοιο δεν συμβαίνει. Οι μεν νοτιοευρωπαϊκές κυβερνήσεις ενδιαφέρονται περισσότερο να δείξουν, η καθεμιά ξεχωριστά, «καλή διαγωγή» έναντι της κυρίας Μέρκελ και λιγότερο να αντισταθούν όλες μαζί στη γερμανική κυριαρχία. Οσο για τη Γαλλία, ο Σοσιαλιστής πρόεδρός της δεν έχει ούτε το χάρισμα ούτε τη βούληση να περάσει από τα κούφια λόγια σε μια στρατηγική κινητοποίησης του Νότου εναντίον του Βορρά. Γενικά, η έλλειψη σοβαρής πολιτικής ηγεσίας χαρακτηρίζει και τον ευρωπαϊκό Νότο και τον Βορρά. Το ευρωπαϊκό εγχείρημα ξεκίνησε όχι από πολιτικάντηδες, αλλά από μεγάλους ηγέτες που είχαν το όραμα μιας ενωμένης, αλληλέγγυας Ευρώπης. Μιας Ευρώπης ικανής να παίξει καθοριστικό ρόλο σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι σημερινές ευρωπαϊκές ηγεσίες, νότιες και βόρειες, βλέπουν το ευρωπαϊκό μέλλον εθνοκεντρικά. Οι μεν πρώτες δεν προσπάθησαν να αντιταχθούν συντονισμένα στον γερμανικό αυταρχισμό, οι δε δεύτερες ακολουθούν έναν κοντόφθαλμο δρόμο που βραχυχρόνια φέρνει οικονομικά οφέλη, αλλά μεσο- και μακροπρόθεσμα μπορεί να οδηγήσει στη διάλυση της Ευρώπης.
Υπάρχει περίπτωση ουσιαστικής αλλαγής; Δύο εξελίξεις μπορούν να αλλάξουν τα πράγματα προς το καλύτερο:
Πρώτον, ο ραγδαία ανερχόμενος αντιευρωπαϊσμός, καθώς και ο ακροδεξιός εθνικισμός μπορεί επιτέλους να κάνουν τις νοτιοευρωπαϊκές πολιτικές ελίτ να αντιληφθούν ότι η κατάσταση δεν πρόκειται ν’ αλλάξει όσο δεν θα δημιουργούν ένα μπλοκ αντίστασης έναντι μιας Γερμανίας που φαίνεται να έχει ξεχάσει το παρελθόν της.
Δεύτερον, αργά ή γρήγορα (μάλλον γρήγορα, κατά τη γνώμη μου) όποια κυβέρνηση σχηματιστεί μετά τις επερχόμενες γερμανικές εκλογές θα πρέπει να αντιμετωπίσει το εξής δίλημμα: ή διάλυση της ευρωζώνης ή ριζική αλλαγή πολιτικής –αλλαγή που θα στοχεύει σ’ ένα πέρασμα από τα δάνεια στη συστηματική βοήθεια, από την έμφαση στη λιτότητα σε αυτή της ανάπτυξης, από την εθνοκεντρική κυριαρχία στην ισορροπιστική συνεργασία μεταξύ εταίρων.
Ας ελπίσουμε πως η Γερμανία θ’ αντιληφθεί ποια είναι τα πραγματικά της συμφέροντα. Ας ελπίσουμε πως θα επιλέξει τη δεύτερη λύση.
Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη London School of Economics.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ