Επέτειος το Σάββατο, που όμως κανείς δεν τη θυμάται αν και διδάσκει πολλά: είναι η ημέρα των τελευταίων εκλογών του ελληνικού Μεσοπολέμου, εκείνων του 1936, εκλογών εξαιρετικά κρίσιμων στην ελληνική ιστορία.
Την ημέρα της διεξαγωγής τους η Ελλάδα συμπλήρωνε σχεδόν τέσσερα χρόνια από την πτώχευσή της τον Απρίλιο του 1932. Σε αυτά τα τέσσερα χρόνια μια σειρά από κυβερνήσεις είχαν πάρει κι είχαν εγκαταλείψει την εξουσία. Ο λόγος της πολιτικής αστάθειας δεν ήταν άλλος από την αδυναμία των κυβερνήσεων να έλθουν σε βιώσιμη συμφωνία για το χρέος με το Συμβούλιο των Ομολογιούχων, δηλαδή τους δανειστές της χώρας.
Ηταν δε τέτοια η πίεση που ασκούσαν οι δανειστές, ώστε όχι μόνον οι κυβερνήσεις, αλλά ούτε και το πολίτευμα δεν μπορούσε να σταθεί: στα τέλη του 1935, λίγο πριν από τις εκλογές, ένα νόθο και πλήρως υποστηριζόμενο απ’ έξω δημοψήφισμα έφερνε πίσω στην Ελλάδα τον Γεώργιο, ακριβώς για να στηρίξει κι αυτός με τη σειρά του, όπως και έπραξε, μια «λύση» στο πρόβλημα του χρέους, στην κατεύθυνση φυσικά που οι δανειστές την επιθυμούσαν.
Και πράγματι αυτό συνέβη. Ένα ατυχές γεγονός, όμως, έδωσε στις εξελίξεις τροπή δραματική: ήταν ο θάνατος του πρωθυπουργού Δεμερτζή, ο οποίος οδήγησε τον Γεώργιο να προτείνει στη νέα Βουλή που ανέδειξαν οι εκλογές του Ιανουαρίου (οι οποίες διεξήχθησαν μέσα σε κλίμα μεγάλης ανησυχίας για τη σταθερότητα της χώρας από τον «κουμουνιστικό κίνδυνο») για πρωθυπουργό τον Ιωάννη Μεταξά, αρχηγό του μικρού κόμματος των Ελευθεροφρόνων. Στις 29 Απριλίου 1936 ο Μεταξάς έγινε πρωθυπουργός από τη Βουλή συγκεντρώνοντας 241 ψήφους. Λίγο πριν, με το Σύμφωνο Σοφούλη – Σκλάβαινα, είχε επιχειρηθεί η συνεργασία Βενιζελικών και Κουμουνιστών που για πρώτη φορά έμπαιναν στην Βουλή…
Που οφειλόταν όμως η τεράστια αποδοχή του Ιωάννη Μεταξά από τους βουλευτές; Στην πίεση του στέμματος, αλλά και στην ανικανότητα των μεγάλων κομμάτων της εποχής να χειριστούν την υπόθεση του χρέους: στην ουσία, ήθελαν να τη βγάλουν από πάνω τους και ο Μεταξάς ήταν γι αυτά, την ώρα της μεγάλης πίεσης, «μία κάποια λύση»…
Εγινε όμως και κάτι ακόμα: ο Μεταξάς ζήτησε και πήρε την άσκηση της εξουσίας με μια ιδιαιτερότητα: η Βουλή ανέστειλε με απόφασή της τις εργασίες της και εξουσιοδότησε τον πρωθυπουργό να κυβερνά με βασιλικά διατάγματα, όπως και εκείνος έπραξε για τους επόμενους μήνες: η γενική εκτίμηση ήταν ότι με αυτό τον τρόπο θα μπορούσε πιο «ευέλικτα» να προσαρμοστεί η ελληνική κυβέρνηση στις υπερβολικές απαιτήσεις των δανειστών της. Εν τω μεταξύ, η κοινωνική πίεση φούντωνε: είναι χρονιά της μεγάλης απεργίας στη Θεσσαλονίκη που κατέληξε με νεκρούς: σήμερα τη θυμόμαστε κυρίως από τον Επιτάφιο του Γιάννη Ρίτσου που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης.
Η αρχική εκτίμηση αποδείχθηκε λανθασμένη: ούτε και ο Μεταξάς κατάφερε να δώσει οριστική λύση στο ζήτημα του χρέους. Και, στις 4 Αυγούστου, λίγο πριν η Βουλή επιστρέψει στις εργασίες της, επέβαλε δικτατορία.
Μόλις δύο εβδομάδες αργότερα, στις 20 Αυγούστου, ο Μεταξάς ταξίδευε στην Κέρκυρα. Δεν πήγαινε για διακοπές: πήγαινε να ανακοινώσει προσωπικά ο ίδιος στον Γεώργιο και στον φιλοξενούμενό του Βασιλιά της Αγγλίας Εδουάρδο ότι είχε επέλθει συμφωνία με το Συμβούλιο των Ομολογιούχων. Μέσα σε δύο εβδομάδες – κι αυτό με χρόνους του Μεσοπολέμου.
Ο ουσιαστικός λόγος της επιβολής της 4ης Αυγούστου είχε εκπληρωθεί. Ο πρέσβης της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα τηλεγραφούσε στο Φόρειν Οφις ότι πρέπει να είναι ευτυχείς οι δανειστές με τη συμφωνία γιατί αν έφευγε ο Μεταξάς και ερχόντουσαν οι πολιτικοί, οι δανειστές δεν θα έπαιρναν πεντάρα. Όμως ακόμα και για τον ίδιο τον Μεταξά η εμπειρία δεν ήταν απλή: είχε δεχθεί τέτοια πίεση από τον Γεώργιο να συμμορφωθεί με τις απαιτήσεις των δανειστών, που σε επιστολή του στον έλληνα πρέσβη στο Λονδίνο είχε αναφέρει ότι σκεπτόταν να παραιτηθεί! Αυτή η πληροφορία περιήλθε σε γνώση του άγλλου πρέσβη στην Αθήνα και οδήγησε στο παραπάνω «διάβημα» προς την κυβέρνησή του.
Εστω κι έτσι όμως, λύθηκε τελικά το πρόβλημα του χρέους;
Όχι. Το 1937 οι δανειστές επανήλθαν και απαίτησαν μια ακόμα σκληρότερη για την Ελλάδα συμφωνία. Και, ο μόνος λόγος για τον οποίο αυτή η ιστορία σταμάτησε τελικά να μονοπωλεί έπειτα από τόσα χρόνια ανωμαλιών την πορεία της χώρα, ήταν ότι ένα πολύ μεγαλύτερο πρόβλημα άρχιζε σταδιακά να αναδύεται τόσο για τους δανειστές όσο και για τους έχοντες το χρέος: στην Ευρώπη, πλησίαζε πια ο Πόλεμος…