Στο ΒΗΜΑ της Κυριακής (φύλλο 16280/20-01-2013) ο κ. Γιάννης Μαρίνος σε ένα εκτενές κείμενό του παρουσιάζει μια δική του εκδοχή ως προς το «Πώς δημιουργήθηκαν οι αιώνιοι φοιτητές». Αντί απάντησης, σημείο προς σημείο, στο κείμενο του κ. Μαρίνου, θα επιχειρήσω μια πολύ σύντομη αναφορά στο θεσμικό πλαίσιο από το 1982 μέχρι σήμερα και θα εστιάσω στα αποτελέσματα μιας εμπειρικής έρευνας που υλοποιήθηκε το 2007 στο Πανεπιστήμιο Κρήτης, με την ελπίδα ότι έτσι θα συμβάλω στην ανάδειξη της πραγματικής εικόνας ως προς τους «αιώνιους» φοιτητές.
Ο νόμος 4009/2011 ήλθε να βελτιώσει το νόμο 3549/2007, ο οποίος με τη σειρά του, είχε καταργήσει ή τροποποιήσει τις διατάξεις του νόμου1268/1982,οι οποίες ρύθμιζαν την «ανώτατη διάρκεια φοίτησης» στα ΑΕΙ. Συγκεκριμένα, ο πλέον πρόσφατος νόμος (4009/2011), εκτός από τις μεταβατικές διατάξεις, για φοιτητές παλαιοτέρων ετών, προβλέπει ότι φοιτητές με έτος εγγραφής το 2011-12 και μετά οφείλουν να έχουν ολοκληρώσει τοις σπουδές τους σε χρόνο ν+ν/2. Μετά την παρέλευση αυτού του χρόνου διαγράφονται.
Αντίθετα, ο προηγούμενος νόμος (3549/2007) προέβλεπε, ότι οι φοιτητές που συμπλήρωναν χρόνο σπουδών διπλάσιο (ν+ν) του ελάχιστου προβλεπομένου για τη λήψη πτυχίου (δηλαδή ν=4+4 ή 5+5 ή 6+6 έτη) διαγράφονταν από το Τμήμα τους. Ο νόμος 1268/82 δεν προέβλεπε διαγραφή των φοιτητών, προέβλεπε όμως ρητά, πως μετά τη συμπλήρωση χρόνου σπουδών κατά πενήντα τοις εκατό μεγαλύτερου του ελάχιστου προβλεπόμενου για τη λήψη πτυχίου, δηλαδή μετά από ν+ν/2 χρόνια, ο φοιτητής δεν είχε δικαίωμα στη φοιτητική μέριμνα. Δηλαδή η διατήρηση της φοιτητικής ιδιότητας δεν συνεπάγονταν και διατήρηση των φοιτητικών δικαιωμάτων και ιδιαίτερα των δωρεάν φοιτητικών παροχών (δωρεάν βιβλία, ενδεχόμενη δωρεάν σίτιση, στέγαση, μειωμένα εισιτήρια, ιατροφαρμακευτική περίθαλψη κ.λπ.). Από την εν λόγω ρύθμιση προκύπτει με σαφήνεια, ότι οι λεγόμενοι αιώνιοι φοιτητές – όσο υψηλό και αν είναι το ποσοστό τους επί του συνόλου των φοιτητών- δεν κοστίζουν τίποτα στο κράτος και στα πανεπιστήμια.
Θα μπορούσε βέβαια κανείς να ισχυρισθεί, ότι ένα υψηλό ποσοστό αιώνιων φοιτητών θίγει το κύρος του πανεπιστημίου και επομένως μια εντατικοποίηση των σπουδών και ένας περιορισμός του φαινόμενου είναι αναγκαία.
Πόσο εκτεταμένο είναι, όμως, πράγματι το φαινόμενο; Τι λένε τα ερευνητικά δεδομένα επ’ αυτού;
Η έρευνα που υλοποιήθηκε το ακαδημαϊκό έτος 2006/07 από ομάδα ερευνητών του Πανεπιστημίου Κρήτης, σε συνεργασία με ερευνητές και άλλων πανεπιστημίων της χώρας, κατέληξε σε ερευνητικά αποτελέσματα τα οποία
Συγκεκριμένα, η εν λόγω έρευνα είχε ως κύριο αντικείμενο την εισαγωγή και την πορεία των ομογενών φοιτητών σε ελληνικά πανεπιστήμια. Προς το σκοπό αυτό επιλέχθηκε και μία ομάδα ελέγχου από ελλαδίτες φοιτητές, οι οποίοι είχαν εισαχθεί το έτος 1995 (ν=2363 φοιτητές) και το έτος 1998 (ν=2453) σε επιλεγμένα Τμήματα των Πανεπιστημίων Αθηνών, Θεσσαλονίκης, Ιωαννίνων, Πάτρας και Κρήτης, καθώς και στο Μετσόβιο Πολυτεχνείο. Αυτό το αντιπροσωπευτικό δείγμα εμπλουτίστηκε και με άλλους ελλαδήτες φοιτητές από τα έτη εισαγωγής 1996 και 1997, με αποτέλεσμα το δείγμα να φτάσει συνολικά στους 6879 φοιτητές.
Η κατάσταση φοίτησης αυτών των 6879 φοιτητών είχε το φθινόπωρο του 2007, οπότε και ολοκληρώθηκε η συλλογή του εμπειρικού υλικού, ως εξής:
Πτυχιούχοι | 5975 ή 86,9% |
Ενεργοί | 413 ή 6,0% |
Διαγραφέντες | 491 ή 7,1% |
Σύνολο | 6879 ή 100,0% |
Οι διαγραφέντες είναι κατά κανόνα φοιτητές που παίρνουν μετεγγραφή σε ομοειδές Τμήμα άλλου Πανεπιστημίου και σε σπανιότερες περιπτώσεις φοιτητές που ξαναδίνουν εξετάσεις, εισάγονται σε Τμήμα της επιθυμίας τους, οπότε διαγράφονται από το Τμήμα πρώτης εγγραφής.
Ενεργοί θεωρούνται όλοι όσοι δεν έχουν διαγραφεί ή δεν έχουν πάρει πτυχίο. Οι ενεργοί φοιτητές του πίνακα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Σ’ αυτούς που το εαρινό εξάμηνο 2007 είχαν χρόνο σπουδών μικρότερο ή ίσο με το ν + ν/2, και σ’ εκείνους που είχαν χρόνο σπουδών μεγαλύτερο του ν+ν/2. Οι τελευταίοι, οι οποίο δεν δικαιούνται τις δωρεάν φοιτητικές παροχές, ονομάζονται στην πανεπιστημιακή αργκό «λιμνάζοντες», πρόκειται δηλαδή για τους λεγόμενους «αιώνιους φοιτητές».
Η περαιτέρω ανάλυση των δεδομένων της έρευνας έδειξε ότι από τους πτυχιούχους φοιτητές (ν=5975) τα 46,3% έλαβαν το πτυχίο τους εντός της προβλεπόμενης ελάχιστης διάρκειας σπουδών, τα 46,9% το έλαβαν σε χρόνο μικρότερο ή ίσο του ν+ν/2 και μόλις 6,8% το απέκτησαν με μεγάλη καθυστέρηση, δηλαδή υπήρξαν λιμνάζοντες ή αλλιώς αιώνιοι φοιτητές.
Ας υπογραμμιστεί ότι τα ποσοστά των λιμναζόντων είναι στα κεντρικά Πανεπιστήμια Αθηνών (9,4%) και Θεσσαλονίκης (8%) σημαντικά υψηλότερα από εκείνα των περιφερειακών Πανεπιστημίων Κρήτης, Πατρών και Ιωαννίνων (4,1%).
Διαφοροποιώντας τους πτυχιούχους φοιτητές που απέκτησαν το πτυχίο τους σε χρόνο μεγαλύτερο του ν+ν/2 διαπιστώνουμε ότι οι μεγαλύτερες καθυστερήσεις, και κατά συνέπεια τα υψηλότερα ποσοστά λιμναζόντων, εμφανίζονται στα Τμήματα της Νομικής (16,9%), της Βιολογίας (14,9%), στα Οικονομικά (12,9%) και στα ΤΕΦΑΑ (11,7%).Σε επικοινωνιακό επίπεδο, συνήθως γενικεύονται και προβάλλονται τα υψηλά ποσοστά λιμναζόντων στις Νομικές Σχολές, πράγμα που στρεβλώνει την πραγματικότητα.
Ως προς τους ενεργούς λιμνάζοντες φοιτητές οι αναλύσεις μας έδειξαν, ότι οι 245(59,3%) από τους 413 φοιτητές φαίνεται να είχαν εγκαταλείψει τις σπουδές τους, δεδομένου ότι επί τέσσερα και πλέον εξάμηνα δεν είχαν δώσει εξετάσεις σε κανένα μάθημα. Αυτοί στην πραγματικότητα δεν ήταν λιμνάζοντες-αιώνιοι φοιτητές, αλλά φοιτητές που είχαν εγκαταλείψει τις σπουδές τους. Το παλιότερο θεσμικό πλαίσιο όμως δεν προέβλεπε τη διαγραφή τους.
Οι υπόλοιποι 168 (40,7%) από τους 413 συνέχιζαν τις προσπάθειές τους και είχαν, θεωρητικά τουλάχιστον, την ευκαιρία να αποκτήσουν έστω και με μεγάλη καθυστέρηση το πτυχίο τους. Η παροχή αυτής της ευκαιρίας είναι από κοινωνικής πλευράς τουλάχιστον όχι αθέμιτη, δεδομένου ότι οι λιμνάζοντες φοιτητές είναι συνήθως εργαζόμενοι φοιτητές και από οικονομικής πλευράς δεν επιβαρύνουν τα πανεπιστήμια. Η μόνη ορατή επιβάρυνση είναι, ότι οι γραμματείες των Τμημάτων πρέπει να διατηρούν μια καρτέλα ή, ωστόσο, έναν κωδικό στο ηλεκτρονικό φοιτητολόγιο.
Συμπερασματικά μπορούμε, από τη μια, να διαπιστώσουμε ότι το ποσοστό των λιμναζόντων, ή αλλιώς αιώνιων φοιτητών, κυμαίνεται κατά μέσο όρο περί το 6% στα πανεπιστήμια της χώρας και, από την άλλη, να υποστηρίξουμε ότι αυτοί οι φοιτητές δεν αποτελούν οικονομική επιβάρυνση για τα πανεπιστήμια και το κράτος.
Αυτή είναι η πραγματική εικόνα, όπως εμείς την καταγράψαμε στην έρευνά μας. Υπάρχει όμως και η επικοινωνιακή εικόνα η οποία δεν στηρίζεται σε ερευνητικά δεδομένα, αλλά σε ιδεολογήματα και αυθαίρετες ερμηνείες, και στοχεύει σε δημοσιογραφικούς εντυπωσιασμούς.
* Ο Μιχάλης Δαμανάκης είναι Ομότιμος καθηγητής και πρ. αντιπρύτανης Πανεπιστημίου Κρήτης