Είναι τυχαίο που σε χώρες με παρόμοια προβλήματα με τα δικά μας συζητούν, αντιπαρατίθενται για το πώς θα βγουν με τις λιγότερες δυνατές απώλειες από την κρίση, ενώ εμείς σφαζόμαστε μεταξύ μας για το ποιος είναι όμηρος της μιας ή της άλλης λίστας, ποιος είναι γερμανοτσολιάς ή σύγχρονος Τσολάκογλου ή για το ποιος καλύπτει τη βία και τα Καλάσνικοφ;

Προφανώς όχι, από τη στιγμή που έχουμε εθιστεί σε έναν διχαστικό λόγο, σε μια ρητορική του μίσους που διαπερνά τη δημόσια σφαίρα από τη μία άκρη ως την άλλη. Η συζήτηση στη Βουλή για την περιβόητη λίστα Λαγκάρντ ήταν ένα ακόμη δείγμα αυτού του αδιέξοδου τρόπου πολιτικής αντιπαράθεσης. Κανένα σημείο επαφής, καμία διάθεση διαλόγου με βάση τα πραγματικά στοιχεία –όσα υπήρχαν τουλάχιστον ως την ώρα εκείνη -, μόνο μια διάθεση εξόντωσης του πολιτικού αντιπάλου. Ενα διαρκές –ηθελημένο –μπέρδεμα πολιτικών και ποινικών ευθυνών, γιατί θεμέλιο της πολιτικής δράσης εξακολουθεί να θεωρείται η στοχοποίηση του αντιπάλου ως εχθρού, ως προσώπου μειωμένης εθνικής συνείδησης, ως οργάνου της ντόπιας και ξένης κλεπτοκρατίας. Δεν αναγνωρίζουμε λάθος πολιτικές επιλογές, πολιτική ανεπάρκεια ή διαχειριστική ανικανότητα, αλλά πάμε κατευθείαν σε συνειδητές πράξεις εθνικής μειοδοσίας.

Ούτε είναι τυχαίο ότι αυτή η ανορθολογική δημαγωγία οδήγησε στη σύμπλευση σχεδόν του ενός τρίτου της Βουλής με την πρόταση των κατ’ εξοχήν εκφραστών της ρητορικής του μίσους, της Χρυσής Αυγής και του Καμμένου… Το χειρότερο όμως από όλα είναι ότι δεν καταλαβαίνουν πως αυτή η εμμονή σε έναν διχαστικό λόγο διαποτίζει όλο το κοινωνικό σώμα ενεργοποιώντας τα πιο ακραία αντανακλαστικά. Προφανώς κανείς από τους πολιτικούς εκφραστές αυτής της λογικής δεν υιοθετεί την τακτική των Καλάσνικοφ. Ούτε αποδέχεται, με την εξαίρεση των χρυσαυγιτών, τις δολοφονικές ή τρομοκρατικές επιθέσεις σε ταλαίπωρους μετανάστες. Η απόσταση όμως από τη λεκτική βία και τη στοχοποίηση του αντιπάλου ως τη σωματική βία ή και τη χρήση των όπλων είναι πολύ μικρή, ιδιαίτερα σε ακραίες συνθήκες κρίσης όπως αυτή που βιώνουμε. Γιατί δυστυχώς η ρητορική της βίας αρχίζει να αποκτά άλλες διαστάσεις, υιοθετώντας ευρέως αποδεκτά στερεότυπα που συνήθως ευδοκιμούν στον πολιτικό λόγο, και καταλήγει να δημιουργεί αποδιοπομπαίους τράγους που εύκολα μετατρέπονται σε υποψήφια θύματα.
Η ελληνική κοινωνία ζει εδώ και πολύ καιρό σε μια εν δυνάμει εμφυλιοπολεμική ατμόσφαιρα. Μνημονιακοί, αντιμνημονιακοί, εξωνημένοι πολιτικοί ή προστάτες των εθνικών συμφερόντων, κλέφτες και λαδιάρηδες από τη μία ή μαζί τα φάγαμε από την άλλη… Συλλήβδην και ισοπεδωτικά όλοι μαζί σε έναν κουβά… Κανένα σημείο επαφής, κανένα σημείο σύγκλισης, μόνο διάθεση αλληλοσπαραγμού και αλληλεξόντωσης. Από εδώ οι καλοί, από εκεί οι κακοί. Παντού άσπρο – μαύρο.
Οσο κι αν οι συνθήκες είναι ακραίες, όσο κι αν κυριαρχεί σε κάποια στρώματα της κοινωνίας η απελπισία, δεν μπορούμε να αφήσουμε το μίσος και την οργή να κυριαρχήσουν. Αν θέλουμε να παραμείνουμε κοινωνία και όχι αγέλη, πρέπει να ξαναβρούμε τα λίγα έστω που μας ενώνουν και να αρχίσουμε να συζητάμε πώς μαζί μπορούμε να βρούμε διέξοδο από την κρίση. Είτε τους βολεύει είτε όχι, άλλος δρόμος δεν υπάρχει…

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ