«Ο αγώνας γίνεται για μια Ευρωπαϊκή Γερμανία ή για μια Ευρώπη της Γερμανίας;» αναρωτήθηκε χθες δημόσια ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών Ιερώνυμος συνομιλώντας με ιεράρχες από το Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών. «Θα ήθελα», συνέχισε, «να κάνουμε μια σύγκριση της Ευρωπαϊκής Ένωσης του χθες και του σήμερα. Άλλωστε, είμαι ένας άνθρωπος που πίστεψα σε αυτό το σχήμα, ήθελα να προχωρήσει και το στήριξα με όλες μου τις δυνάμεις. Στα κείμενα των θεμελιωτών αυτής της ιδέας, γίνεται λόγος για αδελφοσύνη, για συνεργασία, για αλληλεγγύη. Που στα αλήθεια φαίνονται όλα αυτά;».
Ασφαλώς και ο Αρχιεπίσκοπος δεν ρώτησε για να λάβει απάντηση. Το ότι αναρωτήθηκε κατ’ αυτό τον τρόπο σημαίνει ότι γνωρίζει ήδη πολύ καλά την απάντηση, ότι έχει κατασταλάξει σε αυτήν.
Άλλωστε, ίσως γι’ αυτό ο παριστάμενος επίσκοπος της Λουθηρανικής Εκκλησίας της Βαυαρίας Χάινριχ Μπέντφορντ Στρομ, αντί άλλης απαντήσεως, εξεδήλωσε την ανησυχία του για τις εικόνες από την Ελλάδα με τα ναζιστικά εμβλήματα στις πορείες, αλλά και τον τρόπο που ορισμένοι παρουσιάζουν την Καγκελάριο Μέρκελ να φέρει εμβλήματα του ναζιστικού παρελθόντος! Ο αρχιεπίσκοπος Αθηνών τού θύμισε λοιπόν μεταξύ άλλων ότι ο Τύπος, ο ίδιος ο γερμανικός Τύπος, αναφέρει συχνά ότι η Γερμανία έχει οικονομικά οφέλη δισεκατομμυρίων από τη διαχείριση της ελληνικής κρίσης, την ώρα που η ελληνική κοινωνία καταρρέει.
Ο Αρχιεπίσκοπος τολμά να πει με το όνομά του εκείνο που οι ελληνικές κυβερνήσεις εδώ και δύο χρόνια όχι μόνον δεν διανοούνται ούτε καν να ψελλίσουν, αλλά, από τον τρόμο τους, το υπηρετούν με όλες τους τις δυνάμεις: τη μετατροπή της πάλαι ποτέ Ευρώπης των ισότιμων κρατών μελών, σε χώρο άσκησης της γερμανικής ηγεμονίας. Και έχει πολύ μεγάλη σημασία ότι το πράττει.
Έχει σημασία γιατί ο ελληνικός λαός τά’ χει χαμένα. Οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν βαφτίσει «το κρέας ψάρι», την καταστροφή την έχουν ονομάσει σωτηρία. Έχει σημασία γιατί πολύ μεγάλο μέρος του κόσμου τά’ χει χάσει όχι μόνον από τα μέτρα και τις συνέπειές τους, αλλά και από την πλήρη διαστρέβλωση της αλήθειας.
Έτσι, οι δηλώσεις του Αρχιεπισκόπου, ενός ποιμενάρχη που είναι πάντα μετρημένος και τα λόγια του δεν έχουν ποτέ να κάνουν με εντυπώσεις, ούτε εύκολα και χωρίς λόγο εκστομίζονται, κάνουν πολλούς πολίτες να έχουν μεγαλύτερη εμπιστοσύνη σε αυτό που οι ίδιοι αμέσως αντιλαμβάνονται, αλλά που το «σύστημα» δεν τολμά να το πει, αντίθετα, το ξορκίζει όλη την ώρα προκαλώντας σύγχυση: ότι δεν ζούμε πια στην Ευρώπη, ούτε στην Ελλάδα, αλλά ζούμε στην πρώτη αποικία του 21ου αιώνα και μάλιστα μέσα στον ίδιο τον πάλαι ποτέ ευρωπαϊκό χώρο που το Βερολίνο παλεύει με νύχια και με δόντια να τον μετατρέψει σε επαρχία του, διαλύοντας τα πάντα για να πετύχει το στόχο του, ακριβώς επειδή αυτή η διάλυση είναι απαραίτητη για το στόχο του. Από τις τέσσερις κυβερνήσεις που πέρασαν μέχρι σήμερα από την αρχή της κρίσης, καμία δεν τόλμησε να πει την αλήθεια. Αυτή την αλήθεια που είπε χθες ο Αρχιεπίσκοπος.
Ας προσέξουν όμως οι κυβερνήσεις, γιατί, σε λίγο, με τόσους επιτρόπους που θα μας στείλουν, δεν θα χρειάζονται πλέον ούτε οι ίδιες. Ούτε καν ως πρόσχημα. Ίσως σε κάποια στροφή, κάποιου μνημονίου, να τις «φάνε» ως άχρηστες οι περικοπές της τρόικας. Και δεν θα έχουν άδικο: αφού, ούτως ή άλλως, επί της ουσίας, εκτελεστική υποστήριξη παρέχουν. Τίποτα άλλο δεν κάνουν. Και εδώ που κατάντησε η Ελλάδα ίσως αυτή να είναι η μόνη αληθινή υπηρεσία που θα μπορούσε να της παρέχει η τρόικα.
Ο Αρχιεπίσκοπος λειτούργησε χθες σαν φωνή της λογικής, της αλήθειας και της συνείδησης του ελληνικού λαού. Δεν είναι η πρώτη φορά: έχει ξανασυμβεί σε παλιότερες εξίσου οριακές στιγμές για την Ελλάδα. Κι έδειξε χθες πώς ό,τι και να γίνει, τελικά, δεν μπορεί κανείς να φιμώσει όλους τους εκφραστές των θεσμών και να αλλοιώσει τη συνείδηση αυτού του τόπου. Κάτι που όσο κι αν αυτό σε πολλούς εντός κι εκτός Ελλάδας δεν αρέσει, είναι ένα πολύ παρήγορο σημάδι.