Ο όρος «συγκατοίκηση» σε εποχές όπως η δική μας, με αυξανόμενες οικονομικές δυσκολίες, σημαίνει την ανάγκη να ζεις μαζί στο ίδιο σπίτι με κάποιον ή κάποιους που δεν θα ήταν αυτονόητο γεγονός αυτή η συµβίωση. Αν πρόκειται για «Ζusammenleben» κοινωνικών λόγων, τότε η «cohabitation» επιβάλλεται για πολιτικούς λόγους, ως μια «συγκυβέρνηση» ή ως συνύπαρξη κυβέρνησης και αρχηγού κράτους με διαφορετική κομματική προέλευση. Οταν όμως η «συγκατοίκηση» αφορά τον χρόνο, τότε μπορούμε να ανατρέξουμε –για παράδειγμα –στην αντίληψη των Στωικών, σύμφωνα με τους οποίους «μόνον δ’ υπάρχειν τον ενεστώτα, το δε παρωχημένον και μέλλοντα υφιστάναι μεν, υπάρχειν δ’ ουδαμού».
Από μια άλλη οπτική ο Walter Benjamin σημείωνε ότι ο «παροντικός χρόνος» ως «αυτοστιγμεί» συνοψίζει την ιστορία σε μια «τεράστια επιτομή». Το παρόν ακατάπαυστα γίνεται παρελθόν ξεκλέβοντας τμήματα του μέλλοντος. Κι αν το παρελθόν ή το μέλλον εξακολουθούν να αποτελούν τους κύριους και ανεξάντλητους χώρους της ιστορίας, το παρόν αυτοπροβάλλεται ως «υπέρβαση» της ιστορίας και άρση της χρονικότητας των υποκειμένων της; Πρόκειται για τον καημό της φιλοσοφικής γραφής αλλά και της καλλιτεχνικής δημιουργίας να μετατρέπει την κίνησή της σε «ελεγχόμενη» διάρκεια; Μήπως το ίδιο πράττει και ο ποιητής;
Σ
το πρόσφατο βιβλίο του Συγκατοίκηση με το παρόν συγκλίνουν οι εξής ιστοί σημασιών της ποίησής του. Δηλαδή, από το σύνολο της εβδομηντάχρονης σχεδόν ποιητικής δημιουργίας (με έτος έναρξης το 1943) του Τίτου Πατρίκιου σχηματίζεται με ευκρίνεια ένα σύνολο «σταθερών» παραμέτρων, το οποίο διαθέτει ως ενιαία μήτρα εκπόρευσης και συγκρότησης την προβληματική μιας πολιτικής ανθρωπολογίας.
Με την προϋπόθεση ότι οι «σταθερές» αυτές εμπλουτίζονται, αναζωογονούνται και ανανοηματοδοτούνται, μεμονωμένα και ιδίως στη μεταξύ τους συνάφεια και με διαρκή τη φροντίδα της ιστορικής τους γείωσης, διαμορφώνεται το εξής δίκτυο των αλληλοπλεκόμενων σημείων: η ανάγκη της «τοπιογραφίας» ως υποστρώματος για τη θεμελίωση του ποιητικού λόγου· η σκηνοθεσία του τοπίου ως ενιαίου πλαισίου αναφοράς «δραστών» και «θεατών»· η θέση της «πλατείας» ως χώρου συναθροίσεων των επι-κοινωνούντων υποκειμένων· οι δρόμοι ως πεδίο για τη δημόσια αναζήτηση του νέου κόσμου· οι συναντήσεις ως συμπυκνωμένες εκφράσεις των θεσμών δημοσιότητας.
Επιπλέον, η οικείωση των πραγμάτων ως συνοδευτικών ή χαρακτηριστικών γνωρισμάτων των συναντήσεων· η αποτύπωση των τρόπων διαχείρισης της «ετερότητας» με την ανάδυση των «άλλων» ως «εχθρών» ή «ξένων»· η καθημερινή ζωή ως πεδίο όπου συντελείται η συνάντηση των ανθρώπων· η συνηγορία των «παθών» με το να αφήνεσαι «ρευστός σε κάθε ερεθισμό του χώρου σου»· ο έρωτας ως στιγμή διπλασιασμού της χειραφετητικής ικανότητας του συνείναι· το ανθρώπινο σώμα ως το ασφαλέστερο αρχείο των περιπετειών του όντος· η διαρκής επικοινωνία με τον θάνατο και οι απόπειρες αναστολής του· η νοσταλγία όσων συνέβησαν και αξίζει να μη χαθούν· η «πολιτική πολιτισμού» που περιλαμβάνει με πλέγμα προστασίας όσους με τον ίδιο τρόπο σκιαγραφούν έναν διαφορετικό κόσμο· η μετάφραση ως ανάγκη και μέσο επικοινωνίας δυναμικών εξίσου συνδαιτυμόνων· οι σχέσεις ποίησης και οικονομίας ως ευθέως αντίστροφη προοπτική.
Προφανώς, η ποιητική της «στιγμής» ως απορρόφηση της νοσταλγίας και αποδέσμευση από τις υποχρεώσεις του μέλλοντος· ο ανθρωπομορφισμός του χρόνου που προ-κρίνεται να γίνεται αντιληπτός με το σχήμα της σπείρας· η βεβαιότητα ότι κάθε φορά η κίνηση της ιστορίας τελείται ab ovo· η ανθεκτικότητα της μνήμης ως μηχανισμού συντήρησης και ανάκλησης όσων έγιναν· η επιστρέφουσα νεότητα ως δυνατότητα να διατηρείται η ζωντάνια της επανάστασης· η δυναμική της διακινδύνευσης στον τρόπο συζυγίας επιθυμητού στόχου και αβεβαιότητας ως προς την επίτευξή του· η διαρκής «μαθητεία» ως εφαλτήριο για την εκάστοτε ανασυντασσόμενη «ταυτότητα» του ποιητικού υποκειμένου· ο διαθέσιμος χρόνος ως αφετηρία για τον διπλασιασμό του κόσμου· η γλωσσική επικράτεια ως άρνηση των κωδίκων του υπάρχοντος και ως κατάφαση του δέοντος κόσμου·οι δίοδοι αυτοσαρκασμού κατά την απόπειρα συμπλησιάσματος «είναι» και «δέοντος».
Τελικώς, ο ποιητικός επιλογισμός ως ανα-στοχαστική δραστηριότητα αυτοκριτικής· η κατοπτρική λειτουργία στην κατόπτευση των σχέσεων τέχνης και πραγματικότητας· η δραστικότητα της «αντίθεσης» κατά την αποτύπωση της αντιθετικής σύστασης των πραγμάτων και των εμπειριών τους και, τέλος, εγχειρήματα αυτοπροσωπογραφίας για τη συγκρότηση μιας διαρκώς ανανεούμενης βιογραφίας του ποιητή (βλ. το βιβλίο μου: Κοινωνία, πολιτική στράτευση και ποίηση. Για τον Τίτο Πατρίκιο, Αθήνα, 2006).
Ο κ. Παναγιώτης Νούτσος είναι καθηγητής της Κοινωνικής και Πολιτικής Φιλοσοφίας του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ