Για να δούμε αν κάποιος συνιστά βίαιη προσωπικότητα και ενδεχόμενα να εκτιμήσουμε και την απόκλισή του από την αντίθετή της, την ήπια, κάποια «εξωτερικά» στοιχεία της συμπεριφοράς του μπορούν να μας είναι χρήσιμα.
Ανάμεσα σε άλλα, τέσσερα δείχνουν να έχουν καταγραφεί. Αφορούν την ταχύτητα με την οποία ο βίαιος άνθρωπος μιλάει, τα σχήματα από τα οποία έλκεται, τα χρώματα που προτιμά και την κίνηση στην οποία υποτάσσει την ύπαρξή του.
1. Ο βίαιος άνθρωπος μιλάει με μεγάλη ταχύτητα και με νευρωτικό στόμφο. Θέλει μέσα από μια ρητορεία χωρίς ανασασμό το μήνυμά του όχι να ακουσθεί αλλά να εισβάλει. Επιδιώκει έτσι ο ακροατής του –και ταυτόχρονα θεατής του, πραγματικός ή νοερός –να μην προλάβει να σκεφθεί όσα ακούει και σε αμφισβήτηση να τα βάλει. Πολλοί εντυπωσιάζονται από την ταχύτητα ομιλίας, στο μέτρο που τη θεωρούν δείγμα διανοητικής ετοιμότητας. Και κάποιοι πιστεύουν ότι εκείνος που με μια τέτοια ταχύτητα μιλάει με την ίδια γρηγοράδα θα πρέπει και να σκέφτεται.
Εναν τέτοιο «ρήτορα» το υπόλοιπο σώμα δεν παραλείπει να υποστηρίζει, ακίνητο πίσω από τη φωνή με υποτακτικότητα τη συνοδεύει. Αν το πρόσωπο του βίαιου ανθρώπου υποχρεωθεί να κινηθεί αριστερά ή δεξιά, αυτό γίνεται κοφτά και με ακαριαία φουτουριστική επαναφορά ώστε τίποτε να μη διαταράξει τον ρυθμό.
2. Ο βίαιος άνθρωπος είναι λάτρης της ευθείας γραμμής. Το σχήμα αυτό τον έχει στην κυριολεξία κατακτήσει, ενώ το ρήμα ίστημι που ενεργητικά την εξεικονίζει –ή η στη λατινική, δωρικότατη και μονοσύλλαβη εκδοχή του, ως sto –δείχνει τι ο βίαιος απολαμβάνει μέσα από αυτή την επιλογή.
Το συνεπόμενο αλύγιστο και το άκαμπτο της ευθείας γραμμής, η όρθια στάση, δημοσιοποιεί και ταυτόχρονα «νομιμοποιεί» το είδος της σκέψης που αυτή υπαγορεύει. Ο ψυχολογικός ισομορφισμός βρίσκει εδώ την τελειότητά του. Η ευθεία γραμμή, τόσο στην οριζόντια όσο και στην κάθετη εκδοχή της –κυρίως σε αυτήν -, δεν ανέχεται την παραμικρή σχετικοποίηση σε όσα ο βίαιος ισχυρίζεται. Το σχήμα απολυτοποιεί ώστε καμία αντίρρηση στην εικόνα του να αντιταχθεί. Κάποτε βέβαια το χαμηλό ύψος του βίαιου –όταν το κανονικό δεν διαθέτει –και ο καμπυλόγραμμος σωματότυπός του δεν τον κολακεύουν. Και τότε το κρυφό παράπονο για την ελλείπουσα ευθεία και ελλείπον ανάστημα διαρρέει. Και με προένταση του σώματος, κάποτε και με πηδήματα ή και με υποδήματα, ελπίζεται η κάποια ανάκτησή του.
3. Ο βίαιος άνθρωπος δεν σκέφτεται με αποχρώσεις και ασφαλής αισθάνεται κυρίως μέσα σε μονόχρωμες περιενδύσεις. Το κοστούμι, κατά κανόνα σκούρο, υποστηρίζει το μονοσήμαντο μιας τέτοιας εμφάνισης που την εσωτερική μονολιθικότητα του προσώπου πρέπει να συνδηλώνει. Σε χρωματικές εναλλαγές δεν προσφεύγει ο βίαιος άνθρωπος αφού κάτι τέτοιο ως αισθητική αστάθεια θα μπορούσε να προκαλέσει αμφιβολία μήπως σκέφτεται και κάτι άλλο από αυτό που αδιατάρακτα θέλει να εκπέμψει. Με την ίδια συλλογιστική χρησιμοποιεί και το απολύτως λευκό, το οποίο στην εκτυφλωτική του διάσταση λειτουργεί ως… μαύρο. Συγκριτικά τώρα με ορισμένες περιπτώσεις όπου το μονόχρωμο μπορεί να είναι αθώο, στον βίαιο άνθρωπο επέχει θέση διακήρυξης. Τη λειτουργία του αυτή μπορείτε να τη διαπιστώσετε αν παρατηρήσετε πώς ο βίαιος άνθρωπος σας κοιτάζει. Θα δείτε τότε ότι στη χρωματική του επιλογή ρίχνει κλεφτές ματιές ώστε να προκαλέσει την προσοχή σας στο αδιαπραγμάτευτο που το μονόχρωμο υπαινίσσεται.
4. Ο βίαιος άνθρωπος έχει τη δική του κίνηση. Τα βήματά του είναι ισόμετρα, ισόβαρα και ισόχρονα. Απολύτως κεκανονισμένα. Και αν δεν αναπαραγάγουν ακριβώς το πάτημα της χήνας, φροντίζει τα πόδια του να φαίνονται όσο πιο ευθύγραμμα γίνεται στην πλαγιόβλεπτη πρόσληψή τους. Οπως σε παρέλαση βλέπουμε τα σώματα να περνάνε. Στην κίνηση του βίαιου ανθρώπου όλα τα μέλη είναι μηχανικά συντονισμένα, χέρια, δάχτυλα, πόδια, κεφαλή, βλέμματα, ισχίο. Το τελευταίο μάλιστα συγκρατεί το όλο «σύστημα» –στην κυριολεξία του όρου –σε αυτό που πρέπει ως αποφασισμένη στάση να καταφαίνεται: ότι, δηλαδή, αυτός που έτσι βαδίζει και κοιτάζει έχει έναν και μόνο στόχο, διαυγή και σταθερό. Προς αυτόν προελαύνει. Χωρίς παρεκκλίσεις.
Πίσω δεν κοιτάζει ο βίαιος άνθρωπος αφού έχει τη βεβαιότητα ότι χιλιάδες τον ακολουθούν. Και κάποτε βέβαια συμβαίνει και αυτό. Το μόνο πρόβλημα του βίαιου είναι ότι, αν για κάποιον λόγο αιφνιδιαστεί και υποχρεωθεί να ακινητοποιηθεί, το σώμα του δεν είναι μαθημένο να αποκλιμακώνει την ορμή του και προσπαθεί να διασωθεί μέσα από μια, δήθεν ηθελημένα, απότομη λήψη στάσης προσοχής. Ωστε η ανακοπή της ορμής να μη φανεί αδυναμία ή υποχώρηση, αλλά αντίθετα επίδειξη αυτόματης ακρίβειας.
Ολα τα παραπάνω καταγεγραμμένα μέσα από παρατηρήσεις και μετρήσεις απόλυτα βέβαια δεν είναι. Προειδοποιούν όμως για το πόση βία και απειλή μπορεί να κρύβουν κάποιοι που τελευταία κινούνται ανάμεσά μας.
*Ο κ. Ι. Α. Μεταξάς είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών.