Η κρίση στην ευρωζώνη βαθαίνει – και θα βαθαίνει όλο και περισσότερο όσο η Γερμανία επιμένει να ασκεί μια ηγεμονική εθνοκεντρική και καθόλου ευρωπαϊκή πολιτική που, έστω και αργά, εξοργίζει επιτέλους τους πάντες: η Ελλάδα βρίσκεται αυτή τη στιγμή όσο ποτέ άλλοτε στο γερμανικό στόχαστρο, η Ισπανία οδηγείται κι εκείνη σε τρομερή δίνη. Ακόμα και ο πρωθυπουργός της Ιταλίας Μάριο Μόντι επισείει τώρα τον κίνδυνο της ανερχόμενης αντιγερμανικής τάσης στο ιταλικό κοινοβούλιο, ενώ ταυτόχρονα επικρίνει τη γερμανική πολιτική και αναφέρεται στον άμεσο κίνδυνο «ψυχολογικού χάσματος» στην Ευρώπη – κι αυτό μόλις λίγα 24ωρα μετά τη συνομιλία του με την Ανγκελα Μέρκελ. Ομως, στην ίδια τη Γερμανία, η κυβέρνηση δεν φαίνεται να θέλει ακόμα να αλλάξει τίποτα σε αυτό που κάνει εδώ και δύο χρόνια, παρά το γεγονός ότι οι ακραίες δηλώσεις πολιτικών παραγόντων κομμάτων του κυβερνητικού συνασπισμού που διαρκώς πληθαίνουν, επιχειρείται να μετριαστούν από άλλες κυβερνητικών αξιωματούχων που αρχίζουν να βλέπουν το κακό να μεγαλώνει επικίνδυνα…
Οπως και να έχει, για το Βερολίνο, η Ελλάδα είναι αυτή τη στιγμή το απόλυτο μαύρο πρόβατο. Και τρέφει αυταπάτες όποιος πιστεύει ότι κάτι πρόκειται να αλλάξει σε αυτή την κατεύθυνση: το Βερολίνο δεν πρόκειται να κάνει πίσω στο παραμικρό, η ελληνική ύφεση του 7% δεν συγκινεί και δεν αφυπνίζει τα επιτελεία της καγκελαρίου και του υπουργού Οικονομικών. Αντίθετα, η αντίληψη τους είναι ότι τώρα πρέπει να γίνουν όλα όπως θέλουν εκείνοι να γίνουν χωρίς καμία ουσιαστική μεταβολή: η πλήρης σάρωση της χώρας, και στη συνέχεια και άλλων χωρών, είναι η μόνη τους επιλογή, η μόνη τους οδός.
Οι Γερμανοί δεν πρόκειται να αλλάξουν στάση. Γιατί η στάση τους δεν είναι ούτε αποτέλεσμα λάθους, ούτε επιπολαιότητας. Είναι αποτέλεσμα μιας πολιτικής που έχει μετατρέψει την κρίση στην Ευρώπη σε υπαρξιακή. Και η Ελλάδα, ως ο πιο αδύναμος κρίκος, είναι η πρώτη χώρα που στραγγαλίζεται από αυτήν και που, πιθανότατα, θα υποστεί και πρώτη τα μεγαλύτερα δεινά ακριβώς στην προσπάθεια των Γερμανών να επιβάλλουν, με κάθε κόστος, αυτό που επιθυμούν: την πλήρη ηγεμονία τους. Γι’ αυτό και δεν πρέπει να τρέφουμε αυταπάτες. Αντίθετα, πρέπει να αναζητήσουμε, έστω και αργά, νέους δρόμους. Να στραφούμε προς τις κατευθύνσεις και τις συμμαχίες που μπορούν να βοηθήσουν τη χώρα με επενδύσεις, με συνεργασία, με ρόλο στην ευρύτερη περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο, η επίσκεψη του προέδρου του Ισραήλ Σιμόν Πέρες στην Αθήνα, που βρίσκεται σε εξέλιξη, και η συνεχής ενίσχυση του γεωπολιτικού ρόλου της χώρας μέσα από την αμυντική, την ενεργειακή αλλά και άλλες μορφές συνεργασίας, δείχνουν ένα δρόμο και μάλιστα πολύ σημαντικό.
Η Ελλάδα, η Κύπρος, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ, έχουν πάρα πολλά που μπορούν να κάνουν μαζί, σε μία εποχή που τα συμφέροντά τους συγκλίνουν όσο ποτέ μέχρι σήμερα. Οι δυνατότητες ρόλου και ανάπτυξης που γεννά η στενή συνεργασία των χωρών αυτών, ειδικά αυτή την ώρα, είναι τεράστιες. Και η Ελλάδα πρέπει να βάλει όλες της τις δυνάμεις για να τις αξιοποιήσει. Η σημασία της χώρας μας, ειδικά μπροστά σε τέτοιων διαστάσεων μεταβολές όπως εκείνες που έρχονται με τη Συρία και, ίσως, και με το Ιράν, αλλά και με τη γενικότερη ρευστότητα, είναι πάρα πολύ μεγάλη.
Η Δύση χρειάζεται την Ελλάδα και η Ελλάδα τη Δύση – κάτι που κάθε άλλο παρά συμβαίνει με τη σχέση της Ελλάδας με τη Γερμανία. Γι’ αυτό και έχει έρθει η ώρα για μια ριζικά νέα στρατηγική στην εξωτερική πολιτική και τους προσανατολισμούς της χώρας, που πρέπει και μπορεί να αξιοποιήσει την πολύ μεγάλη γεωπολιτική σημασία της, αντί να σέρνεται στην καταστροφή από τις εμμονές και τις εθνικές ηγεμονικές στοχεύσεις του Βερολίνου. Η Ελλάδα έχει μπροστά της νέους δρόμους που πρέπει και μπορεί να τους διαβεί αλλάζοντας τη μοίρα της. Αρκεί να το τολμήσει.