«Υπάρχει είσοδος για τους V.I.P.; Είμαστε V.I.P». Η φράση αυτή, όπως την ξεστόμισε ένας προεκλογικός χορηγός του Μιτ Ρόμνι καθώς περίμενε την σειρά του για να πάρει μέρος σε δείπνο συλλογής δωρεών προς όφελος του υποψηφίου, συνοψίζει άριστα την νοοτροπία της αμερικανικής ελίτ των υπέρ-πλούσιων. Η βάση του κ. Ρόμνι – δεν μιλάμε πια για το κορυφαίο εισοδηματικά 1%, αλλά για το πλουσιότερο 0,01%- αποτελείται πράγματι από «Very Important Persons», Πολύ Σημαντικά Πρόσωπα, ή τέλος πάντων από ανθρώπους που νομίζουν πως είναι πολύ σημαντικοί.

Συγκεκριμένα, πρόκειται για ανθρώπους που θεωρούν εαυτούς «κινητήρες της οικονομίας»: που θεωρούν πως πρέπει να είναι αντικείμενα λατρείας, και πως οι φόροι που πληρώνουν, οι χαμηλότεροι της τελευταίας 80ετίας, πρέπει να μειωθούν κι άλλο. Το κακό γι’ αυτούς είναι πως ο «μέσος άνθρωπος» δεν το βλέπει έτσι.
Είναι εύκολο να κοροϊδέψεις αυτούς τους «εκλεκτούς» – αλλά στην πραγματικότητα, αυτοί είναι που μας κοροϊδεύουν. Μας κοροϊδεύουν, διότι το πλήθος των ζάμπλουτων «V.I.P.’s» έχει καταλάβει πλήρως το σύγχρονο Ρεπουμπλικανικό κόμμα. Και μάλιστα σε τέτοιο βαθμό, ώστε οι επικεφαλής του κόμματος όχι μόνο δεν εξοργίζονται από την χρήση υπεράκτιων τραπεζικών λογαριασμών ύψους εκατομμυρίων δολαρίων από τον κ. Ρόμνι, ώστε αυτός να αποφεύγει την ομοσπονδιακή φορολογία, αλλά και να την εξυμνούν – όπως ο γερουσιαστής Λίντσει Γκρέιχαμ, που χαρακτήρισε «άκρως αμερικανική, από νομικής πλευράς» την συνήθεια της φοροαποφυγής.
Υπάρχει φυσικά μεγάλη πιθανότητα οι Ρεπουμπλικάνοι να ελέγχουν του χρόνου τόσο το Κογκρέσο όσο και τον Λευκό Οίκο. Αν συμβεί αυτό, θα δούμε μια απότομη στροφή προς οικονομικές πολιτικές που θα ωφελούν ακόμη περισσότερο τους υπέρ-πλούσιους (συγγνώμη, τους «δημιουργούς θέσεων εργασίας» ήθελα να πω). Γι’ αυτό είναι πολύ σημαντικό να γίνει κατανοητό πόσο λάθος θα είναι μια τέτοια στροφή.
Το πρώτο που πρέπει να ξέρετε είναι πως η Αμερική δεν ήταν πάντα έτσι. Όταν εξελέγη πρόεδρος ο Τζον Κένεντι, το χάσμα του πλούτου ανάμεσα στο κορυφαίο εισοδηματικά 0,01% του πληθυσμού και την μέση αμερικανική οικογένεια ήταν 75% μικρότερο από το σημερινό – και βέβαια τα μέλη της συγκεκριμένης κάστας φορολογούνταν πολύ περισσότερο απ΄ όσο σήμερα. Κι όμως, το 1960 καταφέρναμε με κάποιο τρόπο να διαθέτουμε μια δυναμική, καινοτόμο οικονομία που ζήλευε όλος ο πλανήτης. Οι υπέρ-πλούσιοι μπορεί να φαντάζονται πως ο πλούτος τους είναι που κάνει τον κόσμο να γυρίζει, όμως η ιστορία μας λέει άλλα πράγματα.
Μας λέει επίσης πως πολλοί από τους σημερινούς υπέρ-πλούσιους, περιλαμβανομένου και του κ. Ρόμνι, έφτιαξαν τις περιουσίες τους στον χρηματο-οικονομικό τομέα, αγοράζοντας και πουλώντας περιουσιακά στοιχεία, αντί να δημιουργούν παραγωγικές επιχειρήσεις όπως τον παλιό καλό καιρό. Στην πραγματικότητα, η αύξηση του μεριδίου στον εθνικό πλούτο που απολαμβάνουν οι σούπερ-πλούσιοι συνδέεται άμεσα με την εκρηκτική μεγέθυνση του τζίρου της Wall Street.
Δεν έχει περάσει και τόσος πολύς καιρός από τότε που προσπάθησαν πρώτη φορά να μας πείσουν ότι όλες αυτές οι συναλλαγές θα ήταν καλές για όλους μας, αφού υποτίθεται πως έκαναν την οικονομία πιο ανταγωνιστική και πιο σταθερή. Αντ’ αυτού, προέκυψε πως η μοντέρνα χρηματιστηριακή οικονομία έθεσε τις βάσεις για μια πολύ σοβαρή οικονομική κρίση, οι επιπτώσεις της οποίας εξακολουθούν να πλήττουν εκατομμύρια Αμερικανούς, και πως οι φορολογούμενοι ήταν υποχρεωμένοι να διασώσουν με τα λεφτά τους όλους αυτούς τους ιδιοφυείς, υποτίθεται, τραπεζίτες, προκειμένου να μην αντιμετωπίσουμε μια ακόμη μεγαλύτερη κρίση. Ως εκ τούτου, αρκετά μέλη του κορυφαίου 0,01% δεν πρέπει να αντιμετωπίζονται ως δημιουργοί θέσεων εργασίας, αλλά ως καταστροφείς τους.
Μην ξεχάσω να αναφέρω πως όλοι εκείνοι οι διασωθέντες με δημόσιο χρήμα τραπεζίτες σήμερα υποστηρίζουν φανατικά τον κ.Ρόμνι, επειδή ο τελευταίος υπόσχεται να καταργήσει τις ήπιες μεταρρυθμίσεις που επιβλήθηκαν στον τραπεζικό τομέα μετά την κρίση.
Είναι αλήθεια ότι πολλοί, ίσως οι περισσότεροι από τους πλούσιους συμβάλουν με θετικό τρόπο στην οικονομία. Ωστόσο ανταμείβονται γι’ αυτό με τεράστια χρηματικά ποσά. Το περίεργο είναι πως το να βγάζεις πάνω από 20 εκατομμύρια δολάρια το χρόνο δεν είναι αρκετό γι’ αυτούς: θέλουν να τους λατρεύουμε σαν Θεούς, και να τους το δείχνουμε με την μορφή της χαμηλής φορολογίας- κάτι που δεν αξίζουν. Γιατί, τελικά, και ο «συνηθισμένος άνθρωπος» συμβάλλει θετικά στην οικονομία. Ποιος ο λόγος να δίνουμε στους πλούσιους περισσότερα προνόμια απ’ ότι σε αυτόν;
Όσο για το επιχείρημα ότι πρέπει να κρατήσουμε τους φόρους των πλουσίων χαμηλά, ώστε να μην χάσουν το κίνητρο τους να αποκτήσουν ακόμη περισσότερο πλούτο, η απάντηση είναι πως υπάρχουν άφθονες ιστορικές αποδείξεις, ήδη από την δεκαετία του 1920, πως η αύξηση της φορολόγησης των πλουσίων δεν επηρεάζει σε κάτι την ροπή τους για ακόμη μεγαλύτερο πλουτισμό – ιδίως αν πρόκειται για μετριοπαθείς αυξήσεις, σαν αυτές που προτείνει ο πρόεδρος Ομπάμα. Θυμάστε τότε που οι συνήθεις ύποπτοι υποστήριζαν ότι η οικονομία θα καταστρεφόταν, επειδή ο Μπιλ Κλίντον αύξησε τους φόρους το 1993; Τίποτα τέτοιο δεν συνέβη.
Επιπρόσθετα, όσοι «καίγονται» σήμερα για τις επιπτώσεις της αυξημένης φορολογίας, καλά θα έκαναν να έδειχναν την ευαισθησία τους όχι προς όφελος των πλουσίων, αλλά στις περιπτώσεις εργαζομένων που τιμωρούνται χάνοντας την πρόσβαση σε φθηνότερα φάρμακα ή κουπόνια σίτισης, επειδή το εισόδημά τους ξεπερνά τα 20.000 δολάρια ετησίως. Θα επανέλθω σε αυτό το θέμα σε άλλη στήλη.
Είναι λοιπόν οι πολύ πλούσιοι V.I.P.- Πολύ Σημαντικά Πρόσωπα; Όχι, δεν είναι – και σίγουρα δεν είναι περισσότερο σημαντικοί από τους άλλους εργαζόμενους Αμερικανούς. Και είναι βέβαιο πως οι «συνηθισμένοι άνθρωποι» όχι μόνο δεν θα ωφεληθούν, αλλά θα υποφέρουν, αν καταλήξουμε με μια κυβέρνηση του 0,01%, που θα δουλεύει για το 0,01%.