Οι ορδές των δημοσιογράφων και κυρίως των τηλεοπτικών συνεργείων που στήθηκαν το πρωί της περασμένης Δευτέρας έξω από το Δικαστήρια της Σχολής Ευελπίδων, αναμένοντας την άφιξη του «μεγάλου παληκαριού» του Ηλία Κασιδιάρη, ο οποίος είχε αποσυρθεί από τα φώτα της δημοσιότητας, κρυπτόμενος για ν΄ αποφύγει την αυτόφωρη διαδικασία μετά τον «ζωντανό» τηλεοπτικό ξυλοδαρμό της κυρίας Λιάνας Κανέλλη και της κυρίας Ρένας Δούρου, ξανάφερε στο προσκήνιο το πραγματικό έλλειμμα ενημέρωσης στην Ελλάδα.
Οι μεγαλόσχημες διακηρύξεις για επιβολή «εμπάργκο» στην «Χρυσή Αυγή» από τα Μέσα Ενημέρωσης, η πομπώδης αρθρογραφία ότι η φασιστική συμπεριφορά των μελών της οργάνωσης «αποτελούν πλήγμα για την ενημέρωση και βόμβα στα θεμέλια της δημοκρατίας» και τα αγωνιώδη ερωτήματα για την χρησιμότητα και την παιδευτική αξία της δημοσιογραφίας, που διατυπώθηκαν αμέσως μετά το βάρβαρο τραμπουκισμό του εκπροσώπου Τύπου της «Χρυσής Αυγής» στον ΑΝΤ1, εξανεμίσθηκαν πολύ γρήγορα.
Τη θέση τους επανεκατέλαβε στις τηλεοπτικές οθόνες ο ηγέτης της οργάνωσης Νίκος Μιχαλολιάκος (μην πει κανείς ότι αυτό έγινε λόγω των υποχρεώσεων που απορρέουν από την εκλογική νομοθεσία για την προβολή των πολιτικών κομμάτων), στις οποίες ενεφανίσθη μάλιστα να καθυβρίζει ακόμη και τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας κ. Κάρολο Παπούλια, ο οποίος τόλμησε να καταδικάσει τον ξυλοδαρμό των δύο εκπροσώπων των πολιτικών κομμάτων.
Η συμπεριφορά των Μέσων Ενημέρωσης απέναντι στη «Χρυσή Αυγή» μοιάζει με χαλασμένο εκκρεμές: Δεν έχει σαφή προσανατολισμό, δεν υπηρετεί τις πραγματικές αξίες της ενημέρωσης και δεν βοηθά στην παγίωση των στοιχειωδών δημοκρατικών δικαιωμάτων των πολιτών. Κινείται, μάλλον, με βάση τις πολιτικές σκοπιμότητες της στιγμής και εξυπηρετεί την ανάγκη για αύξηση της θεαματικότητας των τηλεοπτικών καναλιών.
Ας είμαστε, τουλάχιστον, ειλικρινείς μεταξύ μας. Όλοι γνωρίζουμε ότι ο θόρυβος που δημιουργείται γύρω από τη δράση της «Χρυσής Αυγής» βοηθά την ίδια τη «Χρυσή Αυγή» που επιδιώκει τη δημιουργία τεχνητής έντασης και επιστρατεύει γι΄ αυτό το σκοπό τα Μέσα Ενημέρωσης, έτσι ώστε να μεγιστοποιήσει το αίσθημα του φόβου και της ανασφάλειας. Η αντίληψη ότι αρκεί δήθεν να δείξουμε το πραγματικό πρόσωπο των μελών της «Χρυσής Αυγής»για να απομονωθεί από τους πολίτες και να της αφαιρεθεί οποιοδήποτε λαϊκό έρεισμα, είναι επικίνδυνη. Αφελής είναι, από την άλλη πλευρά, και η άποψη που διατυπώνεται ότι δεν μπορεί κανείς να εξορίσει ή και εξοστρακίσει από τα Μέσα Ενημέρωσης ένα κόμμα που έλαβε στις πρόσφατες εκλογές 450.000 ψήφους.
Ουδείς διατείνεται ότι αν δεν μας αρέσει η πραγματικότητα τότε θα πρέπει να αγνοήσουμε την πραγματικότητα. Είναι γεγονός ότι η αύξηση της επιρροής της «Χρυσής Αυγής» είναι απότοκος της οικονομικής κρίσης της χώρας που επηρεάζει, εκτός των άλλων, και το πολιτικό εποικοδόμημα, το σύστημα αξιών και τη ηθική συμπεριφορά. Τα ρεπορτάζ, ωστόσο, γύρω από το «τάγματα εφόδου» που έχει δημιουργήσει η «Χρυσή Αυγή» με σκοπό την «εθνοκάθαρση» (σε πρώτη φάση) από τους οικονομικούς μετανάστες, η δημοσίευση φωτογραφιών υποψηφίων του Κόμματος που στέκονται υπερήφανοι μπροστά στα χιτλερικά κρεματόρια, η προβολή των ιδεών των στελεχών της περί φυλετικών διακρίσεων, ακόμη και η αποποίηση της άσκησης βίας ως μέσου επιβολής και των, εν γένει, ναζιστικών πρακτικών που έχει υιοθετήσει, παραμένει αδιευκρίνιστο αν επιφέρουν τα αναμενόμενα αποτελέσματα ή ρίχνουν νερό στο μύλο του κόμματος που είναι η δημιουργία κλίματος ανασφάλειας και η καλλιέργεια του φόβου.
Γεγονός είναι, από την άλλη πλευρά, ότι οι δημοσιογράφοι παραμένουν ουσιαστικά ακάλυπτοι γύρω από την αντιμετώπιση αυτού του φαινομένου. Η ΕΣΗΕΑ, που δεν θα έπρεπε να εξαντλεί τη δραστηριότητά της στην προάσπιση μόνον των συνδικαλιστικών δικαιωμάτων των δημοσιογράφων, αλλά να αναδειχθεί και σε θεματοφύλακα της ενημέρωσης και τήρησης του κώδικα της δημοσιογραφικής δεοντολογίας, επέλεξε την τακτική του στρουθοκάμηλου. «Το αυγό του φιδιού έχει ήδη εκκολαφθεί, δεν μπορούμε να κρατάμε κλειστά τα μάτια μας», σημειώνει στη σχετική ανακοίνωσή της. Αποφεύγει ωστόσο να μιλήσει για την… ταμπακιέρα. «Επειδή η ενημέρωση είναι θεμελιώδες συστατικό της Δημοκρατίας, το Διοικητικό Συμβούλιο με συναίσθηση της ευθύνης που αναλογεί και στους δημοσιογράφους, θα καταλήξει στον τρόπο με τον οποίο θα αντιμετωπίσει το φαινόμενο με γνώμονα την υπεράσπιση του δικαιώματος της πληροφόρησης του ελληνικού λαού», καταλήγει η ανακοίνωση.
Έως ότου όμως αποφανθεί η ΕΣΗΕΑ και κυρίως επειδή δεν υπάρχουν συνταγές για την αντιμετώπιση του φαινομένου της «Χρυσής Αυγής», εμείς οι δημοσιογράφοι, ας υπενθυμίσουμε τουλάχιστον στον εαυτό μας, τις πέντε δυσκολίες, τις οποίες, όπως έγραφε ο Μπέρτολτ Μπρέχτ, θα πρέπει να ξεπεράσουμε για να γράψουμε την αλήθεια.
«Όποιος σήµερα θέλει να πολεµήσει την ψευτιά και την αµάθεια και να γράφει την αλήθεια έχει ξεπεράσει το λιγότερο πέντε δυσκολίες», έγραφε ο Μπρέχτ. «Πρέπει να έχει το θάρρος να γράφει την αλήθεια παρόλο που παντού την καταπνίγουν· την εξυπνάδα να την αναγνωρίσει παρόλο που τη σκεπάζουν παντού· την τέχνη να την κάνει ευκολομεταχείριστη σαν όπλο• την κρίση να διαλέξει εκείνους που στα χέρια τους η αλήθεια θα αποχτήσει δύναµη· την πονηριά να τη διαδώσει ανάµεσά τους. Αυτές οι δυσκολίες είναι µεγάλες για κείνους που γράφουν κάτω απ΄το φασισµό, υπάρχουν όµως και γι,΄ αυτούς που τους κυνήγησαν ή που έφυγαν ακόµα και για όσους γράφουν στις χώρες της αστικής ελευθερίας».
Ποιος ξέρει; Ίσως μ΄αυτόν τον τρόπο διασώσουμε τη χαμένη τιμή του δημοσιογραφικού κόσμου.