Για το γενικό ξεχαρβάλωμα της χώρας έχουμε αποδώσει πολλές και βαριές ευθύνες στους πολιτικούς. Σωστό και δίκαιο. Η εικόνα των ευθυνών όμως θα ήταν απολύτως ελλιπής αν παραλείπαμε από το κάδρο την επιχειρηματική τάξη.
Ολους εκείνους δηλαδή που αντί να κοιταχτούν πρώτα στον καθρέφτη βλαστημούν τους πολιτικούς και ψηφίζουν Μάνο ή Τζήμερο για «να καταδικάσουν τα κόμματα».
Και όμως! Ο ρόλος τους στην καταστροφή είναι ευθέως ανάλογος της σημασίας που αποδίδουν στον εαυτό τους.
Η καλύτερη απόδειξη είναι η υποχθόνια και κεκαλυμμένη παρέμβασή τους στην τρόικα για τη διάλυση των εργασιακών σχέσεων στο όνομα της «απελευθέρωσης της αγοράς εργασίας».
Διότι ο Ευ. Βενιζέλος (και άλλα κυβερνητικά στελέχη που συμμετείχαν στις διαπραγματεύσεις) έφτασε σήμερα να επιβεβαιώνει όσα πολλοί καταγράφαμε τότε.
Συγκεκριμένα. Οτι υπάρχουν «εργοδοτικοί και επιχειρηματικοί κύκλοι» (κατ’ ουσία, στελέχη του ΣΕΒ, ίσως και άλλοι) οι οποίοι ανέπτυσσαν δημοσίως μια «φιλεργατική ρητορική», αλλά παρασκηνιακά πίεζαν την τρόικα να προωθήσει μια μείζονα παρέμβαση στην αγορά εργασίας.
Η σκέψη τους ήταν απλή. Η κρίση και η παρουσία της τρόικας αποτελούν θεόπεμπτη ευκαιρία για να επιβάλουν εκ των άνω μια ριζική μεταβολή των εργασιακών σχέσεων σε βάρος της μισθωτής εργασίας – κάτι που δεν θα μπορούσαν ποτέ να πετύχουν μέσα από κοινωνικό διάλογο και ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις…
Κινήθηκαν υπογείως και κρυφά. Με μυστικές επαφές και διαβουλεύσεις.
Επιστρατεύτηκαν συγκεκριμένα δικηγορικά γραφεία (ένα εξ αυτών έχει καταγγελθεί δημοσίως από τον πρόεδρο της ΓΣΕΕ κ. Ι. Παναγόπουλο) τα οποία ανέλαβαν να διαμορφώσουν και να προωθήσουν μέσω της τρόικας ένα σχέδιο «διαρθρωτικών αλλαγών» που οδηγούσε σε επιχειρηματική παντοδυναμία.
Ουσιαστική κατάργηση των κλαδικών συμβάσεων, αποδυνάμωση της μετενέργειας, εξουδετέρωση της διαιτησίας, πλήρης εξατομίκευση των εργασιακών σχέσεων και υπονόμευση κάθε μορφής συλλογικής διαδικασίας.
Ετσι και σε κάθε στιγμή της διαπραγμάτευσης η τρόικα ζητούσε με πρωτοφανή επιμονή συγκεκριμένες και εξειδικευμένες παρεμβάσεις στην αγορά εργασίας. Με έναν βαθμό ενημερότητας που άφηνε κατάπληκτους τους κυβερνητικούς συνομιλητές της.
Με άλλα λόγια, οι εργοδοτικοί αυτοί κύκλοι προώθησαν μέσω τρίτων την έμπρακτη κατάλυση του «κοινωνικού συμβολαίου» πάνω στο οποίο στηρίζονται όλες οι σύγχρονες δημοκρατικές κοινωνίες.
Κοινωνική σκληρότητα; Απληστία; Ελληνική κουτοπονηριά; Ελλειψη στοιχειώδους διορατικότητας; Ισως όλα κι από λίγο.
Απλώς η κρίση απέδειξε ότι σε μια χώρα που στερείται γενικά σοβαρότητας αποκλείεται να ευδοκιμεί μια σοβαρή και υπεύθυνη επιχειρηματική τάξη.
Ενα στοιχείο τα λέει όλα. Τη διετία 2010-2011, οι μισθολογικές δαπάνες μειώθηκαν περίπου 7 δισ. ετησίως – από απολύσεις και μειώσεις μισθών…
Συνολικά δηλαδή οι μισθωτοί συνεισέφεραν στην κρίση μόνο από τα εισοδήματά τους από τη μισθωτή τους εργασία κάπου 14 δισ. – χωρίς να υπολογίσω την Εφορία.
Την ίδια στιγμή, οι αυξήσεις μετοχικών κεφαλαίων (που αντιπροσωπεύουν την επιχειρηματική συνεισφορά στην αντιμετώπιση της κρίσης) δεν υπερβαίνουν δύο-τρεις εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ. Οχι πάνω από το 3% της συνολικής μείωσης της μισθολογικής δαπάνης!
Τα υπόλοιπα βρίσκονται στην Ελβετία και στη Μύκονο ή πλέουν στο Αιγαίο.
Το ερώτηµα είναι γιατί η τρόικα αποδέχτηκε να παίξει τον µοχλό πίεσης επιχειρηµατικών συµφερόντων και (ακόµη περισσότερο) γιατί η κυβέρνηση Παπαδήµου το αποδέχτηκε.
Για την τρόικα είναι σαφές. Επειδή η «απελευθέρωση της αγοράς εργασίας» στο όνομα της ανταγωνιστικότητας είναι μέρος της φιλοσοφίας της «εσωτερικής υποτίμησης».
Ξεκινάει από το ΔΝΤ και (κυρίως) την ΕΚΤ για να ανακηρυχθεί περίπου ως η απόλυτη οικονομική πανάκεια. Το ίδιο μοντέλο, για παράδειγμα, επιχειρείται να εφαρμοστεί σήμερα και στην Ιταλία και στην Ισπανία, προκαλώντας τις αντίστοιχες αντιδράσεις.
Οι «κουκουλοφόροι» τους έλεγαν ουσιαστικά εκείνα που ήθελαν να ακούσουν…
Για την κυβέρνηση Παπαδήμου δεν έχω ακόμα ολοκληρωμένη απάντηση. Πολλοί εκτιμούν ότι ο τότε Πρωθυπουργός συμμερίζεται αυτή την αντίληψη από τη θητεία του στην ΕΚΤ – το έχουμε ήδη επισημάνει…
Αλλά και πάλι κάτι τέτοιο δεν εξηγεί πώς τα κόμματα αλλά κυρίως το ΠαΣοΚ και ο κ. Βενιζέλος αποδέχτηκαν μια μείζονα κοινωνική διαταραχή παραμονές εκλογών κι ενώ η αγορά εργασίας είχε ήδη αυτορυθμιστεί.
Μάλλον (για άλλη μία φορά) υποτίμησαν το πρόβλημα. Και υπερεκτίμησαν τον εαυτό τους.
Αποτέλεσμα; Η έκρηξη της εργασιακής ανασφάλειας στον ιδιωτικό τομέα.
Κάπως έτσι, η Ελλάδα οδηγήθηκε σε εκλογές στη σκιά μιας γενικής απειλής που δεν στρεφόταν μόνο κατά των υπεράριθμων υπαλλήλων του Δημοσίου, ούτε κατά των ανέργων που δεν είχαν πλέον τίποτα να χάσουν, αλλά και κατά των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα.
Κολοσσιαίο πολιτικό σφάλμα. Διότι όταν μια χώρα ψηφίζει σε καθεστώς γενικευμένης ανασφάλειας το λιγότερο που μπορεί να συμβεί είναι να βγει δεύτερο κόμμα ο ΣΥΡΙΖΑ.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ