Φοβάμαι ότι οι Αριστεροί συγκρότησαν/σαμε τον διανοητικό μας εξοπλισμό, τον τρόπο σκέψης, την κουλτούρα μας, αναλύοντας τις ήττες της Αριστεράς, παρά σχεδιάζοντας τις νίκες της. Αισθανόμαστε ανετότερα με τη μελαγχολία, παρά με την αισιοδοξία. Αυτό εκφράζεται πολιτικά με τους πιο διαφορετικούς τρόπους. Είναι προφανές ότι δεν υποτιμώ καθόλου το ερώτημα «Γιατί χάσαμε;». Η ανάλυση της ήττας είναι άλλωστε βάση του ιστορικού στοχασμού. Βλέπουμε λοιπόν την ιστορία της Αριστεράς ως μια αλυσίδα από ήττες. Οχι μόνο ήττες επαναστάσεων, που πληρώθηκαν ακριβά όπως ο δικός μας Εμφύλιος, ή εκλογικών νικών, όπως το πραξικόπημα εναντίον του Αλιέντε, αλλά και μετατροπές των ελπίδων σε εφιάλτες, όπως συνέβη με τα κομμουνιστικά καθεστώτα του 20ού αιώνα. Μήπως όμως πρέπει να αναζητήσουμε τις επιτυχίες στην επιρροή της Αριστεράς στις κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, οι οποίες αν και δεν εξέφραζαν συνολικά το πρόγραμμά της είχαν μακροχρόνιες συνέπειες; Δεν είναι κοινός τόπος η συμβολή της στη συγκρότηση της σύγχρονης δημοκρατίας, στην εμπέδωση των δικαιωμάτων, στον εξανθρωπισμό των άγριων εργασιακών συνθηκών (τουλάχιστον στον δυτικό κόσμο) και κυρίως στη δημιουργία του κράτους πρόνοιας; Είδαμε βέβαια όλα αυτά να γραφειοκρατικοποιούνται, να ξεπετιούνται προνόμια λίγων έναντι των πολλών, να βυθίζονται στη διαφθορά. Και στη συνέχεια είδαμε την κριτική σ’ αυτή την παθολογία να μετατρέπεται σε ξεθεμελίωμά τους, και μάλιστα από κυβερνήσεις σοσιαλδημοκρατικές, οι οποίες προσχωρώντας στις νεοφιλελεύθερες «μεταρρυθμίσεις» κατέστρεψαν, αντί να συγχρονίσουν, το ίδιο τους το έργο.
Γιατί επομένως να ελπίζουμε από την Αριστερά, από τη νίκη και την επιρροή των δύο βασικών πυλώνων της στην Ελλάδα, του ΣΥΡΙΖΑ και της ΔΗΜΑΡ; Μπορεί μια νίκη της Αριστεράς στην Ελλάδα να καταφέρει κάτι έχοντας απέναντί της μια συντηρητική Ευρώπη; Μήπως θα περιθωριοποιήσει τη χώρα και θα επιβραδύνει την πολυπόθητη έξοδό της από την οικονομική κηδεμονία και την κοινωνική καχεξία; Και τι είδους αλλαγές θα προωθήσει; Μετά την κατάρρευση του κεντρικού σοσιαλιστικού σχεδίου, το 1989, αλλά και της σοσιαλδημοκρατικής προσαρμογής στον τρίτο δρόμο, υπάρχουν βασικές ιδέες πάνω στις οποίες θα συγκροτηθεί μια αριστερή πρόταση; Και στην Ελλάδα έχουμε στο νου μας ότι μια νίκη της Αριστεράς δεν μπορεί να είναι σε καμία περίπτωση επιστροφή στα πριν από την κρίση επίπεδα ζωής και στον τρόπο οργάνωσης της κοινωνίας;
Ας ξεχάσουμε το σενάριο μιας εξόδου από το καθαρτήριο στην ομαλότητα των αγορών που ευαγγελίζονται οι νεοφιλελεύθεροι. Δεν ανταποκρίνεται σε καμία πραγματικότητα. Ας σκεφτούμε το πιθανότερο σενάριο μιας πορείας ενός καραβιού που μπάζει ήδη νερά στις φουρτουνιασμένες άγνωστες θάλασσες μιας κρίσης που ταλανίζει τον κόσμο. Τα διακυβεύματα σε αυτή την κρίση δεν είναι ούτε μόνο το ελληνικό χρέος ούτε μόνο το ελληνικό πρόγραμμα λιτότητας. Είναι μια σκληρή διαμάχη του πώς θα συγκροτηθούν οι ευρωπαϊκές κοινωνίες σε έναν κόσμο που αλλάζει, που αλλάζει απρόβλεπτα και που αλλάζει με διαδοχικές κρίσεις. Και εδώ η Αριστερά έχει λόγο. Μια αλλαγή στην Ελλάδα, μια αλλαγή της πορείας που έχουν πάρει τα πράγματα, φαίνεται πως είναι μια από τις ρωγμές στον πάγο της ευρωπαϊκής συντηρητικής παλινόρθωσης. Κάτι αλλάζει στην ήπειρό μας και είμαστε μέρος της αλλαγής. Η Ελλάδα βρίσκεται σε αυτό το μεταιχμιακό σημείο. Ενέχει κινδύνους αλλά είναι συναρπαστικό αυτό που ζούμε.
Αλλά για να γίνει αυτή η αλλαγή θα πρέπει να συνειδητοποιηθεί όχι μόνο από τα δύο αριστερά κόμματα τι σημαίνει η νίκη τους και ποια δυναμική ανέλαβαν να εκφράσουν, αλλά και ότι οι συνεργασίες ανάμεσα σε όμορους και με κοινά ενδιαφέροντα πολιτικούς χώρους θα πρέπει να αναμετρηθούν με τα ζητήματα που έρχονται, παρά με τις ιστορικές διαφορές και εμπειρίες. Με το μέλλον, όχι το παρελθόν. Η δυναμική που έδειξαν οι εκλογές της 6ης Μαΐου πρέπει να κεφαλαιοποιηθεί μέσα από τη συγκρότηση ενός πόλου της αλλαγής με άξονα την υπεράσπιση της κοινωνίας και της δημοκρατίας, διαφορετικά κινδυνεύει να χαθεί• αν στην Κεντροδεξιά συνωθούνται από τους νεοφιλελεύθερους ως τους εθνολαϊκιστές, είναι τεράστια ευθύνη των κομμάτων που προήλθαν από τις δυνάμεις της ανανεωτικής και ριζοσπαστικής Αριστεράς, αν την επόμενη των νέων εκλογών δεν συγκροτήσουν έναν πόλο που θα διεκδικήσει την εξουσία. Γιατί θα λειτουργήσει πολλαπλασιαστικά, θα προσδώσει σε κάθε μία από τις δύο δυνάμεις συμπληρωματικότητα, και κυρίως την προοπτική της δυνατότητας ότι θα μπορεί να συγκροτηθεί κυβέρνηση, κάτι που θα είναι κριτήριο για τις επιλογές στην κάλπη.
Είναι σαφές ότι χρειάζονται αλλαγές και στους δύο σχηματισμούς. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει τον άνεμο ευνοϊκό στα πανιά του και πρέπει να τολμήσει να τις επιχειρήσει, ενώ η ΔΗΜΑΡ να απαλλαγεί από αμυντικά σύνδρομα. Ενας επίδοξος πόλος της Αριστεράς μπορεί να συγκροτήσει μια στρατηγική με βάθος χρόνου και μαζί να υπολογίζει σε έναν δυναμισμό που να τη στηρίζει χωρίς να την αφήνει να προσαρμοστεί. Πρέπει να αναζητήσουμε τους όρους ώστε να δικαιούμαστε να ελπίζουμε. Διαφορετικά θα επιστρέψουμε σε λίγο στην οικεία μας αριστερή μελαγχολία, προσθέτοντας νέους τίτλους για χαμένες άνοιξες.

Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ