Το μήνυμα των εκλογών είναι σαν την ποίηση. Καθένας το ερμηνεύει κατά το δοκούν, με όσα έχει στη σκευή του. Ο κ. Φώτης Κουβέλης καταλαβαίνει ότι ο κόσμος θέλει να παραμείνει στην ευρωπαϊκή ένωση χωρίς να αλλάξει νόμισμα. Καταλαβαίνει επίσης ότι τα μέτρα που ελήφθησαν δυσκόλεψαν τη ζωή και έτσι οι ψηφοφόροι θα προτιμούσαν μια εναλλακτική πρόταση. Ο πρόεδρος της Δημοκρατικής Αριστεράς το διατυπώνει με τον δικό του απαλό τρόπο: πρέπει να γίνει σταδιακή απαγκίστρωση της χώρας από το μνημόνιο. Κι επειδή το εκλογικό αποτέλεσμα είναι παρδαλό εισηγείται τον σχηματισμό μιας οικουμενικής κυβέρνησης η οποία «θα κρατήσει την Ελλάδα ζωντανή και την κοινωνία όρθια». Η πρότασή του απευθύνεται προς «όλες τις πολιτικές δυνάμεις» διευκρινίζοντας ότι το μόνο που θέλει είναι να συμβάλει στην έξοδο της χώρας από την κρίση.
Η πρόταση του κ. Κουβέλη βρήκε αμέσως ανταπόκριση. Ο κ. Ευάγγελος Βενιζέλος ενθουσιάστηκε γιατί λένε τα ίδια. Τι χαρά! Μπορούν να κυβερνήσουν. Φευ, χρειάζονται και το πρώτο κόμμα και τις αναθεματισμένες πενήντα έδρες που παίρνει ως μπόνους. Τα ιδεολογικά μπορούν να παραμεριστούν. Υπάρχει εθνική ανάγκη. Σε κατάσταση κρίσης δεν υπάρχουν δεξιοί και αριστεροί, υπάρχουν μόνο σοβαροί και αφερέγγυοι. Ετσι ο κ. Κουβέλης θα μπορέσει να συμμετάσχει σε μια οικουμενική με τον διακριτικό τίτλο «Κυβέρνηση της Στοκχόλμης» και να αναλάβει τον ρόλο της Νατάσα Κάμπους. Η Δημοκρατική Αριστερά βρίσκεται σε ομηρεία και εκδηλώνει αν όχι έρωτα τουλάχιστον κατανόηση προς τους βασανιστές της.
Ο κ. Κουβέλης αρνήθηκε σθεναρά να γίνει προεκλογικά μια συνιστώσα του ΠαΣοΚ. Εναντιώθηκε τόσο στους αποτυχημένους χειρισμούς από το 2009 όσο και στη συγκυβέρνηση με τη Νέα Δημοκρατία. Με αυτή του τη στάση απορρόφησε το εκσυγχρονιστικό τμήμα του ΠαΣοΚ, που τον στήριξε χωρίς ανταλλάγματα. Τώρα λοιπόν, αφού απέσπασε την ψήφο ανθρώπων που ήθελαν εναλλακτική διακυβέρνηση, είναι έτοιμος να γίνει το δεκανίκι του παλαιού καθεστώτος. Δεν θέλουμε να πιστέψουμε ότι θα ηγηθεί μιας τέτοιας εκτρωματικής συνύπαρξης. Κάτι τέτοιο θα ακύρωνε όλη την πορεία του στην ιστορία των αριστερών κινημάτων. Παρά το γεγονός ότι ο ίδιος δηλώνει ότι δεν διεκδικεί τίποτε για τον εαυτό του, διακινείται το σενάριο της τοποθέτησής του στη θέση του πρωθυπουργού. Θα ήταν λυπηρό, πολύ λυπηρό.
Η συγκυρία οδηγεί τη σκέψη του κ. Κουβέλη. Η στιγμή όμως δεν παύει να είναι ένα μικρό κομμάτι της Ιστορίας και η ιστορία του ΠαΣοΚ και της Νέας Δημοκρατίας δεν επιτρέπει συμπάθειες. Άραγε θα ξεχάσουμε ποιος ευθύνεται για το κράτος των 700.000 δημοσίων υπαλλήλων, θα ξεχάσουμε τους 10.000 οργανισμούς που ιδρύθηκαν για πελατειακούς λόγους, θα ξεχάσουμε τις παράλογες (και ύποπτες) δαπάνες για τα εξοπλιστικά, θα ξεχάσουμε τις ευρωπαϊκές επιχορηγήσεις που ξοδεύτηκαν στα μπουζούκια, θα ξεχάσουμε το ανερμάτιστο φορολογικό σύστημα, θα ξεχάσουμε τα καρτέλ που κάνουν τη ζωή πιο ακριβή καθημερινά, θα ξεχάσουμε τη δήθεν δωρεάν εκπαίδευση που θρέφει την παραπαιδεία, θα ξεχάσουμε τη γελοία διπλωματία στο Μακεδονικό και την ΑΟΖ;
Ο κ. Φώτης Κουβέλης έχει κάθε δικαίωμα να δηλώνει σοβαρός και φερέγγυος λόγω της πρόθεσής του να μπει ως μπάλωμα στον δικομματισμό. Για την υστεροφημία του θα μπορούσε να εξηγήσει γιατί γίνεται συνεργός με εκείνους που επί 37 χρόνια υπήρξαν φαύλοι.