Οι βασικές τάσεις συμπεριφοράς του εκλογικού σώματος μοιάζουν διαμορφωμένες και κατά τα φαινόμενα δεν μπορούν να αλλάξουν δραματικά τις τελευταίες λίγες ημέρες που απομένουν μέχρι ν’ ανοίξουν οι κάλπες.
Σύμφωνα με τις επικρατούσες τάσεις, λοιπόν, τα δύο μεγάλα κόμματα εμφανώς πια δεν κερδίζουν τις καρδιές των ψηφοφόρων, δεν δημιουργούν ρεύμα, είναι καταδικασμένα, όπως όλα δείχνουν, σε ιστορικά χαμηλά ποσοστά.
Οι λίγοι αναποφάσιστοι που έχουν απομείνει, όσο ευνοϊκά και αν κατανεμηθούν μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας, δεν αλλάζουν καθοριστικά την εικόνα.
Αυτή η αδυναμία των κομμάτων εξουσίας δίνει, όπως φαίνεται τη δυνατότητα σε συγγενείς, ούλτρα μνημονιακές δυνάμεις, όπως αυτές της Μπακογιάννη και του κ. Μάνου να διεκδικήσουν με αξιώσεις την είσοδό τους στο Κοινοβούλιο, ενώ αντίθετα δυσκολεύεται ο κ. Καρατζαφέρης του ΛΑΟΣ.
Από εκεί και πέρα, ο ΣΥΡΙΖΑ μοιάζει να έχει καβαλήσει το κύμα και να γίνεται κεντρική έκφραση της αντιμνημονιακής ψήφου, κερδίζοντας αριστερούς ψηφοφόρους αλλά και μεγάλη μερίδα δυσαρεστημένων του ΠαΣοΚ. Αδιαμφισβήτητα διεκδικεί υψηλά ποσοστά ικανά να του εξασφαλίσουν ηγεμονικό ρόλο στον ευρύτερο χώρο της Αριστεράς, εκτοπίζοντας το ΚΚΕ απ’ αυτή τη θέση και περιορίζοντας το ρόλο της ΔΗΜΑΡ. Ο κ. Τσίπρας στρατηγικά φαίνεται να κερδίζει τη μάχη της Αριστεράς και να αναδεικνύεται σε κεντρικό πρόσωπο αυτών των εκλογών.
Ισχυρή παρουσία φαίνεται επίσης να εξασφαλίζουν οι δυνάμεις της εθνολαικιστικής δεξιάς και της εθνικιστικής ακροδεξιάς.
Οι «Ανεξάρτητοι Έλληνες» του Πάνου Καμένου και εκείνες της «Χρυσής Αυγής» αφαιρούν σημαντικά ποσοστά από τη Νέα Δημοκρατία και δημιουργούν περιβάλλον κρίσης στο κόμμα του κ.Σαμαρά.
Οπως εξελίσσονται τα πράγματα, ο πολυκερματισμός πρέπει να θεωρείται δεδομένος, όπως δεδομένη πρέπει να θεωρείται και η δυσκολία σχηματισμού ισχυρής κυβέρνησης.
Η χώρα, κατά τα φαινόμενα, θα εισέλθει από την Κυριακή το βράδυ σε κατάσταση πολιτικής αστάθειας. Η οποία με τη σειρά της θα οδηγήσει σε βίαιο μετασχηματισμό του πολιτικού συστήματος και σύντομα σε νέες εκλογές. Χωρίς ένα βαθύ πολιτικό μετασχηματισμό, η χώρα δεν θα μπορέσει να κυβερνηθεί αποτελεσματικά και αξιόπιστα, όπως οι συνθήκες και οι περιστάσεις επιβάλλουν.
Και το ερώτημα που τίθεται είναι αν η χώρα θα μπορέσει να αντιμετωπίσει ταυτόχρονα τόσο την πολιτική, όσο και οικονομική κρίση; Ή αν συνδυαζόμενες οι δυο κρίσεις θα οδηγήσουν νομοτελειακά, όπως ορισμένοι προεξοφλούν, σε οικονομική καταστροφή και εθνική υποχώρηση.