Ο κ. Στέφανος Μάνος προσέφυγε στο Συμβούλιο της Επικρατείας αιτούμενος δικαιότερη κατανομή του τηλεοπτικού χρόνου. Δικανικές σαχλαμάρες. Αν ήθελε ανεξάντλητη τηλεοπτική κάλυψη έπρεπε να βάλει στο Επικρατείας τον Σάκη Ρουβά και τον Νίκο Χατζηνικολάου. Έτσι πάνε αυτά. Με τους πετυχημένους επαγγελματίες, τους εκπροσώπους νεανικής παραγωγικότητας και τους αυτοδημιούργητους που μάζεψε για υποψήφιους δεν θα δει προκοπή στο γυαλί. Και ασφαλώς το «πρόγραμμα» δεν έχει καμία σημασία για τα περισσότερα μέσα ενημέρωσης: υπάρχει μεγάλη ανοχή στην ασάφεια.
Το αίτημα για μεγαλύτερη προβολή ικανοποιήθηκε, εντούτοις δεν υπάρχει τρόπος να αντικρούσει ο κ. Μάνος τη μυθολογία που περιβάλλει το πρόσωπό του και αφορά την αστική καταγωγή και την επαγγελματική του επάρκεια. Τον παρουσιάζουν ως παιδί βιομηχάνων που φούνταρε τη μητρική επιχείρηση, την Αλλατίνη. Εμφανίζεται λοιπόν στην ελληνική κοινωνία το εξής παράδοξο: να εξανίστανται όλοι όταν κάποιος δέχεται επίθεση για τη λαϊκή του προέλευση («ο γιος του αγωγιάτη») αλλά να θεωρείται λογική η απαξίωση όσων έτυχε να γεννηθούν ευκατάστατοι.
Και μια μικρή σημείωση αποκατάστασης της αλήθειας: όταν το 1977 ο κ. Μάνος άφησε τα μπισκότα για να πολιτευτεί δεν το έκανε επειδή είχε πτωχεύσει. Άλλωστε τα προβλήματα που εμφανίστηκαν μετά την αποχώρησή του από την εταιρεία συνδέονται με την επιβολή της διατίμησης σε ορισμένα προϊόντα.
Ένα άλλο χαρακτηριστικό που αποδίδεται στον αρχηγό της Δράσης είναι η αστάθεια. Πάει από το ένα κόμμα στο άλλο. Δεν θα τον υπερασπιστούμε. Θα προτιμήσουμε την ξερή παράθεση ενδεικτικών γεγονότων:
1998. ΠαΣοΚ στην εξουσία, Μάνος στη Νέα Δημοκρατία. Ο υπουργός Οικονομίας κ. Γιάννος Παπαντωνίου φέρνει στη Βουλή ρύθμιση που προβλέπει την αλλαγή των γενικών κανονισμών προσωπικού στις ζημιογόνες δημόσιες επιχειρήσεις. Εν ολίγοις να κοπούν οι ψεύτικες υπερωρίες, τα παράλογα μπόνους και οι μισθολογικές ακρότητες. Έξι βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας απέχουν από την ψηφοφορία. Δεν θέλουν να καταψηφίσουν. Διαγράφονται. Ανάμεσά τους ο κ. Μάνος.
2005. Νέα Δημοκρατία στην κυβέρνηση, Μάνος στο ΠαΣοΚ. Ο υπουργός Οικονομικών κ. Γιώργος Αλογοσκούφης φέρνει στη Βουλή νομοσχέδιο για τις ΔΕΚΟ που περιλαμβάνει αυτούσια την προαναφερθείσα ρύθμιση Παπαντωνίου. Αυτό που η Νέα Δημοκρατία είχε καταψηφίσει ως αντιπολίτευση το φέρνει στη Βουλή για να ψηφιστεί ως δικός της νόμος. Ο αντιπολιτευόμενος κ. Μάνος ψηφίζει υπέρ.
Η διαγραφή του κ. Μάνου από τον «μικρό Καραμανλή» όπως τον αποκαλεί δεν ήταν η πρώτη από τη Νέα Δημοκρατία. Είχε διαγραφεί και από τον Ευάγγελο Αβέρωφ. Ρωτήσαμε πολιτευτή του περιβάλλοντος Αβέρωφ λεπτομέρειες για εκείνη την πρώτη απομάκρυνση από το κόμμα. Η απάντηση είναι ενδεικτική της συμπάθειας της οποίας χαίρει ο κ. Μάνος: «Δεν θυμάμαι ότι διαγράφηκε, πώς είναι δυνατόν να θυμάμαι τον λόγο της διαγραφής; Να το γράψετε αυτό, ότι δεν τον θυμόμαστε καν».
Ο αρχηγός της Δράσης έχει επίγνωση των αισθημάτων που δημιουργούσε στους πολιτικούς συναδέλφους του. Στο βιβλίο του «Αντιστρουθοκαμηλικά» (Η Καθημερινή, 2010) αναφέρεται στην πρώτη υπουργική θητεία του: «Καινούργιος και πολιτικά άπειρος όπως ήμουνα, δεχόμουνα από τους συναδέλφους μου ατέλειωτες πιέσεις για πολεοδομικές ρυθμίσεις που ενδιέφεραν τους ψηφοφόρους τους. Τις αντιμετώπιζα με ψυχρότητα και καμιά φορά με αδικαιολόγητη περιφρόνηση. Δεν μπορούσα να καταλάβω πώς τόσοι άνθρωποι ήθελαν τόσα πολλά σε βάρος του γενικού συμφέροντος. Ανυποχώρητος, γεμάτος αυτοπεποίθηση για την ορθότητα των επιλογών μου, προχωρούσα σε συγκλονιστικές αλλαγές στο νομοθετικό περιβάλλον της πολεοδομίας. Όταν όμως ανέλαβε ο Γ. Ράλλης πρωθυπουργός μού είπε: κύριε Μάνο, η Νέα Δημοκρατία δεν σας αντέχει άλλο σε αυτό το υπουργείο».
Συνοψίζοντας: ο κ. Στέφανος Μάνος λέει τα ίδια πράγματα από την πρώτη ημέρα που πολιτεύτηκε: μικρότερο κράτος, διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας, εκποίηση της κρατικής περιουσίας. Η αλήθεια είναι ότι δεν τα λέει ωραία ή για να είμαστε ακριβείς τα λέει χοντροκομμένα («να απολυθούν 400.000 δημόσιοι υπάλληλοι»). Στη Δημοκρατία ο ψηφοφόρος έχει κάθε δικαίωμα να επιλέξει τα ωραία λόγια.