Ο Ανδρέας Παπανδρέου ωστόσο αναγνώρισε το πρόβλημα και αντέδρασε γρήγορα. Αντικατέστησε τον Γεράσιμο Αρσένη με τον Κώστα Σημίτη και ζήτησε από τον νέο υπουργό Οικονομίας να αρχίσει τις διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους. Η Κομισιόν, προκειμένου να δανείσει την Ελλάδα με περίπου 2 δισ. ευρώ, απαίτησε την εφαρμογή ενός σκληρού προγράμματος σταθεροποίησης τριετούς διάρκειας. Ο νέος υπουργός εργάστηκε με τους επιτελείς του και έπειτα από τρεις μήνες επεξεργασίας και διαπραγματεύσεων με τους Κοινοτικούς παρουσίασε ένα πακέτο σκληρών μέτρων το οποίο στηριζόταν στην αρχή «καταναλώνουμε περισσότερα απ’ όσα παράγουμε».
Σε συνθήκες υψηλού πληθωρισμού αποφάσισε υποτίμηση της δραχμής και επέβαλε με πράξη νομοθετικού περιεχομένου τριετές πάγωμα μισθών στον δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Ταυτόχρονα επέβαλε μέτρα ελέγχου των εισαγωγών και πλήθος άλλα.
Ο Ανδρέας Παπανδρέου τότε ήλθε για πρώτη φορά σε ρήξη με τις σοσιαλιστικές αρχές που ο ίδιος είχε διακηρύξει και άρχισε να συμφιλιώνεται με τη φιλελεύθερη εκδοχή των πραγμάτων. Τότε λοιπόν ξεσηκώθηκαν οι πάντες. Τα συνδικάτα, ο κόσμος που άλλα προσδοκούσε, το ίδιο το κόμμα και τα στελέχη του. Για δυο χρόνια απεργίες και διαδηλώσεις ήταν στην ημερησία διάταξη. Με τον καιρό η λιτότητα απορροφήθηκε, οι αγορές άρχισαν να ελευθερώνονται, ευκαιρίες εμφανίστηκαν, η Ελλάδα ξαναμπήκε στον χάρτη των επενδύσεων, μια καινούργια αρχή έγινε εν μέσω αντιδράσεων και συγκρούσεων. Και αν ο Ανδρέας Παπανδρέου δεν πρόδιδε τα Χριστούγεννα του 1987 το πρόγραμμα σταθεροποίησης και δεν παραβίαζε τις αρχές της δημοσιονομικής σταθερότητας, η πρόοδος θα ήταν πιο στέρεη και η χώρα θα είχε δημιουργήσει σταθερές βάσεις. Ας όψεται ο λαϊκισμός και το πολιτικό κόστος που ενυπάρχει εντός του ελληνικού πολιτικού συστήματος.
Τηρουμένων των αναλογιών, η σημερινή κρίση και η διαχείρισή της έχουν κοινά στοιχεία και χαρακτηριστικά. Με τη διαφορά ότι ο Γιώργος Παπανδρέου δεν είχε την κατανόηση του προβλήματος που εκλήθη να αντιμετωπίσει ούτε μπόρεσε να καταλήξει ποτέ σε μια στέρεη επιλογή για την αντιμετώπιση της κατάστασης. Πήγαινε και ερχόταν συνεχώς, ασταθής όπως είναι. Το ίδιο συμβαίνει και με τους περισσότερους της ελληνικής πολιτικής. Και τώρα που βρέθηκε ένας κύκλος ικανός να διαχειριστεί αποτελεσματικά την κρίση, δεν τον αφήνουν, του θέτουν εμπόδια ακόμη και την ώρα της ύστατης διαπραγμάτευσης.
Του λένε ότι δήθεν δεν διαπραγματεύεται, ότι δεν κάνει αυτά που πρέπει και άλλα απίθανα. Οπως όμως και το 1985, υπάρχει μέθοδος και βεβαίως ελπίδα αναγέννησης. Αρκεί να υπηρετηθεί με συνέπεια και σταθερότητα. Η χώρα έχει δυνάμεις και ευκαιρίες. Ακόμη και τώρα μπορεί να σηκωθεί από το χείλος της αβύσσου. Πίστη χρειάζεται και δουλειά οργανωμένη. Τα άλλα είναι για τις μοιρολογίστρες και τους μαυραγορίτες.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ