Το Βήμα, The New York Times
Ο Μιτς Ντάνιελς, ο πρώην επικεφαλής προϋπολογισμού του Μπους που τώρα είναι κυβερνήτης της Ιντιάνα, απάντησε εκ μέρους των Ρεπουμπλικάνων στην ομιλία για την Κατάσταση του Έθνους του προέδρου Ομπάμα. Η απόδοσή του ήταν, λοιπόν, βαρετή. Αλλά είπε κάτι που έδωσε τροφή για σκέψη – και εννοώ με τον χειρότερο τρόπο.
Γιατί ο κ. Ντάνιελς προσπάθησε να τυλίξει το κόμμα του με τον μανδύα του μακαρίτη Στιβ Τζομπς, τον οποίο παρουσίασε ως έναν μεγάλο δημιουργό θέσεων εργασίας – κάτι που ο Τζομπς σίγουρα δεν ήταν. Και αν αναρωτηθούμε γιατί η Apple έχει δημιουργήσει τόσες λίγες θέσεις εργασίας για τους Αμερικανούς, παίρνουμε μία γεύση από όλα αυτά που είναι λάθος στην ιδεολογία που δεσπόζει σήμερα στην πολιτική ζωή της χώρας.
Ο κ. Ντάνιελς επέπληξε πρώτα τον πρόεδρο για τη «διαρκή υποτίμηση του επιχειρηματικού κόσμου», κάτι που συμβαίνει να είναι κατασκεύασμα φαντασίας. Ο κ. Ομπάμα ποτέ δεν έκανε κάτι τέτοιο. Συνέχισε: «Ο εκλιπών Στιβ Τζομπς – πόσο κατάλληλο το όνομα – δημιούργησε περισσότερες θέσεις εργασίας από όλα τα δολάρια που ο πρόεδρος δανείστηκε και σπατάλησε».
Εμφανώς, ο κ. Ντάνιελς δεν έχει μέλλον στη βιομηχανία του χιούμορ. Αλλά όλοι όσοι διαβάζουν τους New York Times γνωρίζουν ότι ο ισχυρισμός του για δημιουργία θέσεων εργασίας είναι εντελώς λάθος: η Apple απασχολεί πολύ λίγους ανθρώπους σε αυτή τη χώρα.
Ένα δημοσίευμα στους Times την περασμένη Κυριακή αποκάλυψε την αλήθεια. Αν και η Apple είναι τώρα η μεγαλύτερη αμερικανική επιχείρηση, απασχολεί μόνο 43.000 ανθρώπους στις Ηνωμένες Πολιτείες, το ένα δέκατο από όσους απασχολούσε η General Motors όταν ήταν η μεγαλύτερη αμερικανική εταιρεία.
Η Apple, φυσικά, απασχολεί εμμέσως περίπου 700.000 ανθρώπους στους διάφορους προμηθευτές της. Δυστυχώς, σχεδόν κανείς από αυτούς τους ανθρώπους δεν είναι στην Αμερική. Γιατί η Apple παράγει τα προϊόντα της στο εξωτερικό και κυρίως στην Κίνα; Όπως εξηγεί το άρθρο δεν είναι μόνο το φθηνό εργατικό κόστος.
Η Κίνα έχει και άλλα μεγάλα πλεονεκτήματα, όπως το ότι το μεγαλύτερο μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας βρίσκεται ήδη εκεί. Ένα πρώην στέλεχος εξήγησε: «Χρειάζεσαι χίλιες τσιμούχες; Στο εργοστάσιο ακριβώς δίπλα. Χρειάζεσαι ένα εκατομμύριο βίδες; Στο εργοστάσιο στο δίπλα τετράγωνο». Το θέμα είναι ότι οι επιτυχημένες επιχειρήσεις – ή οι επιχειρήσεις που προσφέρουν στην οικονομία ενός κράτους – δεν υφίστανται σε απομόνωση. Η ευημερία τους εξαρτάται από τη συνεργία των επιχειρήσεων και όχι από την απομονωμένη επιχειρηματικότητα.
Αλλά στην παρούσα κοσμοθεωρία των Ρεπουμπλικάνων δεν υπάρχει χώρος για τέτοιες σκέψεις. Κατά την άποψή τους, όλα αφορούν έναν ηρωικό επιχειρηματία, τον Τζον Γκολτ, εννοώ έναν Στιβ Τζομπς τύπου «δημιουργό θέσεων εργασίας», που μοιράζει προνόμια σε εμάς τους υπόλοιπους και ο οποίος θα πρέπει, φυσικά, να ανταμείβεται με φορολογία χαμηλότερη από αυτή που πληρώνουν οι περισσότεροι εργαζόμενοι της μεσαίας τάξης.
Αυτή η άποψη εξηγεί και το γιατί οι Ρεπουμπλικάνοι αντιτάχθηκαν με τόσο σθένος στην πιο επιτυχημένη πολιτική πρωτοβουλία των τελευταίων χρόνων: τη διάσωση της αυτοκινητοβιομηχανίας. Η εν λόγω διάσωση – την οποία ο κ. Ντάνιελς αποκάλεσε «καπιταλισμό της ευνοιοκρατίας» – βασίστηκε κυρίως στην ιδέα ότι η επιβίωση οποιασδήποτε επιχείρησης στη βιομηχανία εξαρτάτο από την επιβίωση της ευρύτερης βιομηχανίας που δημιουργούσε η συνεργία των παραγωγών και κατασκευαστών στην αμερικανική βιομηχανική ενδοχώρα.
Αν η G.M ή η Chrysler αφήνονταν στη τύχη τους, θα συμπαρέσυραν και μεγάλο μέρος της εφοδιαστικής αλυσίδας – και η Ford θα τις ακολουθούσε. Ευτυχώς η κυβέρνηση Ομπάμα δεν το επέτρεψε αυτό και το ποσοστό ανεργίας στο Μίτσιγκαν, που έφθασε το 14,1% τη στιγμή που εφαρμοζόταν η διάσωση, τώρα έχει πέσει στο (κακό αλλά πολύ καλύτερο) 9,3%. Και η ομιλία του κ. Ομπάμα για την Κατάσταση του Έθνους μπορεί να μεταφραστεί ως μία προσπάθεια ευρύτερης εφαρμογής των μαθημάτων αυτής της επιτυχίας.
Έτσι πρέπει να είμαστε ευγνώμονες στον κ. Ντάνιελς για τα σχόλια που έκανε τη Τρίτη. Τα στοιχεία του ήταν λάθος, αλλά χωρίς να το θέλει, κατάφερε να υπογραμμίσει μία σημαντική φιλοσοφική διαφορά μεταξύ των δύο κομμάτων. Η μία πλευρά πιστεύει ότι οι οικονομίες πετυχαίνουν αποκλειστικά εξαιτίας των ηρωικών επιχειρηματιών, η άλλη δεν έχει τίποτε εναντίον των επιχειρηματιών, αλλά πιστεύει ότι οι επιχειρηματίες χρειάζονται ένα υποστηρικτικό περιβάλλον, και ότι μερικές φορές η κυβέρνηση πρέπει να συμβάλει στη δημιουργία ή στη διατήρηση αυτού του υποστηρικτικού περιβάλλοντος. Και η άποψη ότι χρειάζεται κάτι περισσότερο από έναν επιχειρηματικό ήρωα είναι αυτή που ταιριάζει με τα γεγονότα.