Η οικονοµική κρίση έβαλε την Ευρωπαϊκή Ενωση στην πιο δύσκολη δοκιµασία που είχε ποτέ από τότε που ιδρύθηκε. Παρά τις εντατικές προσπάθειες, δεν έχουµε ακόµη επιτύχει να κερδίσουµε εκ νέου την εµπιστοσύνη των αγορών. Μάλιστα σε πολλές χώρες έχει υποστεί πλήγµα και η εµπιστοσύνη των πολιτών για το ευρωπαϊκό σχέδιο. Πολλά κράτη-µέλη αναγκάστηκαν να απαιτήσουν από τους πολίτες τους την αποδοχή θεµελιωδών και επώδυνων τοµών. Εµείς οι Γερµανοί τα παρακολουθήσαµε αυτά µε σεβασµό.

Τρέφω µεγάλη εκτίµηση για το θάρρος και την αποφασιστικότητα πολλών κυβερνήσεων να εφαρµόσουν µη δηµοφιλή προγράµµατα µεταρρυθµίσεων. Και η οµοσπονδιακή κυβέρνηση δροµολόγησε ήδη πέρσι το µεγαλύτερο πακέτο µέτρων λιτότητας στην ιστορία της Οµοσπονδιακής ∆ηµοκρατίας της Γερµανίας. Είχαµε δεχθεί µεγάλη κριτική γι’ αυτό.

Οπως βλέπει κανείς σήµερα, ήταν όµως φρόνιµο. Η κρίση φανέρωσε ότι η ανταγωνιστικότητα στην ευρωζώνη παρουσιάζει µεγάλες παρεκκλίσεις. Μερικές χώρες οδηγήθηκαν µε τα ιστορικά χαµηλά επιτόκια µετά την εισαγωγή του ευρώ σε µοιραίες αρνητικές εξελίξεις: τα δάνεια λαµβάνονταν µε µεγάλη επιπολαιότητα, ο κρατικός µηχανισµός διογκώθηκε υπερβολικά, παραµελήθηκαν οι επενδύσεις και οι κλάδοι µε µέλλον, υπήρξε ανεπαρκής επιτήρηση και έλεγχος των τραπεζών και των χρηµαταγορών.

Για πολύ καιρό καλύπτονταν αυτά τα προβλήµατα. Τώρα βλέπουµε ότι αυτό δεν µπορεί να συνεχιστεί. Και µάθαµε το εξής: µια κοινή χρηµατική και νοµισµατική πολιτική δεν µπορεί να διαρκέσει χωρίς να υπάρχει µια αυστηρά συντονισµένη οικονοµική και δηµοσιονοµική πολιτική.

Quo vadis, Ευρώπη;

Πρώτον, άµεση διαχείριση της κρίσης: πρέπει να εφαρµόσουµε το συντοµότερο δυνατόν τις αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συµβουλίου. Φτιάχνουµε οικονοµικούς µηχανισµούς διάσωσης και τους εξοπλίζουµε έτσι ώστε να είναι όσο γίνεται πιο ισχυροί. Ετσι µπορούµε να προστατεύσουµε κράτη και τράπεζες από τον κίνδυνο της εξάπλωσης. Η Γερµανία είναι αλληλέγγυα και στέκεται µε ζήλο στο πλευρό των εταίρων της – µε την ευρεία συναίνεση του κοινοβουλίου της. Ολα αυτά είναι απαραίτητα για την επιστροφή σε µια οικονοµική δυναµική παντού στην Ευρώπη, εν τούτοις δεν αρκούν µόνο αυτά. Είναι αναγκαία η γρήγορη εφαρµογή προγραµµάτων λιτότητας και µεταρρυθµίσεων σε εθνικό επίπεδο, τα οποία να οδηγούν σε µια αξιόπιστη και µόνιµη µείωση των χρεών.

Δεύτερον, η ανταγωνιστική ικανότητα είναι το κλειδί για τη νέα δυναµική ανάπτυξης. Η ΕΕ έδωσε µια σηµαντική κατεύθυνση µε τη στρατηγική «Ευρώπη 2020». Με το Σύµφω νο για το Ευρώ+ υπάρχει επίσης συντονισµός των εκάστοτε εθνικών µέτρων για τη φορολογική πολιτική και την πολιτική απασχόλησης σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Θέλουµε να αναπτύξουµε την εσωτερική αγορά. Αλλά και εδώ ισχύει το εξής: η Ευρώπη καθορίζει το πλαίσιο. Είναι αποφασιστικής σηµασίας να υποβάλουν όλοι τις ιδέες και τη δηµιουργικότητά τους. Μόνο έτσι µπορούµε να εκµεταλλευτούµε απόλυτα τις µεγάλες κοινές µας δυνατότητες και να ετοιµάσουµε το έδαφος για νέα δυναµική και διατηρήσιµη ανάπτυξη.

Τρίτον, η όξυνση των µέτρων σταθερότητας δείχνει προς τη σωστή κατεύθυνση. ∆εν αρκεί όµως. Η διαρκής έλλειψη εµπιστοσύνης φαίνεται από τους συνεχώς αυξανόµενους τόκους για τα δάνεια µερικών χωρών της ευρωζώνης. Θα πρέπει λοιπόν να προχωρήσουµε και να εξελίξουµε την Οικονοµική και Νοµισµατική Ενωση σε µια πραγµατική ένωση σταθερότητας. Μόνο έτσι θα αποτρέψουµε µια για πάντα τις αρνητικές εξελίξεις του παρελθόντος. Αυτό δεν θα είναι δυνατό χωρίς στενά περιορισµένες αλλαγές της Συνθήκης για την Ευρωπαϊκή Ενωση. Αυτό που χρειάζεται είναι προπάντων αυτόµατες κυρώσεις κατά την παράβαση των κανονισµών σταθερότητας, οι οποίες να µπορούν να συµπληρώνονται µέσω ενός δικαιώµατος αγωγής στο Ευρωπαϊκό ∆ικαστήριο σε περίπτωση επανειληµµένης µη τήρησής τους.

∆εν έχουµε χρόνο για χάσιµο, χρειαζόµαστε στο επόµενο Ευρωπαϊκό Συµβούλιο µια πολιτική συµφωνία. Σε αυτή τη βάση θα µπορούσε να συνέλθει µια συνέλευση την άνοιξη του 2012 η οποία θα εκπονήσει γρήγορα, µε µια τόσο χρονικά όσο και στο περιεχόµενό της στενά περιορισµένη εντολή, σαφείς κανονισµούς σταθερότητας. Και αυτοί οι νέοι κανονισµοί θα ισχύουν µόνο για τις χώρες της ευρωζώνης. Ωστόσο είναι σηµαντικό να µην έχουν αποκλειστικό χαρακτήρα, δηλαδή, να διαµορφωθούν « από τους 27». Σκοπός είναι να αποφευχθεί µια διάσπαση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.

Για εµάς τους Γερµανούς ο ευρωπαϊκός προσανατολισµός είναι και παραµένει το θεµέλιο της πολιτικής µας. Η ΕΕ έχει ανάγκη από επίκαιρες λύσεις για να διατηρήσει το µοντέλο ζωής µας που είναι µοναδικό σε ελευθερία, κοινωνική δικαιοσύνη και πολιτιστική πολυµορφία. Η επίτευξη αυτού του στόχου είναι κοινή ευθύνη όλων των κρατών-µελών. Καθένας έχει την ισότιµη θέση του στην Ευρώπη και το δικαίωµα, ή µάλλον την υποχρέωση, να συµµετέχει µε τις ιδέες του δραστήρια και δηµιουργικά. Οπου αυτό είναι σκόπιµο θα πρέπει να κάνουµε χρήση της κοινοτικής µεθόδου και να την αναπτύξουµε· δίνει σε όλους θέση και φωνή στο τραπέζι και έχει αποκτήσει την εµπιστοσύνη των Ευρωπαίων.

Το κοινό µας νόµισµα είναι ένα πρόγραµµα του οποίου η σηµασία για την Ευρώπη είναι ανεκτίµητη. Το ευρώ είναι σεβαστό παγκοσµίως. Η σηµασία του ως διεθνούς αποθεµατικού νοµίσµατος αυξάνεται συνεχώς, ανεξάρτητα από τις πρόσφατες αναταραχές. Θεµελιώνει έτσι επίσης και την αξίωσή µας για συµµετοχή στη διαµόρφωση της παγκοσµιοποίησης. Ενα είναι σίγουρο: µόνο από κοινού θα καταφέρουµε εµείς οι Ευρωπαίοι να αναµετρηθούµε µέσα στον παγκοσµιοποιηµένο ανταγωνισµό µε τις καινούργιες δυνάµεις.

Εµείς οι Ευρωπαίοι τα καταφέρναµε πάντα να εξερχόµαστε ενδυναµωµένοι από κρίσεις και να προωθούµε το σχέδιο που λέµε Ευρώπη. Θα το καταφέρουµε και αυτή τη φορά αν κάνουµε ένα θαρραλέο βήµα από κοινού και µε αποφασιστικότητα προς την ολοκλήρωση. Η περαιτέρω εξέλιξη των συµφωνιών βέβαια δεν θα είναι ένας απλός περίπατος· είναι εν τούτοις ο µοναδικός δρόµος που θα µας οδηγήσει σε µια ένωση της σταθερότητας και της ανάπτυξης.

Ο κ. Γκίντο Βεστερβέλε είναι υπουργός Εξωτερικών της Γερμανίας.