ΤΟ ΒΗΜΑ – The New York Times
Υπάρχει μια λέξη που την ακούω συνεχώς τις τελευταίες ημέρες: «τεχνοκράτης». Μερικές φορές την χρησιμοποιούν περιφρονητικά – οι δημιουργοί του ευρώ, μας λένε, ήταν τεχνοκράτες που απέτυχαν να λάβουν υπ’ όψιν ανθρώπινους και πολιτισμικούς παράγοντες. Αλλες φορές την χρησιμοποιούν εγκωμιαστικά: οι άρτι ορκισθέντες πρωθυπουργοί της Ελλάδας και της Ιταλίας περιγράφονται ως τεχνοκράτες που θα αρθούν υπεράνω της πολιτικής και θα κάνουν ό,τι πρέπει να γίνει.
Αλλά αυτοί οι άνθρωποι – αυτοί που εξαναγκάζουν τόσο την Ευρώπη όσο και τις ΗΠΑ σε λιτότητα – δεν είναι τεχνοκράτες. Αντιθέτως, είναι βαθιά ρομαντικοί και καθόλου πρακτικοί.
Ανήκουν, βεβαίως, σε ένα ιδιαίτερο είδος βαρετών ρομαντικών, και όσα απαιτούν στο όνομα των ρομαντικών οραμάτων τους είναι συχνά απάνθρωπα: τεράστιες θυσίες από τους εργαζομένους και τις οικογένειες. Το γεγονός ότι αυτά τα οράματά τους βασίζονται σε απατηλά όνειρα για το πώς θα έπρεπε να είναι η κατάσταση, παρά σε ψύχραιμες εκτιμήσεις για το πώς είναι στην πραγματικότητα.
Για να σώσουμε την παγκόσμια οικονομία πρέπει να ανατρέψουμε αυτούς τους επικίνδυνους ρομαντικούς από τα βάθρα τους.
Με θλίψη λέω ότι τα πράγματα δεν ήρθαν όπως τα είχαν υποσχεθεί οι «τεχνοκράτες» και οι ελίτ της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Αλλά αντί να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα, αυτοί οι υποτιθέμενοι τεχνοκράτες απλώς επέμεναν ότι η Ελλάδα, παραδείγματος χάριν, θα μπορούσε να αποφύγει την χρεοκοπία μέσω άγριας λιτότητας, την ώρα που όποιος έκανε στην πραγματικότητα την αριθμητική ήξερε ότι αυτό δεν ισχύει.
Επιτρέψτε μου να αναφέρω ειδικά την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), η οποία υποτίθεται ότι είναι ο απόλυτος τεχνοκρατικός θεσμός, και η οποία έχει εξόχως διακριθεί στο να καταφεύγει στη φαντασία ενώ τα πράγματα δεν πάνε καλά. Πέρυσι, για παράδειγμα, η ΕΚΤ επιβεβαίωσε την πίστη της στη νεράϊδα της εμπιστοσύνης – δηλ. στον ισχυρισμό ότι οι περικοπές στον προϋπολογισμό σε μια οικονομία σε ύφεση θα φέρουν ανάκαμψη. Παραδόξως, αυτό δεν συνέβη πουθενά.
Και τώρα, με την Ευρώπη σε κρίση – μια κρίση που δεν μπορεί να αναχαιτιστεί εκτός αν παρέμβει η ΕΚΤ για να σταματήσει τον φαύλο κύκλο της χρηματοπιστωτικής κατάρρευσης – οι ηγέτες της είναι ακόμη κολλημένοι στην ιδέα ότι η σταθερότητα των τιμών θεραπεύει όλα τα δεινά. Την περασμένη εβδομάδα, ο Μάριο Ντράγκι, ο νέος πρόεδρος της ΕΚΤ, διακήρυξε ότι «η σταθεροποίηση των προσδοκιών για τον πληθωρισμό» είναι «η μεγαλύτερη συνεισφορά που μπορούμε να κάνουμε υπέρ της βιώσιμης ανάπτυξης, της δημιουργίας θέσεων εργασίας και της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας».
Αυτός είναι ένας εντελώς φανταστικός ισχυρισμός, σε μια εποχή που ο προβλεπόμενος πληθωρισμός στην Ευρώπη είναι, στην πραγματικότητα, πολύ χαμηλός, και αυτό που συγκλονίζει τις αγορές είναι ο φόβος για μια λίγο ή πολύ άμεση χρηματοπιστωτική κατάρρευση. Και μοιάζει περισσότερο με θρησκευτική διακήρυξη παρά με τεχνοκρατική εκτίμηση.
Για να είμαστε σαφείς, όλα αυτά δεν είναι αντι-ευρωπαϊκές μεγαλοστομίες, από τη στιγμή που εμείς στις ΗΠΑ έχουμε τους δικούς μας ψευδο-τεχνοκράτες, οι οποίοι διαστρεβλώνουν την πολιτική συζήτηση. Μη κομματικές, υποτίθεται, ομάδες «ειδικών», όπως η Επιτροπή για έναν Υπεύθυνο Ομοσπονδιακό Προϋπολογισμό κ.ά., έχουν σημειώσει μεγάλη επιτυχία στο να στρέψουν το επίκεντρο της συζήτησης περί οικονομικής πολιτικής από την ανεργία στα ελλείμματα.
Πραγματικοί τεχνοκράτες θα είχαν ρωτήσει γιατί να έχει νόημα κάτι τέτοιο, σε μια περίοδο όπου το ποσοστό της ανεργίας είναι 9% στις ΗΠΑ και το επιτόκιο δανεισμού για την εξυπηρέτηση του αμερικανικού χρέους είναι μόλις 2%. Αλλά όπως και η ΕΚΤ, οι φωνακλάδες μας περί τα δημοσιονομικά έχουν την δική τους άποψη για το τί έχει σημασία, και επιμένουν σε αυτή την άποψη ό,τι και αν λένε τα στοιχεία.
Είμαι, λοιπόν, εναντίον των τεχνοκρατών; Κάθε άλλο. Μου αρέσουν οι τεχνοκράτες, είναι φίλοι μου. Και έχουμε ανάγκη από τεχνική εμπειρογνωμοσύνη για να αντιμετωπίσουμε τα οικονομικά δεινά μας. Αλλά η δημόσια συζήτηση διαστρεβλώνεται άσχημα από ανθρώπους με ιδεολογική προσέγγιση και από όσους σκέπτονται με ευσεβείς πόθους – από βαρετούς, απάνθρωπους ρομαντικούς – οι οποίοι υποκρίνονται ότι είναι τεχνοκράτες. Και έφτασε η ώρα να διαλύσουμε τις αβάσιμες αξιώσεις τους.