Ο Καπανεύς* είναι προ των πυλών. Θεόρατος, Γιγαντομούρης, Βίαιος, Σταχτύς με τον δαυλό στο χέρι. Είναι έτοιμος να μπει στην πόλη. Ο σκοπός του ίδιος με το φόβο του «Πρήσω πόλιν», να κάψει την Πόλιν.
Ο σημερινός Καπανεύς δεν χρειάζεται να καταλάβει τα τείχη της πόλης. Η πόλη έχει παραδοθεί αμαχητί. Η κερκόπορτα είναι δεκαετίες τώρα ανοιχτή. Οι άρχοντες παραδίνουν τώρα και τα κλειδιά. Αλλά για να ολοκληρωθεί το κακό, πράγμα μοναδικό στην ιστορία των πτωχευμένων λαών, πρέπει να γελοιοποιηθεί και ο λαός της. Οι άρχοντες μαζί με τα κλειδιά κατηγορούν τους συμπολίτες τους για τεμπελιά, αχρηστοσύνη, διαφθορά. Ο εξανδραποδισμός είναι παγκόσμιος.
Όλοι οι Έλληνες πλέον, εκτός των αρχόντων είναι διεφθαρμένοι, τεμπέληδες, αχρείοι, μπουζουκόβιοι και καφενόβιοι. «Όλα μαζί τα φάγαμε» δηλώνουν ανερυθρίαστα.
Αλλά και αυτό ακόμη δεν τους φθάνει. Θέλουν να τσακίσουν οποιονδήποτε τους αντιστέκεται. Θέλουν τους φτωχούς φτωχότερους και τους πλούσιους πλουσιότερους. Θα καταστρέψουμε, φωνάζουν, την «Τρίτη τάξη».
Εξαφανίστε τους γιατρούς, τους δικηγόρους, τους πολιτικούς μηχανικούς, τους καταστηματάρχες, τους υπαλλήλους.
Μέσα στον καταστροφικό δημαγωγικό τους οίστρο, γενικεύουν. Φακελάκια όλοι οι γιατροί, διεφθαρμένοι οι δικηγόροι, μιζαδόροι οι κατασκευαστές, άχρηστοι και λουφαδόροι οι δημόσιοι υπάλληλοι. Ξέρουν όμως αυτοί καλά. Σε κάποια Επιδαύρια έξοδό τους θα έχουν ακούσει από το στόμα του Ευριπίδη «Γιατί υπάρχουν τρεις μερίδες πολιτών. Οι πλούσιοι και ανώφελοι, που πάντοτε λαχταρούν πιο πολλά, οι φτωχοί, που μόλις έχουν τα προς το ζην είναι επίφοβοι… παρασυρμένοι από τα λόγια πονηρών δημαγωγών. Από τις τρεις, η μεσαία μερίδα σώζει τις πόλεις, διαφυλάσσοντας όποια η πόλη ορίσει έννομη τάξη»**.
Ξέρουν όμως αυτοί καλά. Δεν είναι αδιάβαστοι, απλώς διεφθαρμένοι.
Κάθε πόλη γενικά αποτελείται από τρία μέρη, από τους πολύ εύπορους, από τους άπορους και από τους τρίτους που βρίσκονται στη μέση αυτών των δύο.
… Ο άνθρωπος ο υπερβολικά ωραίος ή ισχυρός ή ευγενικής καταγωγής ή πλούσιος ή το αντίθετο, δηλαδή ο υπερβολικά φτωχός ή ανίσχυρος ή ταπεινής καταγωγής, είναι δύσκολο να ακολουθήσει τη λογική. Γιατί οι πρώτοι γίνονται αλαζόνες και μεγαλοαπατεώνες μάλλον και οι δεύτεροι κακοποιοί και μικροαπατεώνες κυρίως… Πρόσθετα οι ευνοημένοι με υπερβολικά δώρα της τύχης, δύναμη, πλούτο, φίλους και άλλα παρόμοια, ούτε ανέχονται ούτε γνωρίζουν να υπακούν στην εξουσία… Αντίθετα οι υπερβολικά φτωχοί είναι πολύ δουλοπρεπείς. Συνεπώς αυτοί δεν γνωρίζουν να εξουσιάζουν, αλλά να εξουσιάζονται ως δούλοι από δεσποτική αρχή… Έτσι διαμορφώνεται μια πόλη δούλων και δεσποτών αλλά όχι ελεύθερων ανθρώπων, όπου άλλοι φθονούν και άλλοι περιφρονούν. Ακόμη οι πολίτες της μέσης τάξης έχουν τη μεγαλύτερη ασφάλεια στις πόλεις, γιατί ούτε επιθυμούν τα ξένα αγαθά, όπως οι φτωχοί, ούτε άλλοι τα δικά τους, όπως οι φτωχοί ζηλεύουν τα αγαθά των πλουσίων. Έτσι ζουν χωρίς κινδύνους, γιατί ούτε υπονομεύονται ούτε υπονομεύουν***. Από αυτά δικαιώνεται η ευχή του Φωκυλίδη: «Οι μέσοι έχουν πολλά άριστα πράγματα. Θέλω να ανήκω στους μέσους».
Ο Δίας όμως είναι έτοιμος να επέμβει. Δεν θα ανεχθεί τον Καπανέα να κάψει την πόλη. Κι αυτός και η Ασπίδα του θα γίνουν παρανάλωμα της Θείας Δίκης, γιατί η αλαζονεία τιμωρείται και θα τιμωρηθεί ( «Οι μύλοι του Θεού αλέθουν αργά»).
*Καπανέας: ένας από τους Επτά επί Θήβας. Η ασπίδα του έφερε επιγραφή «Πρήσω πόλιν». Ο Δίας τον κεραυνοβόλησε και τον απανθράκωσε, γιατί διακήρυξε ότι θα κάψει την πόλη, είτε το θέλει ο Δίας είτε όχι.
**Ευριπίδης: Ικέτιδες 238-248. Θησέας
***Αριστοτέλης: Πολιτικά ΙV 1295α.