Ανασκοπώντας ιστορικά τις κρίσεις, οι χειρότερες και καταστρεπτικότερες συνέπειες δεν προέρχονται από τις αρχικές αιτίες που τις προκάλεσαν, αλλά από τις απρόβλεπτες διαδικασίες που αποδεσµεύουν και από τον επισφαλή τρόπο χειρισµού τους. Για αυτό και οι συνέπειες µιας κρίσης, ακόµη κι αν είναι γενικευµένη, διαφέρουν από τη µια κοινωνία στην άλλη. Σήµερα στην Ελλάδα ζούµε την παράγωγη αυτή κρίση. Οι πολιτικές ηγεσίες των δύο κοµµάτων εξουσίας συµπεριφέρονται ως Μαρίες Αντουανέτες. Λειτουργούν δηλαδή ετεροχρονισµένα, χωρίς να αντιλαµβάνονται τον ετεροχρονισµό. Η άσκηση πολιτικής στην Ελλάδα απαιτεί µια ιδιαίτερη τεχνογνωσία, δεξιότητες τακτικής, κάτι που οι παλαιοί πολιτικοί το γνωρίζουν πολύ καλά. Αλλά σε έκτακτες συνθήκες, οι τακτικισµοί καταλήγουν στη ρευστοποίηση των θεσµών, ανοίγοντας το κουτί της Πανδώρας. Το είχαµε δει και τον καιρό του Ανδρέα Παπανδρέου, σε λιγότερο επικίνδυνες ηµέρες από τις σηµερινές. Ωστόσο, σε αυτή τη ρευστοποίηση των θεσµών συµβάλλει τα µέγιστα και η σηµερινή ηγεσία της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η ίδια η Ευρωζώνη λειτουργεί µέσα σε ένα θεσµικό κενό και δεν χρειάζονται ιδιαίτερες ικανότητες να το αντιληφθεί κάποιος. Η δυναµική των αλλαγών είναι ισχυρότερη από οποιαδήποτε δυνατότητα αποκρυστάλλωσής τους σε θεσµούς και κανονικές διαδικασίες. Απλώς η επιλογή ανήκει στους ισχυρούς. Οι θεσµοί όµως επινοήθηκαν για να µετριάσουν την αυθαιρεσία και κυρίως για να συγκρατούν και να διοχετεύουν σε ειρηνικές διαδικασίες την κοινωνική σύγκρουση. Οποιος παίζει αυτή τη στιγµή µε τους θεσµούς, παίζει µε την έκλυση µιας ανεξέλεγκτης και µε άγνωστη έκβαση κοινωνικής σύγκρουσης, µε τη χειρότερη δυνατή συνέπεια της κρίσης.
Η προσφυγή στις εκλογές είναι αυτή τη στιγµή η πιο σαφής και η πιο σύµφωνη µε τη θεσµική λογική και την παράδοση της κοινοβουλευτικής δηµοκρατίας λύση. Ολα τα άλλα είναι «εν ου παικτοίς». Οποιοδήποτε κυβερνητικό σχήµα κοινής αποδοχής είναι συζήτηση για παντεσπάνι, τον καιρό που ψυχολογικά έχει κατεδαφιστεί η Βαστίλλη. Τα σηµερινά πολιτικά αδιέξοδα οφείλονται σε µια συγκεκριµένη πολιτική η οποία βύθισε την οικονοµία σε µια πολύ µεγαλύτερη κρίση και από τη στιγµή που αποφάσισε να τη θεραπεύσει έχει συρρικνώσει τη ζωή της πλειονότητας στο όριο επιβίωσης, έχει µεγεθύνει την αβεβαιότητα για το αύριο σε εφιάλτη και έχει δέσει τον ελληνικό λαό στο ικρίωµα τιµωρίας των ευρωπαϊκών πλατειών για ηθικό µαστίγωµα και εξευτελισµό. Τι θα συµβουλεύσει λοιπόν τον Σίσυφο που έχασε την υποµονή του και θύµωσε µία κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας; «Πάρε την πέτρα σου στον ώµο και πάλι από την αρχή», «Τόλµησε να υπερβείς τον εαυτό σου»;
Θα ρωτήσει κάποιος: «Θα χαράξει µια δι αφορετικήπολιτική τοαποτέλεσµα της προσφυγής στο εκλογικό σώµα;». Μήπως οι εκλογές γίνουν ένα καρναβάλι ψευδών υποσχέσεων; Ωστόσο, οποιουσδήποτε ενδοιασµούς κι αν έχει κάποιος, ακόµη κι αν αισθάνεται µε βεβαιότητα ότι επαληθεύεται, οι εκλογές είναι ο ακρογωνιαίος θεσµός του Πολιτεύµατος που δεν µπορεί να τεθεί υπό αίρεση από το αν µας αρέσει ή όχι το προβλεπόµενο αποτέλεσµά τους. ∆ιαφορετικά ανοίγεται η πύλη της εκτροπής, όπου η απάντηση, υπό τις σηµερινές συνθήκες αγανάκτησης, θα είναι «γαία πυρί µειχθήτω» και θα µας καταπιεί όλους. Βρισκόµαστε σε µια βαθιά κρίση. ∆εν είναι ούτε µοιραίο ούτε αναπότρεπτο να διανύσουµε και µια πορεία προς εµφυλιοπολεµικές καταστάσεις χάους.
Η ευθύνη δεν βρίσκεται µόνο στους αρχηγούς των δύο κοµµάτων εξουσίας, αλλά και στα στελέχη και στους βουλευτές τους. Σε συνθήκες αστάθειας, στον καθένα και στην καθεµία τους αντιστοιχεί αυξηµένη ευθύνη.
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ