TO BHMA – The New York Times
Μένει να δούμε αν οι διαδηλώσεις του κινήματος κατάληψης της Γουόλ Στριτ θα αλλάξουν την κατεύθυνση της Αμερικής. Και όμως, οι διαδηλώσεις έχουν ήδη προκαλέσει μια αξιοσημείωτα υστερική αντίδραση από την Γουόλ Στριτ, από τους υπερ-πλουσίους γενικώς, και από πολιτικούς και γκουρού που υπηρετούν αξιόπιστα τα συμφέροντα του πλουσιότερου εκατοστού του 1%.
Σκεφθείτε πρώτα πώς παρουσιάζουν οι ρεπουμπλικάνοι πολιτικοί τις μέτριες σε μέγεθος αν και αυξανόμενες διαδηλώσεις, κατά τις οποίες έγιναν κάποιες συγκρούσεις με την αστυνομία – συγκρούσεις στις οποίες παρατηρήθηκε κυρίως μια υπερβολική αντίδραση από την αστυνομία – αλλά δεν έγινε τίποτα που θα μπορούσαμε να το χαρακτηρίσουμε σαν ταραχές.
Παρ’ όλα αυτά, ο Ερικ Κάντορ, ο επικεφαλής της πλειοψηφίας στη Βουλή των Αντιπροσώπων, κατήγγειλε τον «όχλο» και την «αντιπαράθεση αμερικανών εναντίον αμερικανών». Οι υποψήφιοι πρόεδροι των Ρεπουμπλικάνων μπήκαν στο χορό, με τον Μιτ Ρόμνεϊ να κατηγορεί τους διαδηλωτές ότι κάνουν «πόλεμο των τάξεων», ενώ ο Χέρμαν Κέιν τους αποκαλεί «αντι-αμερικανούς». Ο αγαπημένος μου όμως είναι ο γερουσιαστής Πολ Ραντ, που για κάποιο λόγο ανησυχεί ότι οι διαδηλωτές θα αρχίσουν να κατάσχουν iPads, επειδή πιστεύουν ότι δεν αξίζει στους πλουσίους να τα έχουν.
Και αν ακούσετε τις ομιλούσες κεφαλές στο δίκτυο CNBC, θα μάθετε ότι οι διαδηλωτές «συντάσσονται με τον Λένιν».
Ο τρόπος για να τα κατανοήσετε όλα αυτά είναι να συνειδητοποιήσετε ότι είναι μέρος ενός ευρύτερου συνδρόμου, στο οποίο πλούσιοι Αμερικανοί που έχουν τεράστια κέρδη από ένα σύστημα διαστρεβλωμένο υπέρ τους αντιδρούν με υστερία σε όποιον λέει απλώς πόσο διαστρεβλωμένο είναι το σύστημα.
Πέρυσι, αν θυμάστε, κάποιοι από τους βαρώνους της χρηματοπιστωτικής βιομηχανίας εξαγριώθηκαν με τις πολύ ήπιες επικρίσεις του προέδρου Ομπάμα. Κατήγγειλαν ότι ο κ. Ομπάμα είναι σχεδόν σοσιαλιστής επειδή εγκρίνει το λεγόμενο σχέδιο Βόλκερ, που θα απαγόρευε απλώς σε τράπεζες που στηρίζονται από ομοσπονδιακές εγγυήσεις να εμπλέκονται σε κερδοσκοπία υψηλού ρίσκου.
Και όσο για την αντίδρασή τους στην πρόταση να κλείσουν οι τρύπες που επιτρέπουν σε μερικούς από αυτούς να πληρώνουν αξιοσημείωτα χαμηλούς φόρους – λοιπόν, ο Στίβεν Σουάρτσμαν, πρόεδρος του Ομίλου Blackstone, την συνέκρινε με την εισβολή του Χίτλερ στην Πολωνία.
Και μετά υπάρχει η εκστρατεία για τη συκοφαντική δυσφήμιση της Ελίζαμπεθ Γουόρεν, της μεταρρυθμιστού του χρηματοπιστωτικού συστήματος που είναι υποψήφια τώρα για την γερουσία στη Μασαχουσέτη. Αν ακούσεις τους αξιόπιστους απολογητές των πλουσίων, θα πιστέψεις ότι η κυρία Γουόρεν είναι η δευτέρα παρουσία του Τρότσκι. Κάποιοι λένε ότι έχει «ατζέντα κολεκτίβας», και άλλοι ότι πιστεύει πως «ο ατομικισμός είναι μια χίμαιρα».
Τί συμβαίνει εδώ; Η απάντηση, βέβαια, είναι ότι οι Κυρίαρχοι του Σύμπαντος της Γουόλ Στριτ συνειδητοποιούν, βαθιά μέσα τους, πόσο αδύνατον είναι να υπερασπιστούν ηθικώς την υπόθεσή τους. Αυτοί οι τύποι δεν είναι ο Στιβ Τζομπς.
Είναι άνθρωποι που πλούτισαν χειριζόμενοι περίπλοκα χρηματοπιστωτικά προγράμματα, που αντί να φέρνουν σαφή κέρδη στον αμερικανικό λαό, βοήθησαν να βρεθούμε σε μία κρίση που οι επιπτώσεις της συνεχίζουν να ταλανίζουν τη ζωή δεκάδων εκατομμυρίων συμπατριωτών τους.
Και όμως, δεν έχουν πληρώσει κανένα τίμημα. Οι θεσμοί τους διασώθηκαν με χρήματα των φορολογουμένων, χωρίς πολλούς όρους. Συνεχίζουν να κερδίζουν από ρητές και άρρητες ομοσπονδιακές εγγυήσεις – βασικά, παίζουν ακόμη το παιχνίδι «κορώνα- κερδίζουμε εμείς», «γράμματα- χάνουν οι φορολογούμενοι».
Οποιος υποδεικνύει το προφανές, όσο ήρεμα και μετριοπαθώς και αν ασκεί την κριτική του, πρέπει να δαιμονοποιηθεί και να εκδιωχθεί από το προσκήνιο.
Ποιός είναι λοιπόν ο αντι-αμερικανός εδώ; Οχι οι διαδηλωτές, που προσπαθούν απλώς να κάνουν τη φωνή τους να ακουστεί. Οχι, οι πραγματικοί εξτρεμιστές εδώ είναι οι ολιγάρχες της Αμερικής, που θέλουν να καταπνίξουν κάθε κριτική για τις πηγές του πλούτου τους.