Ως τώρα µιλούσαµε για κρίση που προκαλείται από δύο µεγάλες ανακατατάξεις. Η πρώτη αφορά τη µετάβαση από µια οικονοµία που κέντρο της ήταν ο δυτικός κόσµος σε µια οικονοµία µε πολλά ανταγωνιστικά κέντρα, µερικά από τα οποία µε εξαιρετικά χαµηλό βιοτικό επίπεδο, ανοχύρωτη εργασία, απουσία κράτους πρόνοιας και δηµοκρατικών διαδικασιών. Η άλλη είναι µια µετάβαση από έναν τύπο κοινωνίας, εκείνης που εγγυόταν το ευρωπαϊκό κοινωνικό κράτος µε τα αστικά, πολιτικά και κοινωνικά δικαιώµατα, σε έναν άλλο, στον οποίο ο ρόλος της πολιτικής διαβούλευσης στη θέσµιση της κοινωνίας, καθώς και ο δηµόσιος χώρος περιορίζονται δραστικά.

Τώρα µιλάµε για καταστροφή. Και στην καταστροφή αυτή δεν παίζουν ρόλο µόνο οι µεγάλες δοµικές µεταβολές. ∆υστυχώς την κρίση, από την αρχή της, τη διαχειρίστηκε µια κυβέρνηση χωρίς σχέδιο, χωρίς να ξέρει τι θέλει για τη χώρα, χωρίς σοβαρότητα. Πανικόβλητη, παραδόθηκε σε κάθε λογής αυτοσχεδιασµούς των διεθνών οργανισµών, οι οποίοι δεν έχουν να λογοδοτήσουν σε κανέναν, άλλωστε µε τις ίδιες συνταγές έχουν οδηγήσει πολλές χώρες στην καταστροφή. ∆εν υπήρξαν προειδοποιήσεις για µια έγκαιρη στροφή στην αναδιάρθρωση του χρέους αντί των πρόσθετων δανεισµών; Υπήρξαν, αλλά η κυβέρνηση χωρίς αυτοπεποίθηση και κύρος πώς να τη διαπραγµατευτεί; Με ένα σύµπλεγµα αυτοκαταγγελτισµού άγεται και φέρεται από την υπερσυντηρητική ηγεσία της ΕΕ, που ταλαντεύεται ανάµεσα στον πανικό για τις αντιδράσεις των αγορών και σε φιλόδοξα σχέδια φτηνής εξαγοράς της χώρας και µετατροπής της σε µια ευρωπαϊκή µετα-αποικία.

Εχει νόηµα να παρέµβουν οι πολίτες, και πώς; Οι διαδηλώσεις, η παρουσία του πλήθους στις πλατείες και στους δρόµους, είναι µέρος µόνο της πολιτικής κινητοποίησης. Πρέπει να καταλάβουµε ωστόσο ότι έχουν καταστραφεί οι δοµές της έκφρασης των πολιτών. Τα κόµµατα αποστεώθηκαν σε ηγετικά επιτελεία· κοµµατικές οργανώσεις και συνελεύσεις δεν λειτουργούν. Ο συνδικαλισµός, προπαντός στον ιδιωτικό τοµέα, εξαφανίστηκε. Το ίδιο η πολιτική σε τοπικό επίπεδο. Ενα σύνθετο οικοδόµηµα µαζικής συµµετοχής στην πολιτική, µε µακρά ιστορία πίσω του, χαρακτηριστικό της ευρωπαϊκής νεωτερικότητας, από τον «masterless people» του 17ου αι.,

τους «citoyennes» του 18ου, τους «πολίτες» και «πατριώτες» του 19ου, τους «συντρόφους» του 20ου αι., εξαφανίστηκε. Το πνεύµα του νεοφιλελεύθερου ατοµικισµού, των ΜΚΟ, της δυσφήµησης και της αυτο-δυσφήµησης της πολιτικής, της γραφειοκρατικοποίησης και της διαφθοράς των µαζικών οργανώσεων κατέστρεψαν και τους θεσµούς και το πνεύµα αυτής της πολιτικής παρέµβασης των πολιτών. Τα νευραλγικά κέντρα παραγωγής πολιτικής αντικαταστάθηκαν από ιδιωτικά think tanks και τα δίκτυα διαµόρφωσης κοινής γνώµης. Ο,τι µένει είναι ευκαιριακές συµπράξεις σε µεγάλες συγκεντρώσεις, όταν και τα ΜΜΕ είναι ευνοϊκά, κινητοποιήσεις ad hoc χωρίς δέσµευση. Αλλωστε οι µεγάλες λαϊκές κινητοποιήσεις για το Μακεδονικό και τις ταυτότητες, πάγωσαν πολλούς διανοούµενους που είδαν σε αυτές απειλή διαβουκόλησης του πλήθους. Το λαϊκό ταυτίστηκε µε το παράλογο.

Χρειάζεται λοιπόν µέσα στη θύελλα αυτής της καταστροφής να επανεφεύρουµε την πολιτική των πολιτών στη συνθετότητά της, η οποία περιλαµβάνει τόσο τη φυσική παρουσία του πλήθους όσο και την παραγωγή ιδεών, θέσεων, προτάσεων, τρόπων δράσης, επικοινωνίας, παρέµβασης. Η πρώτη αντίδραση στην κρίση είναι ο σώζων εαυτόν σωθήτω, όπου όλοι εναντίον όλων και κυρίως των πιο ευάλωτων. Θα µετατραπούµε σε µια κοινωνία γενικευµένης δυσανεξίας, τροµαγµένων πολιτών, στα όρια της υστερίας; Αλλά και πολλές κινητοποιήσεις είναι επαναστατική γυµναστική που κουράζει, χωρίς σοβαρή προετοιµασία και στρατηγική, όπως η γελοιότητα των φοιτητικών «καταλήψεων», οι γραφικότητες των «αγανακτισµένων» ή, το χειρότερο, η βία και το µπάχαλο. Τα αιτήµατα και η κουλτούρα των αριστερών διεκδικήσεων εκφράζουν έναν κόσµο που παρήλθε, διεκδικήσεις σε µια κοινωνία ευηµερίας και αφθονίας, ευκολίας κινητοποιήσεων, µεγαλόστοµης αοριστολογίας και αυτισµού. Οι µεγάλες απειλές θέλουν µεγάλες απαντήσεις. Η κρίση είναι ένα εργαλείο για τη βίαιη µεταβολή των κοινωνιών. Εχει σχηµατιστεί ένα πυκνό δίχτυ γλωσσικών κατασκευών που δηµιουργούν µια πραγµατικότητα πάνω στην πραγµατικότητα. ∆εν υπάρχει εναλλακτική λύση, µας λένε. Ωστόσο κέρδη, τόκοι και εξοπλιστικές δαπάνες είναι στο απυρόβλητο. Το κράτος είναι µεγάλο, αλλά το κράτος είναι οι δάσκαλοι, οι νοσηλευτές, οι σκουπιδιάρηδες. Ο νεοφιλελευθερισµός έχει γίνει δυστυχώς φυσικός τρόπος σκέψης, έχει µεταβληθεί σε «κανονική» επιστήµη, και εκείνο που έχει απο-κανονικοποιηθεί είναι ο τρόπος που αντιλαµβανόµαστε την κοινωνία. Σύνταγµα και βασικές αρχές του πολιτεύµατος βρίσκονται υπό αίρεση. Η Ελλάδα αυτή τη στιγµή µοιάζει µε τις χώρες του καταρρέοντος υπαρκτού σοσιαλισµού µετά το 1989. Κατακρηµνίζεται χωρίς να µπορεί από πουθενά να πιαστεί.

Μας χρειάζεται η έννοια του δήµου των πολιτών, µια κατακλυσµιαία µαζική κινητοποίηση, µια επίσηµη πράξη δηµόσιας δήλωσης: Ο χι στο όνοµά µας. Οχι στο όνοµα της χώρας. Οσα διαβουλεύεστε και όσα πράττετε δεν έχουν καµία σχέση µε καµία, υποτίθεται, διάσωσή µας. Αφορούν τη διάσωση του κόσµου όπως τον ορίζετε και τον διαµορφώσατε. Ζητάτε θυσίες από τον δήµο, αλλά το µόνο που προσφέρετε είναι η ενοχοποίησή του και ένα σκοτεινό µέλλον . Μια παρόµοια δήλωση ενώπιον της Ευρώπης και του κόσµου. Αλλά µετ’ επιγνώσεως. Γιατί µπροστά σε µια οικονοµική κρίση η οποία θα τερµατίσει ανεπιστρεπτί την ευηµερία στην οποία ζούσε ο δυτικός κόσµος, όπου ακόµη και την ανάπτυξη θα πρέπει να τη σκεφτούµε µε οικολογικούς όρους, χρειάζεται ένας µετα-διαφωτισµός αποκλιµάκωσης της προόδου. Μια κουλτούρα λιτότητας και απλότητας, εντιµότητας και κοινωνικής δικαιοσύνης. Κατιτί, δηλαδή, µεγάλης πνοής και µακράς διάρκειας, ικανό να εµπνεύσει και να κινητοποιήσει.

Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ