Και ακριβώς τη στιγμή που οι αγαπημένοι μας εταίροι και σωτήρες του Βερολίνου έχουν αρχίσει και πάλι να στρίβουν το σκοινί γύρω απ΄ το λαιμό μας, χθες, ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ, επειδή μάλλον δεν είχε με τι να ασχοληθεί για να περάσει η ώρα του, δίνει και μια συνέντευξη στο αμερικανικό δίκτυο Bloomberg και λέει ότι οι ευρωπαϊκές χώρες που αντιμετωπίζουν πρόβλημα χρέους χρειάζονται την ξεκάθαρη στήριξη των ισχυρότερων κρατών της ευρωζώνης, τις οποίες και κάλεσε «να απορροφήσουν τα κόστη»! Πώς; Αν αυτή ήταν η αμερικανική απάντηση στον Γερμανό ομόλογό του Σόιμπλε που 24 ώρες πριν μαζί με τον Ολλανδό συνάδελφό του μας έδειχναν την πόρτα της εξόδου από το ευρώ; Όχι, όχι, καμία σχέση, τυχαία το είπε ο Γκάιτνερ, έτσι, κουβέντα να γίνεται…
Αλλωστε χθες και ο καλός μας φίλος Γιούργκεν Σταρκ, το μάτι και το αυτί της Μέρκελ στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, ο… κατάσκοπός της δίπλα στον Τρισέ, εξίσου τυχαία παραιτήθηκε από τη θέση του. Όχι επειδή δεν του αρέσει που η ΕΚΤ προσπαθεί να στηρίξει όπως όπως κάτω απ’ το τραπέζι και τη μύτη του Βερολίνου τις χώρες που κινδυνεύουν και αγοράζει στη ζούλα όσο μπορεί απ’ το χρέος τους… Όλα αυτά, γίνονται έτσι, στην τύχη, χωρίς να σημαίνουν τίποτα…
Αστειότητες. Επιτέλους, πια, δεν μπορεί να υπάρχει άνθρωπος που να μην το αντιλαμβάνεται. Η χθεσινή ημέρα ήταν μια στιγμή μάχης από τις πιο οξείες στον παγκόσμιο πόλεμο που διεξάγεται εδώ και καιρό και, δυστυχώς, διεξάγεται με επίκεντρο την Ελλάδα. Δεν είναι άλλωστε η πρώτη φορά: σε αυτά τα «νέα Δεκεμβριανά», η Ελλάδα είναι και πάλι, έστω και με διαφορετικό τρόπο, το πεδίο επί του οποίου οριοθετούνται οι σφαίρες του δυτικού κόσμου.
Οι Γερμανοί προσπαθούν λυσσαλέα να πετύχουν τον πλήρη έλεγχο της ευρωζώνης, να επιβάλλουν δια της βίας τη γερμανοποίησή της και η Ελλάδα, σε πολύ μεγάλο βαθμό με δική της ευθύνη γιατί τα έκανε μαντάρα, βρίσκεται στην αιχμή του δόρατος όλου αυτού του σαρωτικού τευτονικού εγχειρήματος, αφού έδωσε απλόχερα όλες τις αιτίες και τις αφορμές. Μην λέμε τα ίδια, οι αναγνώστες αυτής της στήλης ξέρουν ότι αυτό υποστηρίζει εδώ και πάρα πολύ καιρό κι όσοι το επιθυμούν μπορούν να ανατρέξουν σε σειρά σχετικών κειμένων…
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη πλάνη από την προσέγγιση ότι το ελληνικό πρόβλημα είναι της απλοϊκής μορφής «ο κακός δανειολήπτης και οι σοβαροί δανειστές που θα τον κάνουν άνθρωπο και θα τον βάλουν σε τάξη». Ο δανειζόμενος είναι πράγματι απαράδεκτος και έχει τεράστιες ευθύνες γιατί μέχρι σήμερα δεν έχει κάνει ότι έπρεπε να κάνει. Ο δανειστής (δηλαδή σε επίπεδο πολιτικής διαχείρισης το Βερολίνο) πράγματι μπορεί να επιβάλλει όρους ακριβώς επειδή είναι δανειστής.
Όμως, ο δανειστής δεν πάει να σώσει κανέναν. Αντίθετα, πάει πολύ συνειδητά, να πετύχει τρεις στόχους μαζί: Πρώτον, και πιο φυσικό, να πάρει τα λεφτά του πίσω και μάλιστα με καθαρά τοκογλυφικούς όρους. Δεύτερον, να αρπάξει ό,τι μπορεί και δεν μπορεί από τον δανειζόμενο και τον πλούτο που του απέμεινε. Τρίτον, να θέσει υπό απόλυτο πολιτικό και οικονομικό έλεγχο και εκείνον και όποιον άλλο μπορεί να βρίσκεται περίπου στην ίδια κατάσταση. Ούτε σωτηρίες, ούτε αλληλεγγύη, ούτε κοινά ευρωπαϊκά παραμύθια, ούτε τίποτα απ’ όλα αυτά: το Βερολίνο ασκεί ακραία εθνικιστική, ηγεμονική, αρπακτική πολιτική, όπως έκανε πάντα αυτή η χώρα όταν ένιωθε ισχυρή. Την ανάσα της δεν τη νιώθουμε μόνον εμείς. Τη νιώθει πλέον άμεσα και η Ιταλία και η Ισπανία και αυτό είναι ίσως το μόνο που μπορεί να γεννήσει κάποια ελπίδα διαφυγής για το μέλλον.
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι σε αυτό τον μεγάλο πόλεμο, θα έρθει κάποια στιγμή η ώρα μιας νέας Γιάλτας – μπορεί ακόμα και να έχει ήδη γίνει και να μη το γνωρίζουμε, όπως ακριβώς συνέβη και με την «παλιά» Γιάλτα: οι Ελληνες σφάζονταν μεταξύ τους ανάμεσα σε δύο στρατόπεδα κυριαρχίας στον κόσμο, τότε το Σοβιετικό και το Αμερικανικό, την ώρα που τα δύο στρατόπεδα είχαν κάνει ήδη τη συμφωνία τους. Ο Στάλιν πήρε την Πολωνία και έδωσε την Ελλάδα σε ένα κομματάκι χαρτί, αλλά λησμόνησε να ειδοποιήσει τους εδώ συντρόφους του ότι τα ρώσικα τανκς δεν πρόκειται τελικά να κατέβουν…
Αυτή η νέα Γιάλτα, μεταξύ άλλων στρατοπέδων αυτή τη φορά, θα είναι η κατάληξη όλου αυτού του πολέμου με τον οποίο η ηγεμονική Γερμανία επιχειρεί να κυριαρχήσει ολοκληρωτικά στην Ευρώπη. Και, αυτή τη φορά, τα πράγματα είναι ακόμα πιο πολύπλοκα, καθώς, την ίδια στιγμή, καταρρέει η Μέση Ανατολή και απειλείται να ανοίξει άλλο τεράστιο, πολύ πιο μέτωπο με την Κύπρο και την Ελλάδα στο επίκεντρό του.
Ετσι, η Αθήνα καλείται να επιλύσει μια από τις πιο πολύπλοκες, δύσκολες και επικίνδυνες εξισώσεις στην ιστορία αυτού του κράτους. Το δεδομένο όμως, μέχρι στιγμής, είναι ένα, όπως και χθες για πολλοστή φορά επιβεβαιώθηκε: ότι, από τα δύο στρατόπεδα, το ένα συνθλίβει την Ελλάδα και το άλλο παρεμβαίνει κάθε λίγο και λιγάκι για να μαζέψει την κατάσταση πριν φτάσει στην πλήρη καταστροφή: δεν είναι παράλογο, ούτε το κάνει από αγάπη. Απλώς, με τους φοβερούς τριγμούς στη μείζονα περιοχή μας, για τους Αμερικανούς έχει, αυτή τη στιγμή, σημαντικό νόημα να μην διαλυθούμε, την ίδια ώρα που, για άλλους λόγους, έχει εξίσου νόημα να μην αφήσουν τους Γερμανούς να κυριαρχήσουν ανεπιστρεπτί στην Ευρώπη.
Στην πραγματικότητα λοιπόν, η Ελλάδα ζει αυτή την ώρα όχι μόνον τη σύγχρονη εκδοχή της σύγκρουσης που οδήγησε στη Γιάλτα, αλλά και της σύγκρουσης που οδήγησε στον Εθνικό Διχασμό του ’15 μαζί. Τη μία πάνω στην άλλη.
Από εκεί όμως που έρχεται ο κίνδυνος, από εκεί πηγάζει και η δύναμη της Ελλάδας: η αξία της σήμερα, ειδικά αν την ερχόμενη εβδομάδα η Τουρκία με την Αίγυπτο αναστήσουν γεωπολιτικά την Οθωμανική Αυτοκρατορία – παλιά παραδοσιακή σύμμαχο των Κεντρικών γερμανικών Αυτοκρατοριών έναντι της Δύσης – μεγιστοποιείται μέσα σε λίγες ώρες. Αν οι δύο χώρες προχωρήσουν σε ουσιαστική στρατιωτική συμφωνία με επιθετικές διαθέσεις, η γεωπολιτική ισορροπία των τελευταίων 30 ετών, οδηγείται σε ταχύτατη και πλήρη ανατροπή και εμείς είμαστε στο επίκεντρό της.
Πριν φτάσει λοιπόν αυτή η νέα Γιάλτα να γραφτεί πάνω σε μια νέα χαρτοπετσέτα που θα καθορίσει τη μοίρα μας για τα επόμενα πενήντα χρόνια, η Ελλάδα οφείλει πλέον να χαράξει και να εκτελέσει την πολιτική της λειτουργώντας σε συνθήκες τρομακτικά λεπτές και εν πολλοίς άδηλες σε ένα νέο επίπεδο, με ένα και μοναδικό κριτήριο: αντιλαμβανόμενη σε βάθος ποιος και γιατί τη θέλει και τη χρειάζεται όρθια και ποιος και γιατί τη θέλει, επί της ουσίας, υπό κατοχή.