Επιχειρώ «άνευ φόβου και πάθους» να εκθέσω με πλήρη ειλικρίνεια προς όλες τις κατευθύνσεις τα, κατά τη γνώμη μου, πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα τού νέου πανεπιστημιακού νόμου χωρίς να διεκδικώ την ορθότητα των εκτιμήσεών μου ή την ευρύτερη αποδοχή τους. Δεν πρόκειται να ασχοληθώ με θεωρητικές θέσεις και μακρές εισαγωγές. Θα μπω αμέσως στην καρδιά των θεμάτων, περιοριζόμενος σε μερικά ενδεικτικά παραδείγματα.

Θετικές πλευρές τού Σχεδίου Νόμου

1 Εξασφαλίζει πραγματική και ουσιαστική αυτοδιοίκηση στα ΑΕΙ με τις απαραίτητες ασφαλιστικές δικλίδες, ικανοποιώντας ένα παλαιό και πάγιο αίτημα ολόκληρης τής πανεπιστημιακής κοινότητας. Ολο το πνεύμα τού νόμου κατατείνει προς αυτή την κατεύθυνση, δύο δε βασικές προβλέψεις, ο Οργανισμός και ο Εσωτερικός Κανονισμός που συντάσσουν τα ίδια τα ΑΕΙ, κατοχυρώνουν στην πράξη την πλήρη αυτοδιοίκηση.

2 Στο πλαίσιο τής αυτοδιοίκησης εγκαθιδρύει μηχανισμούς ελέγχου και αποτροπής ακραίων ή αυθαίρετων αποφάσεων. Ετσι, σε περιπτώσεις ανικανότητας ή σοβαρών παραπτωμάτων προβλέπεται- με αυξημένες πλειονοψηφίες- ακόμη και παύση τού Πρύτανη και τού Κοσμήτορα από τα καθήκοντά τους.

3 Καθιερώνει την αξιολόγηση των πάντων στην Ανώτατη Εκπαίδευση, ήτοι των ΑΕΙ και όλων ανεξαιρέτως των μελών τού Διδακτικού Προσωπικού. Σε κάθε Ιδρυμα προβλέπεται Οργανο Αξιολόγησης, το ΜΟΔΙΠ, το οποίο συνεργάζεται με την Ανεξάρτητη Αρχή Αξιολόγησης, το ΑΔΙΠ.

4 Βάζει τάξη στα θέματα των φοιτητών , γεγονός που θα βοηθήσει στη βελτίωση τού επιπέδου σπουδών, τής δουλειάς των πανεπιστημιακών και τής εικόνας των ΑΕΙ. Ορίζεται ο χρόνος διάρκειας των σπουδών, καθώς και η διαγραφή φοιτητών που δεν εγγράφονται στα εξάμηνα ή δεν παίρνουν το πτυχίο τους σε (3+2) 5 ή (4+2) 6 χρόνια («αιώνιοι φοιτητές»). Παράλληλα διευκολύνονται οι φοιτητές που έχουν ανάγκη με τη δυνατότητα μερικής φοίτησης ή και διακοπής τής φοίτησης για ένα διάστημα. Το κυριότερο είναι ότι περιορίζεται δραστικά η συμμετοχή των φοιτητών στα όργανα διοίκησης και στην εκλογή των οργάνων καιαίρεται,στην πράξη, η εξάρτηση των φοιτητών από κόμματα και παρατάξεις, που έχει βλάψει ανυπολόγιστα το κύρος και τη λειτουργία των ΑΕΙ και, πάνω απ΄ όλα, τους ίδιους τους φοιτητές.

5 Καθίσταται δυνατή η κατάργηση, συνένωση και μετακίνηση Ιδρυμάτων, Σχολών και Τμημάτων των ΑΕΙ. Ετσι, μπορεί να λήξει η θλιβερή ιστορία αποδεδειγμένα αχρείαστων πανεπιστημιακών μονάδων (ιδρυμένων, κατά κανόνα, ρουσφετολογικά) που επιβαρύνουν οικονομικά τη λειτουργία των άλλων ΑΕΙ χωρίς να λύνουν κανένα πρόβλημα. 6 Εισάγεται ο πολύ χρήσιμος, ευέλικτος και λειτουργικός θεσμός των Προγραμμάτων Σπουδών, που δημιουργεί νέες προοπτικές.

7 Αντιμετωπίζεται το θέμα τού ασύλου με την ανάθεση τής προστασίας του αποκλειστικά στον Πρύτανη, ο οποίος θα φέρει και την ευθύνη, λογοδοτώντας στο Συμβούλιο που τον επιλέγει τελικά.

8 Τα Οργανατής Διοικήσεως (Συμβούλιο, Σύγκλητος, Κοσμητεία) είναι ολιγομελή, γεγονός που τους επιτρέπει να κινούνται με μεγαλύτερη ευχέρεια και αποτελεσματικότητα.

9 Θεσπίζεται εκ νέου με αυστηρούς όρους ο ελάχιστος χρόνος που απαιτείται για να αναγνωριστεί το εξάμηνο.

Αρνητικές πλευρές τού Σχεδίου Νόμου

1 Ο Νόμος δεν λειτουργεί πάντοτε διορθωτικά τής υφιστάμενης κατάστασης, αλλά εντελώς ανατρεπτικά. Και ναι μεν απαιτείται γενναία παρέμβαση και όχι ημίμετρα, αλλά μια παρέμβαση δεν πρέπει να συμπαρασύρει και ό,τι καλό υπάρχει στα ΑΕΙ, που έχουν μάλιστα θεσπιστεί από την ίδια πολιτική παράταξη. Τέτοια κραυγαλέα περίπτωση είναι η κατάργηση τού Τομέα (τής Συνέλευσης των ειδικών σε κάθε επιστημονικό κλάδο) και, στην πράξη, η κατάργηση και τού Τμήματος, το οποίο εφεξής θα εξαρτάται απολύτως και θα υπηρετεί τα νεοεισαγόμενα Προγράμματα Σπουδών, χωρίς τα οποία τελικά δεν υπάρχει. Το παν στον νέο νόμο είναι η Σχολή και τα Προγράμματα Σπουδών. Αλλά έτσι διαλύεται ο ιστός τής εκπαιδευτικής λειτουργίας τού Πανεπιστημίου:το Τμήμα και ο Τομέας. Υπονομεύονται από έναν φορέα μαμούθ, τη νέα μορφή τής Σχολής, η οποία (στα μεγάλα Πανεπιστήμια) θα περιλαμβάνει εκατοντάδες μελών Διδακτικού Προσωπικού και χιλιάδες φοιτητών εμφανίζοντας σύνθετα έως αξεπέραστα προβλήματα λειτουργίας. Πολύ περισσότερο που η διοίκηση τής Σχολής θα εξαρτάται, στην ουσία, από ένα άτομο (καθηγητή), τον Κοσμήτορα, που θα διορίζεται μάλιστα από το Συμβούλιο Διοίκησης τού Πανεπιστημίου.

2 Στην προσπάθεια να αντιμετωπιστούν αυθαιρεσίες, επιστημονικές ιδιοτέλειες και διάφορες δυσλειτουργίες από την έλλειψη ουσιαστικού ελέγχου που επικρατεί δυστυχώς σήμερα, θεσπίζεται να εξαρτώνται τα πάντα τελικά από τον νέο θεσμό, από το 15μελές Συμβούλιο κάθε Ιδρύματος. Το Συμβούλιο είναι αυτό που αποφασίζει τελικά για όλα τα καίρια θέματα τού πανεπιστημίου. Ολοι οι άλλοι (Πρύτανης, Σύγκλητος, Κοσμήτορας, Σχολή) εισηγούνται! Το Συμβούλιο ανάγεται σε κεφαλή και υπερεξουσία κάθε ΑΕΙ. Εδώ πρέπει να εστιαστεί το πρόβλημα τού πρύτανη, στις αρμοδιότητές του κι όχι στην εκλογή του. Δεν υπήρχε άλλη λύση; Δεν μπορούσαν να κατανεμηθούν «οι εξουσίες» σε περισσότερα όργανα και να μείνει ο τελικός έλεγχος μόνο στο υπερόργανο, το οποίο ορθώς θεσπίζεται. Τόσο πολύ εμπιστεύεται ο νομοθέτης ένα τέτοιο Συμβούλιο, που για πρώτη φορά θα λειτουργήσει;

3 Μια σειρά ποικίλων άλλων σοβαρών ρυθμίσεων χρειάζονται συζήτηση. Προβλέπεται λ.χ. τα έτη σπουδών να είναι 3ετούς διάρκειας όπως καθορίστηκε- καίτοι όχι υποχρεωτικά- από τη Συμφωνία τής Μπολώνιας, αλλά μπορούν να είναι και 4ετούς όπως σήμερα, αν συμφωνήσουν όλα τα πανεπιστήμια. Κι αν διαφωνήσουν ένα ή δύο; Τι θα ισχύσει; Και ο φοιτητής που θα αποτυγχάνει τρεις φορές στην εξέταση ενός μαθήματος θα παραπέμπεται σε εξέταση ενώπιον Επιτροπής; Εχουμε σκεφθεί τι θα συμβεί με τις τόσες χιλιάδες φοιτητών που μπαίνουν στα ελληνικά πανεπιστήμια, ιδίως τα μεγάλα; Και όταν προβλέπεται να διδάσκεται υποχρεωτικά μία τουλάχιστον ξένη γλώσσα, ξέρουν οι θεσπίζοντες το- σωστό αυτό- μέτρο τι έχει συμβεί στο παρελθόν με αυτό το θέμα και τι προβλήματα έχει προκαλέσει, ώστε να έχει ατονήσει; Και η πρόβλεψη για την εκπόνηση διδακτορικού σε ένα χρόνο, τι σημαίνει; Για τι διδακτορικό θα πρόκειται; Και πώς θα λειτουργήσει μία και μοναδική Σχολή Μεταπτυχιακών Σπουδών για όλους τους κλάδους επιστημών στα μεγάλα πανεπιστήμια; Και ας προσεχθεί ιδιαίτερα αυτή τη φορά η ίδρυση Νομικών Προσώπων Ιδιωτικού Δικαίου με τη μορφή ανώνυμης εταιρείας, η οποία ορθώς προτείνεται στον νόμο με πλήθος αρμοδιοτήτων και οικονομικών δραστηριοτήτων που θα αποφέρουν έσοδα στα ΑΕΙ. Τέτοια ρύθμιση θεσπίστηκε και στο παρελθόν αλλά οδηγήθηκε σταδιακά να λειτουργεί με όλες τις αγκυλώσεις τού δημόσιου λογιστικού και εγκαταλείφθηκε τελικά.

Συμπέρασμα

Δεν πρέπει να μάς διαφεύγει ότι ο νόμος προτείνεται σε μια κατάσταση «ανωτέρας βίας» και οικονομικοκοινωνικού πανικού για τη χώρα και σ΄ ένα κλίμα άδικης απαξίωσης τού ελληνικού πανεπιστημίου στη συνείδηση τής κοινής γνώμης από έλλειψη έγκυρης ενημέρωσης αλλά και από ασυγχώρητα λάθη και παραλείψεις των ίδιων των πανεπιστημίων. Ο ισχύων νόμος 1268/1982 για τα πανεπιστήμια, που σήμερα βάλλεται απ΄ όλους αλλά που αναντίρρητα είχε και αρκετές θετικές πλευρές, είναι έργο τού μεταρρυθμιστικού ΠαΣοΚ τού ΄82 (των καθηγητών Λιάνη, Ρόκου, Κλάδη και Πανούση). Αυτόν τον νόμο έρχεται να διορθώσει η σημερινή κυβέρνηση τού ΠαΣοΚ με μια εκ βάθρων μεταρρύθμιση, η οποία στην ουσία ανατρέπει άρδην τον ισχύοντα νόμο. Στον βαθμό που το ΠαΣοΚ αισθάνεται τις ευθύνες του και προχωρεί σήμερα σε ριζική θεραπεία των αδυναμιών τού δικού του νόμου είναι μια γενναία πράξη που την πιστώνεται η κυβέρνηση. Οπως είναι προς τιμήν τής πολιτικής ηγεσίας τού υπουργείου Παιδείας ότι αξιοποίησε προηγούμενες νομοθετικές ρυθμίσεις που έγιναν επί Νέας Δημοκρατίας, κυρίως από την κυρία Γιαννάκου. Το γεγονός αυτό μάλιστα διευκολύνει τον διάλογο από πλευράς Νέας Δημοκρατίας.

Ως προς την ουσία τής μεταρρύθμισης, μάλλον τής ανατροπής που επιχειρείται από τον νέο νόμο, πρέπει αντικειμενικά να παραδεχθούμε ότι αναλαμβάνεται μια σοβαρή προσπάθεια να «νοικοκυρευθούν» τα ΑΕΙ και να ξεπεράσουν βασικές δυσλειτουργίες τους.

Ο ρόλος ολόκληρης τής Αντιπολίτευσης σ΄ αυτή τη μεταρρύθμιση μπορεί και πρέπει να είναι καθοριστικός. Είναι η τελευταία ευκαιρία για «συνευθύνη» στην επίλυση τού μεγάλου θέματος τής Ανώτατης Εκπαίδευσης. Πρέπει επίσης να αξιοποιηθεί η ευνοϊκή συγκυρία ότι για πρώτη φορά η πλειονότητα των μελών των ΑΕΙ έχει συνειδητοποιήσει την ανάγκη μεγάλων αλλαγών. Εχει φθάσει η ώρα να γίνουν βασικές αλλαγές στα ΑΕΙ και να δικαιωθεί το δημόσιο πανεπιστήμιο που έχει άδικα – και ενίοτε σκόπιμα- απαξιωθεί, μολονότι είναι ο μόνος θεσμός που επί χρόνια έχει δώσει ό,τι καλύτερο υπήρξε και υπάρχει σ΄ αυτή τη χώρα.

Ο κ. Γεώργιος Μπαμπινιώτης είναι καθηγητής της Γλωσσολογίας, πρόεδρος του Ελληνικού Ιδρύματος Πολιτισμού, τέως πρύτανης του Πανεπιστημίου Αθηνών.


ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ