Στον πρωτογενή τομέα ή αλλιώς στην αγροτική οικονομία, στρέφονται όλο και περισσότεροι Έλληνες λόγω της οικονομικής κρίσης. Μια βόλτα αυτές τις ημέρες του θέρους στην ελληνική επαρχία θα πείσει πολλούς για τη μεγάλη στροφή σε ένα διαφορετικό τρόπο ζωής πολλών συμπατριωτών μας και μάλιστα νεαρών ηλικιών.
Πολλοί λένε ότι σε συνθήκες κρίσης, η λύση μπορεί να δοθεί και από την πρωτογενή παραγωγή, που πάντοτε αποτελούσε για τη χώρα συγκριτικό πλεονέκτημα, αν και σχεδόν όλες οι κυβερνήσεις την είχαν υποτιμήσει μεταπολιτευτικά. Το μόνο που ένοιαζε τους περισσότερους ήταν το πώς θα καρπωθούν τις αγροτικές επιδοτήσεις και τίποτα άλλο.
Προ ημερών δημοσιοποιήθηκαν στοιχεία που δείχνουν ραγδαία αύξηση της ανεργίας, αλλά ταυτόχρονα θα διαπιστώσει κανείς ότι στον αγροτικό τομέα παρατηρείται αύξηση των απασχολουμένων την τελευταία διετία.
Είναι χαρακτηριστικό το στοιχείο, ότι σύμφωνα με έρευνα της Εθνικής Στατιστικής Αρχής το 2010 οι αγρότες αυξήθηκαν κατά 8% κάτι που μεταφράζεται σε 60.000 άτομα.
Άνθρωποι με πτυχία και μεταπτυχιακούς τίτλους αφήνουν την πόλη και επιστρέφει στη γη, για να την καλλιεργήσουν και να εκθρέψουν ζώα, ενώ η πλειονότητα αυτών ασχολούνται με βιολογικές καλλιέργειες.
Μάλιστα οι καινούργιοι γεωργοί δεν είναι ετεροεπαγγελματίες που απλώς έχουν και κάποια χωράφια και τα καλλιεργούν ενώ έχουν άλλη εργασία, αλλά νέοι που επέστρεψαν εκεί που γεννήθηκαν, εντάχθηκαν στο επάγγελμα των γονιών τους και γράφτηκαν στους συνεταιρισμούς.
Σε μια περίοδο, που ακόμα και στην ελληνική περιφέρεια θα δει κάποιος στα μανάβικα, π.χ. λεμόνια Αργεντινής, σκόρδα Κίνας, κ.α. η ανάκαμψη της πρωτογενούς παραγωγής δίνει ελπίδες για κάτι καλύτερο. Πέρα από τις διεθνείς συγκυρίες συνεπάγεται και απασχόληση ανθρώπινου δυναμικού, το οποίο είχε αρχίσει να εκλείπει από την ελληνική περιφέρεια.
Εξάλλου, η ελληνική ύπαιθρος, ο πρωτογενής τομέας ήταν αυτός που δεκαετίες στήριξε την ελληνική οικονομία, αυτό που λέμε σήμερα «πραγματική οικονομία». Κανείς δεν μπορεί να πει ότι από τον πρωτογενή τομέα θα γίνει πλούσιος, αλλά τουλάχιστον εγγυάται -με τις πολλές δυσκολίες που έχει- ένα καλύτερο μέλλον απ’ αυτό που περιμένουν πολλοί με την απασχόληση στον δευτερογενή και τριτογενή τομέα.
Από τη στιγμή που αποψιλωθήκαμε από βιομηχανίες και βιομηχανίες, στη χώρα απέμεινε ο πρωτογενής τομέας, η ναυτιλία, ο τουρισμός και η παροχή υπηρεσιών. Ειδικά για τον πρωτογενή τομέα που γίνεται η αναφορά, απαιτείται συγκεκριμένη αγροτική πολιτική που θα καθοδηγεί ειδικά τους νέους αγρότες σε νέες καλλιέργειες και όχι να τους εκπαιδεύσει πως θα κερδίζουν από τις κοινοτικές επιδοτήσεις.
Χρειάζεται μια αγροτική πολιτική που θα έχει στόχο τη δημιουργία βιώσιμων γεωργικών εκμεταλλεύσεων που σημαίνει αυστηρά επιλογή αποδοτικών και εμπορευσίμων καλλιεργειών (αναδιάρθρωση), βελτίωση της ποιότητας των παραγομένων γεωργικών προϊόντων, μείωση του κόστους παραγωγής με ταυτόχρονη εξοικονόμηση ενέργειας και νερού με σεβασμό πάντα στο περιβάλλον και τέλος αποτελεσματική οργάνωση της προβολής και της διακίνησής τους υπό φυσική ή μεταποιημένη μορφή τόσο στο εσωτερικό όσο και στις αγορές του εξωτερικού.
Σε συζητήσεις που είχα κατά τη διάρκεια της θερινής μου άδειας, διαπίστωσα, ότι η επιστροφή στην ελληνική ύπαιθρο δεν είναι για πολλούς μόνο ανάγκη για επιβίωση και διέξοδο από την ανεργία που αναμένεται να αυξηθεί τα προσεχή χρόνια λόγω της ύφεσης, αλλά και επιλογή ζωής. Κυρίως για όσους θέλουν να αδράξουν τις ευκαιρίες και τις προκλήσεις της ζωής και να κάνουν κάτι πιο δημιουργικό.
Όμως, οι νέοι άνθρωποι που επέστρεψαν στην ελληνική περιφέρεια και στράφηκαν στον αγροτικό τομέα, διαπιστώνουν ότι μέχρι στιγμής δεν υπάρχει καθοδήγηση από την κεντρική διοίκηση του υπουργείου και τις αρμόδιες υπηρεσίες.
Ευκαιρία να τους στηρίξει το Κράτος. Μόνο όφελος θα έχει το ίδιο, η ελληνική οικονομία και οι έλληνες καταναλωτές.