Δεν ξέρω αν ο Ανδρέας Λοβέρδος εξερράγη από αγωνία για τη χώρα και αγανάκτηση για την ανεπάρκεια της κυβέρνησης, από ανάγκη να διαχωριστεί για να προστατεύσει το πολιτικό του μέλλον και την υστεροφημία του, ή από πολιτικό υπολογισμό, θέτοντας ουσιαστικά υποψηφιότητα πρωθυπουργού της επόμενης ημέρας – διότι αυτό έπραξε. Ξέρω όμως ότι χθες κυριολεκτικώς εξευτέλισε την κυβέρνηση της πιο κρίσιμης περιόδου από τον Ιούλιο του ΄74 μέχρι σήμερα, της οποίας είναι κεντρικό στέλεχος. Αλλά και ότι αν συνεχίσει, μετά από τη χθεσινή του έκρηξη, να παραμένει στις τάξεις της χωρίς να γίνεται τίποτα από αυτά που είπε – γιατί τίποτα δεν θα γίνει – όσα καταλόγισε θα ισχύουν πλέον στο ακέραιο πρωτίστως για τον ίδιο.
Όπως και να χει, η ουσία, όπως προκύπτει και από την έκρηξη Λοβέρδου, είναι μία: ότι η Ελλάδα είναι πλέον έρημη χώρα. Ακυβέρνητη, ανοχύρωτη και μόνη. Και ότι ένα χρόνο μετά το Μνημόνιο, το πιο «δυνατό χαρτί» της χώρας έχει καεί: η Ελλάδα είναι μια πια κατηγορία από μόνη της. Αυτό μεταξύ άλλων σημαίνει ότι ακόμα και το περίφημο ντόμινο που θα μπορούσε να προκαλέσει η πτώχευση ή η έξοδός της από το κοινό νόμισμα, χάνουν πια τη σημασία τους.
Ενα χρόνο μετά, όχι μόνον δεν έχει πείσει κανέναν ότι θα τα καταφέρει, αλλά βρίσκεται περίπου στο αντίθετο σημείο: ουδείς, με πρώτο τον Ανδρέα Λοβέρδο, πιστεύει πια ότι θα μπορέσει να ανταπεξέλθει. Αυτό είναι το βασικό γεγονός που τροφοδοτεί τη διαρκή συζήτηση για αναδιάρθρωση, η οποία, στα τέλη της περασμένης εβδομάδας πέρασε σε ένα πιο προχωρημένο στάδιο, σε αυτό της εξόδου από το κοινό νόμισμα. Γιατί άραγε η Πορτογαλία και η Ιρλανδία δεν δέχονται αντίστοιχη πίεση;…
Το μέγεθος και το βάθος του ελληνικού προβλήματος είναι ασύγκριτα μεγαλύτερο από των άλλων δύο χωρών που μπήκαν στο μηχανισμό, την ώρα που η πολιτική διαχείρισή του είναι απελπιστικά κατώτερη των περιστάσεων.
Και δεν είναι μόνον ότι δεν βλέπουμε πως είμαστε αναποτελεσματικοί. Δεν είδαμε και ότι το «κρας τεστ» που προκάλεσε η δημοσίευση του Σπίγκελ για την ενδεχόμενη έξοδο από το ευρώ, έληξε θετικά για το κοινό νόμισμα: βούτηξε, για λίγες ώρες, αλλά μετά άρχισε πάλι να ανακάμπτει.
Είναι δεδομένο, ότι μια ελληνική πτώχευση ή έξοδος από το ευρώ, θα κλονίσει το ευρώ. Δεν υπάρχει αμφιβολία. Πόσο όμως θα το κλονίσει; Και για πόσο χρόνο; Και όταν μπαίνουν στη «ζυγαριά» από τη μία αυτός ο κλονισμός και από την άλλη η μακροπρόθεσμη πορεία του κοινού νομίσματος χωρίς μια χώρα που δεν τα καταφέρνει, τι θα βαρύνει τελικά περισσότερο;
Αυτά είναι πλέον τα κρίσιμα ερωτήματα, τα οποία η Ελλάδα δεν είναι σε θέση να απαντήσει με τρόπο πειστικό.
Επιπλέον, πρέπει να θεωρείται αυτονόητο, ότι σε ενδεχόμενο ελληνικής καταστροφής, η Γερμανία θα κάνει αυτό που δεν κάνει τόσο καιρό: θα ρίξει όλες της τις δυνάμεις για την ενίσχυση του ευρώ τη στιγμή της κρίσης. Αν και όταν γίνει το κακό, στο Βερολίνο θα «πέσουν με τα μούτρα», χωρίς επιφυλάξεις και δεύτερες σκέψεις για να συγκρατήσουν το κοινό νόμισμα. Και ας μην έχουμε ανόητες αυταπάτες. Θα τα καταφέρουν. Ανέστρεψαν προχθές την πτώση που προκάλεσε η «είδηση» της εξόδου σε λίγες ώρες με δυο δηλώσεις. Αν και όταν είναι να γίνει το κακό, έχουν τα πραγματικά όπλα και ξέρουν ότι αν τα ρίξουν στη μάχη θα την κερδίσουν πολύ γρήγορα, ακριβώς τώρα πια που το μέτωπο είναι απομονωμένο.
Για να το πει κανείς αλλιώς, η συμμετοχή της Ελλάδας στο κοινό νόμισμα, γεννά πλέον μεγαλύτερο μεσοπρόθεσμο και, σίγουρα, μακροπρόθεσμο κίνδυνο, από τον βραχυπρόθεσμο που θα προκαλούσε μια πτώχευση ή ακόμα και η έξοδός της από αυτό. Κουράστηκαν πια με μας – και παρά όλα όσα μπορεί να πει κανείς για τη γερμανική πολιτική, δεν έχουν άδικο – και αγανακτούν, θέλουν να τελειώνουν. Γιατί να κάθονται να βλέπουν πια αυτό το τσίρκο;… Και όπως ακριβώς ο κ. Λοβέρδος με την κυβέρνηση του, δεν μας αντέχουν άλλο…