Η δημιουργία των μπλογκ ήταν αποτέλεσμα κυρίως δύο παραγόντων: πρώτον, του εκδημοκρατισμού της μαζικής επικοινωνίας και, δεύτερον, της τεχνολογίας. Χωρίς τη κατοχύρωση της ελεύθερης δημοσιότητας δεν θα είχε νόημα η τεχνολογική δυνατότητα και χωρίς τη δεύτερη θα ήταν αδύνατη η πρώτη. Εξ ορισμού λοιπόν τα μπλογκ είναι αποτέλεσμα και παράγοντας εκδημοκρατισμού της μαζικής επικοινωνίας. Χωρίς αυτό να σημαίνει ότι λύθηκαν όλα τα προβλήματα, το αντίθετο μάλιστα.
Από την άποψη του περιεχομένου, τα μπλογκ χωρίζονται κυρίως σε τέσσερις κατηγορίες. Πρώτον, τα δημοσιογραφικά (ατομικά ή ομαδικά), στα οποία οι δημοσιογράφοι δημοσιεύουν ό,τι (για διάφορους λόγους) δεν μπορούν να δημοσιεύσουν στα μέσα όπου εργάζονται και έχουν τη μεγαλύτερη επισκεψιμότητα. Δεύτερον, τα προσωπικά ημερολόγια, στα οποία οι μπλόγκερ δημοσιεύουν τις σκέψεις τους για διάφορα ζητήματα. Τρίτον, τα επαγγελματικά (που διατηρούν άτομα ή εταιρείες) και, τέταρτον, τα μπλογκ των διαφόρων οργανισμών/φορέων.
Τα προβλήματα που εντοπίζουν κάποιοι αφορούν κυρίως τις δύο πρώτες κατηγορίες. Κοινό τους γνώρισμα είναι ότι ασχολούνται με, ή διευρύνουν, τα θέματα που θέτουν τα παραδοσιακά μέσα, ή, σπανιότερα, προσθέτουν νέα θέματα στον δημόσιο διάλογο. Το πρώτο πρόβλημα που εγείρεται, συνήθως από επαγγελματίες δημοσιογράφους, αφορά την αξιοπιστία των πληροφοριών τους και επιτείνεται από την ανωνυμία των μπλόγκερ. Ωστόσο παρόμοιο πρόβλημα υπάρχει και στα παραδοσιακά μέσα, αφού οι πληροφορίες τους έρχονται από τις επίσημες πηγές (κυβέρνηση, υπηρεσίες, εταιρείες κ.ά.) που ενδιαφέρονται για τη δική τους προπαγάνδα. Αυτό μάλλον προσθέτει αξιοπιστία στα δημοσιογραφικά μπλογκ παρά αφαιρεί, καθώς ανταποκρίνονται στην παραδοχή που θέλει τα μέσα εξαρτημένα ή ελεγχόμενα από την πολιτική και οικονομική εξουσία. Τα πράγματα «σοβαρεύουν» από τη στιγμή που παρόμοιες πληροφορίες είναι ψευδείς, προσβάλλουν ή συκοφαντούν. Ωστόσο ο νόμος μπορεί να τις αντιμετωπίσει. Αν γενικευθεί το φαινόμενο, κάτι που δεν ισχύει προς το παρόν, ίσως να εξεταστεί το ζήτημα της ανωνυμίας. Ωστόσο αν θεωρούμε ότι η διάδοση ψευδών πληροφοριών αφορά μόνο κάποιους μπλόγκερ, είναι σαν να λέμε ότι ψέματα/συκοφαντίες επιτρέπονται μόνο στα παραδοσιακά μέσα, στα οποία παρόμοια ψεύδη χαρακτηρίζονται συνήθως ως «γκάφες». Με άλλα λόγια, η δύναμη των μπλογκ ενισχύεται από τον μονόδρομο και μονομερή τρόπο με τον οποίο πληροφορούν τα παραδοσιακά μέσα. Το δεύτερο πρόβλημα ανακύπτει από τον τρόπο με τον οποίο οι μπλόγκερ χειρίζονται τις πληροφορίες. Συνήθως ερμηνεύουν τις πληροφορίες των παραδοσιακών μέσων, καθώς δεν έχουν τη δυνατότητα να συλλέγουν δικές τους.
Εκ των πραγμάτων περιορίζονται στην αξιολόγηση αυτών των πληροφοριών και συνεπώς αυξάνεται η πιθανότητα να χαρακτηριστεί αυτό που κάνουν ως «προπαγάνδα». Ας μην ξεχνάμε όμως ότι προπαγάνδα δεν σημαίνει να λες ψέματα (αυτή είναι μια «πολύ αμερικάνικη» άποψη), αλλά να προσπαθείς με συμβολικά μέσα να πείσεις κάποιον να κάνει ή να μην κάνει κάτι. Ετσι, ας αντιστρέψουμε το ερώτημα. Ποιος απ΄ όσους παίρνουν μέρος στον δημόσιο διάλογο (κυβέρνηση, κόμματα, φορείς κ.ά.), ιδιαίτερα όταν πρόκειται (ή πρέπει) να γίνουν ρυθμίσεις για τα κοινά μας ζητήματα, δεν κάνει προπαγάνδα; Γιατί τότε η «προπαγάνδα» των μπλόγκερ είναι «κακή» ενώ των άλλων «καλή»; Μήπως γιατί δεν εντάσσεται στο σύστημα μέσωνπολιτικής όπως είναι δομημένο; Αν τα παραδοσιακά μέσα συνδέονται, ακόμη, με την πληροφόρηση (που διαρκώς εξασθενεί), τα μπλογκ συνδέονται πρωτίστως με την αξιολόγηση της πληροφόρησης. Και, «προπαγάνδα» ή όχι, είναι το πέλαγος της επικοινωνίας στο οποίο κολυμπάμε από εδώ και πέρα. Τον δρόμο πάντως δεν τον έδειξαν τα μπλογκ, απλά τον ακολουθούν κατά μυριάδες.
Ο κ. Γιώργος Πλειός είναι αναπληρωτής καθηγητής, διευθυντής του Εργαστηρίου Κοινωνικής Ερευνας στα ΜΜΕ, Τμήμα Επικοινωνίας και ΜΜΕ, Πανεπιστήμιο Αθηνών.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ