Στις 11 Μαρτίου αρχικώς και μετέπειτα στη σύνοδο της 25ης Μαρτίου των Βρυξελλών η κυβέρνηση εξασφάλισε, πέραν πάσης προσδοκίας, την επιμήκυνση του μεγάλου δανείου των 110 δισ. ευρώ, τη μείωση του επιτοκίου κατά μια μονάδα και μαζί έλαβε τη διαβεβαίωση ότι θα μπορεί να δανειοδοτηθεί από τον νέο πάγιο ευρωπαικό μηχανισμό διαχείρισης των κρίσεων, που θα αρχίσει να λειτουργεί μετά το 2013.
Ωστόσο έγινε σαφές ότι των »δώρων» ακολουθούν οι υποχρεώσεις και ότι στο επόμενο διάστημα έπρεπε να προχωρήσει με ταχύτητα και συστηματικότητα την εκπόνηση του μεσοπρόθεσμου προγράμματος σταθερότητας και ανάπτυξης μέχρι το 2015, ώστε να δημιουργήσει περιβάλλον θετικών προσδοκιών ότι θα ελέγξει βαθμιαία τα δημόσια ελλείμματα, θα θέσει σε τροχιά υποχώρησης το δημόσιο χρέος και μαζί θα χτίσει πολιτικές ικανές να στηρίξουν την ενδογενή ανάπτυξη.
Οταν όμως άρχισε η συζήτηση για τα περαιτέρω, ανέκυψε πρόβλημα μέγα. Στις πρώτες διερευνητικές επαφές του υπουργού Οικονομικών κ. Γ. Παπακωνσταντίνου με τους υπουργούς ετέθη το ζήτημα ελέγχου των δαπανών καθενός ξεχωριστά. Και μεταδόθηκε προς πάσα κατεύθυνση ότι τα όρια των δαπανών κάθε υπουργείου θα είναι σημαντικά κατώτερα των σημερινών.
Ο κ. Παπακωνσταντίνου είπε ξεκάθαρα στους συναδέλφους του ότι δεν υπάρχουν λεφτά και ότι θα πρέπει να επανεφεύρουν τη λειτουργία των υπουργείων τους, ώστε να προσφέρουν υπηρεσίες στους πολίτες με λιγότερα χρήματα από τα σημερινά. Και εξήγησε ότι αντίστοιχα μέτρα θα επικρατήσουν στην ευρύτερη ζώνη του δημόσιου τομέα, με ότι αυτό συνεπάγεται τόσο για τις κερδοφόρες, όσο και για τις ζημιογόνες δημόσιες επιχειρήσεις.
Αυτομάτως εκδηλώθηκαν αντιδράσεις. Οι περισσότεροι των υπουργών δήλωσαν ότι δεν μπορούν να λειτουργήσουν σε περιβάλλον μειωμένων δαπανών, χωρίς συνέπειες στο επίπεδο των υπηρεσιών του κράτους. Αλλοι επίσης προέβαλαν αντιστάσεις και αρνήσεις σε σχέδια ιδιωτικοποιήσεων και κάποιοι άλλοι εξεφράσθησαν κατά τρόπο αρνητικό συνολικά για το πλαίσιο της πολιτικής των δραστικών περικοπών.
Εκτοτε η όλη υπόθεση φαίνεται να έχει κολλήσει στους πανηγυρισμούς της 25ης Μαρτίου. Το κλίμα αναστολής και αναμονής είναι γενικευμένο και οι περισσότεροι φέρονται να δηλώνουν ότι το μεσοπρόθεσμο πρόγραμμα δεν βγαίνει. Ο κ. Παπανδρέου στις πολλές συσκέψεις και συζητήσεις που ακολούθησαν να μεταδώσει στους υφισταμένους του αισιοδοξία και βεβαιότητα ότι ο ίδιος θα στηρίξει τις αλλαγές και τις μεταρρυθμίσεις και ίσως ακόμη να εκμαιεύσει την υποστήριξή τους.
Για την ώρα όλα μοιάζουν ανοιχτά. Οι υπουργοί δεν είναι πεπεισμένοι για τις δυνατότητες και τις αντοχές της κυβέρνησης και ορισμένοι αισθάνονται ότι οδεύουμε σε πολιτικές λύσεις και επιλογές. Οτι ο κ. Πρωθυπουργός προπαρασκευάζει το δίλημμα και είναι έτοιμος να το θέσει πρώτα στην κυβέρνησή του και στη συνέχεια στους πολίτες. Εκτιμούν ότι αν δεν βρει το περιβάλλον υποστήριξης που αναμένει θα αναλάβει πρωτοβουλίες ανασχηματισμού ή εκλογών.
Ωστόσο δεν είναι ο μόνος παράγοντας εξελίξεων στη χώρα. Η τρόικα μεταδίδει ήδη τον σκεπτικισμό της για τις μέχρι τώρα δημοσιονομικές επιδόσεις και μαζί διαπιστώνει ότι υπάρχουν καθυστερήσεις, αναστολές και αναβολές στο μεταρρυθμιστικό έργο που έχει αναλάβει η κυβέρνηση. Παρ’ ότι πολιτικά τόσο η Ευρωπαική Επιτροπή, όσο και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δείχνουν διάθεση βοήθειας και υποστήριξης, δεν κρύβουν τη δυσπιστία και την ανησυχία τους για τη συνέχεια. Αν νοιώσουν ότι δεν υπάρχουν αποθέματα δυνάμεων στην κυβέρνηση, αν διαπιστώσουν ότι δεν υπάρχουν δυνάμεις δεν το έχουν σε τίποτα να τραβήξουν το χαλί κάτω από τα πόδια της κυβέρνησης.
Ειδικά οι ευρωπαίοι που έχουν να διαχειρισθούν πολιτικά προβλήματα στις χώρες τους πρώτες θα μας αδειάσουν. Και τότε αναγκαστικά θα υπάρξουν δυσάρεστες εξελίξεις εδώ. Πρώτα οικονομικές και μετέπειτα πολιτικές. Τις οποίες προφανώς δεν αντέχει η χώρα, ούτε η πλειονότητα των πολιτών θέλει να δει.
Με άλλα λόγια η χώρα το τελευταίο που χρειάζεται αυτή τη στιγμή είναι να χάσει το ρυθμό της και να εισέλθει σε τροχιά αναστολής, αναβολής και οπισθοχώρησης.
Προφανώς και ο κ. Παπανδρέου δεν θέλει κάτι τέτοιο. Λογικώς δεν επιθυμεί να ακολουθήσει τον δρόμο του κ. Καραμανλή, που οργάνωσε τη δραπέτευσή του. Αντιθέτως δηλώνει μαχητής. Εχει λοιπόν την ευκαιρία και οφείλει να δώσει τη μεγάλη μάχη. Ακόμη κι αν τη χάσει, ακόμη κι αν θυσιασθεί..