Η ακριβής καταγραφή κι ερμηνεία του ιστορικού παρελθόντος αποτελεί εγχείρημα δύσκολο, αέναο και συλλογικό, ιδιαίτερα όταν το εν λόγω παρελθόν είναι και πρόσφατο και ταραγμένο. Μπορεί να διαθέτουμε πλέον μια σφαιρική και τεκμηριωμένη εικόνα για τη δεκαετία του ΄40, όμως τα κενά εξακολουθούν να παραμένουν μεγάλα.
Μεταξύ των ερευνητών που συνέβαλαν αποφασιστικά στη βελτίωση των γνώσεών μας για την περίοδο αυτή με τρόπο στέρεο και ρηξικέλευθο, ο Γρηγόρης Φαράκος προβάλλει ως ένας από τους κορυφαίους ιστορικούς της Αριστεράς, αλλά και της δεκαετίας του ΄40 γενικότερα.
Για να γίνει αντιληπτό το μέγεθος της συμβολής του, είναι απαραίτητο να επισημανθεί πως το κεντρικό πρόβλημα στη μελέτη της δεκαετίας του ΄40 ήταν ως πρόσφατα η έλλειψη πρωτογενών τεκμηρίων από τον χώρο της Αριστεράς. Μέχρι πρόσφατα διαθέταμε ελάχιστες πηγές που να φωτίζουν τη διαδικασία λήψης αποφάσεων μέσα στο ΚΚΕ, τις απόψεις των απλών μελών, των μαχητών και των στελεχών του, τα διλήμματα και τις διαμάχες στον ενδότερο ηγετικό κύκλο, καθώς και τις αντιλήψεις του κύκλου αυτού για τις εσωτερικές και διεθνείς εξελίξεις, τη στρατηγική του κόμματος και τις αποφάσεις τακτικής. Μαζί με τον Φίλιππο Ηλιού, ο Γρηγόρης Φαράκος άνοιξε ένα μοναδικό παράθυρο στο ΚΚΕ, επιτρέποντας στους ιστορικούς να ερμηνεύσουν με αντικειμενικότητα τον ρόλο του κόμματος αυτού στη Ελλάδα του ΄40.
Οταν, στη δεκαετία του ΄60, ξεκίνησα να ασχολούμαι σοβαρά με το θέμα των επιδιώξεων και της στρατηγικής του ΚΚΕ σε σχέση με τη μετακατοχική Ελλάδα, κατέληξα στο συμπέρασμα ότι οι φόβοι της «εθνικόφρονης» παράταξης αλλά και των Βρετανών σχετικά με την επιδίωξη κατάληψης της εξουσίας από τους κομμουνιστές ήταν σε μεγάλο μέρος είτε αβάσιμοι είτε υπερβολικοί, προϊόν αντικομμουνιστικής προκατάληψης και παραπληροφόρησης.
Χρειάστηκα τελικά κάμποσα χρόνια για να αντιληφθώ πως τα συμπεράσματά μου αυτά για τους στόχους και την τακτική του ΚΚΕ ήταν μόνο εν μέρει ορθά, ενδεχομένως και κάπως αφελή, καθώς μεταγενέστερες δημοσιευμένες μαρτυρίες ηγετικών κομματικών στελεχών, όπως ο Μήτσος Παρτσαλίδης και ο Γιάννης Ιωαννίδης, υποδείκνυαν πως οι φιλοδοξίες και τα σχέδια της κομμουνιστικής ηγεσίας καθ΄ όλη τη διάρκεια της κατοχής ξεπερνούσαν την απελευθέρωση της χώρας και στόχευαν στην κατάληψη της εξουσίας. Και πάλι όμως επρόκειτο για προσωπικές εκτιμήσεις, καταγραμμένες χρόνια μετά τα γεγονότα, πιθανώς ιδιοτελείς κι εγωιστικές, που σε καμία περίπτωση δεν θα μπορούσαν να υποκαταστήσουν τα πρωτογενή τεκμήρια και να αποτελέσουν τη βάση μιας σοβαρής ιστορικής ερμηνείας.
Εδώ ακριβώς έγκειται η συμβολή του Γρηγόρη Φαράκου. Εχοντας εξετάσει πληθώρα τεκμηρίων του ΚΚΕ, και με βάση τη σπάνια προσωπική του εμπειρία ως ηγετικού στελέχους του ΚΚΕ, ο Φαράκος μπόρεσε να καταλήξει σε έγκυρα πορίσματα για τους στόχους και τη στρατηγική του ΚΚΕ στη διάρκεια της κατοχής. Από τις έρευνες και τα στοιχεία που παραθέτει προκύπτει πλέον αδιαμφισβήτητα πως από τις πρώτες κιόλας μέρες της κατοχής βασικός στόχος του ΚΚΕ ήταν η κατάληψη και μονοπώληση της εξουσίας (χωρίς αυτό να σημαίνει, βέβαια, πως το ΚΚΕ απέφυγε τα σφάλματα στην πορεία). Στη λογική αυτή εντάσσεται πλήρως και η ίδρυση του ΕΑΜ και του ΕΛΑΣ. Τα στοιχεία που παραθέτει ο Φαράκος επιβεβαιώνουν πλήρως τις καταγραμμένες εκ των υστέρων δηλώσεις του Ιωαννίδη. Ανάμεσα στα συμπεράσματα καιστοιχεία που έφερε στο φως η έρευνα του Φαράκου αξίζει να σημειωθούν τελείως ενδεικτικά και τα παρακάτω: * Για την ηγεσία του ΚΚΕ, η ανάληψη της εξουσίας ισοδυναμούσε τελικά με την εγκαθίδρυση μιας δικτατορίας του προλεταριάτου: η κυβέρνηση εθνικής ενότητας δεν είχε νόημα παρά μόνο σαν ένα προσωρινό βήμα προς τον απώτερο αυτό σκοπό. * Η δημοσίευση της αναφοράς του Α. Στρίγκου τον Αύγουστο του 1944 περί προετοιμασίας των οργανώσεων και του στρατού «για να καταλάβουν της πόλεις».
* Η δημοσίευση της έκθεσης Μακρίδη με το επιχειρησιακό σχέδιο κατάληψης της Αθήνας μετά την αποχώρηση των Γερμανών που συντάχθηκε τον Νοέμβριο του 1943, καθώς και της αναθεωρημένης εκδοχής της του Απριλίου 1944.
* Η απόφαση της ηγεσίας του ΚΚΕ να αγνοήσει τις πιέσεις του Αρη Βελουχιώτη για άμεση κατάληψη της Αθήνας τον Οκτώβριο του 1944, μια καθυστέρηση που απέβη τελικά μοιραία. Παρά τους μακροπρόθεσμους στόχους του ΚΚΕ, τα Δεκεμβριανά δεν προέκυψαν ως αποτέλεσμα μιας εσκεμμένης επιχείρησης κατάληψης της εξουσίας αλλά από τις λανθασμένες εκτιμήσεις και υπολογισμούς και των δύο πλευρών.
Αν πρέπει να καταλήξουμε σε κάποιον συμπερασματικό χαρακτηρισμό για την ερευνητική συμβολή του Γρηγόρη Φαράκου στο πεδίο της ιστοριογραφίας της δεκαετίας του ΄40, αυτός θα μπορούσε να συμπυκνωθεί στη δυνατότητά μας να δούμε χωρίς κανέναν πλέον ενδοιασμό τα χρόνια της κατοχής και της αντίστασης ως την πρώτη πράξη στην τραγωδία που υπήρξε ο εμφύλιος πόλεμος.
Ο κ. Γιάννης Ιατρίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Southern Connecticut University.