H σοβιετική ηγεσία – ο Στάλιν προσωπικώς – ήταν αντίθετη στο «δεύτερο αντάρτικο» στην Ελλάδα, όπως ήταν αντίθετη στην αποχή που κήρυξε το KKE στις εκλογές του 1946 και στην παραίτηση των υπουργών του EAM-KKE από την κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας του Γεωργίου Παπανδρέου, η οποία απετέλεσε την αφετηρία των Δεκεμβριανών.
Δεν είναι η πρώτη φορά που αναφέρονται αυτά, αλλά τώρα επιβεβαιώνονται με τρόπο σαφή και επιγραμματικό από μια απολύτως έγκυρη πηγή. Από τον Γκεόργκι Δημητρώφ, γραμματέα της Κομιντέρν (1936-1943), του συντονιστικού οργάνου των κομμουνιστικών κομμάτων εκείνης της εποχής και εκ των «εμπίστων και προσφιλών» συνεργατών του Στάλιν ως τον θάνατό του, τον Ιούνιο του 1949. Τελευταία κυκλοφόρησαν σελίδες από το Ημερολόγιό του (*), στο οποίο αποσπασματικά αναφέρονται συναντήσεις του με στελέχη του KKE στη διάρκεια της Κατοχής και αργότερα, εκτιμήσεις του ίδιου του Στάλιν και της σοβιετικής ηγεσίας για την τύχη του δεύτερου αντάρτικου και για την πολιτική της ηγεσίας του KKE. Από τα γραφόμενα του Δημητρόφ προκύπτει ότι όλη η τακτική και πολιτική του KKE ήταν λαθεμένη, κατά την άποψη των Σοβιετικών και του συγγραφέα, οι οποίοι επανειλημμένα υπέδειξαν στους έλληνες συντρόφους τους λάθη και άστοχες ενέργειές τους.
Αργά το απόγευμα της 2ας Σεπτεμβρίου 1946 ο Δημητρόφ επισκέπτεται τον Στάλιν στο Κρεμλίνο και, παρουσία των Μολότοφ, Ζντάνοφ, Μπέρια, Μικογιάν και Μαλένκοφ, συζητούν τα άμεσα προβλήματα της μεταπολεμικής Ευρώπης. Γράφει ο Δημητρόφ στο Ημερολόγιό του: «… Σχετικά με την τακτική του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος ο Στάλιν υπογράμμισε το γεγονός ότι οι έλληνες κομμουνιστές έκαναν λάθος προηγουμένως μποϊκοτάροντας τις βουλευτικές εκλογές. Το μποϊκοτάζ έχει έννοια όταν έχει ως αποτέλεσμα την αποτυχία των εκλογών. Διαφορετικά, είναι ανοησία, είπε». Ηταν όμως ενημερωμένος ο Δημητρόφ για τις εκλογές στην Ελλάδα. Στις 2 Απριλίου 1946 τον «επισκέφθηκε ο Ζαχαριάδης. Μας ενημέρωσε για την κατάσταση στην Ελλάδα σχετικά με τις εκλογές και σχετικά με το κόμμα και το EAM» γράφει.
Στις 10 Ιανουαρίου 1945 ο Στάλιν τηλεφωνεί στον Δημητρόφ και τον ενημερώνει για τη συζήτηση που είχε με μια γιουγκοσλαβική αντιπροσωπεία γύρω από τα Βαλκάνια και τα εθνικά, συνοριακά και κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Στην Ελλάδα οι ένοπλες δυνάμεις του EAM-ΕΛΑΣ έχουν υποχωρήσει από την Αθήνα. Ο Στάλιν λέει, «…(τους) συμβούλευσα να μην αρχίσουν αυτόν τον πόλεμο στην Ελλάδα. Οι άνθρωποι του ΕΛΑΣ δεν έπρεπε να παραιτηθούν από την κυβέρνηση Παπανδρέου. Εκαναν κάτι πέραν των δυνάμεών τους. Είναι προφανές ότι υπολόγιζαν ότι ο Ερυθρός Στρατός θα κατέβαινε στο Αιγαίο. Δεν μπορούμε να κάνουμε κάτι τέτοιο. Ούτε μπορούμε να στείλουμε τον στρατό μας στην Ελλάδα. Οι Ελληνες έκαναν μια ανοησία». Οπως γράφει ο Δημητρόφ στις 8 και 9 Δεκεμβρίου 1944, δηλαδή τέσσερις μόνο ημέρες μετά τις πρώτες μάχες στο κέντρο της Αθήνας, «έστειλα στον Μολότοφ ένα ερώτημα του Πέτρου Ρούσου, μέλους του πολιτικού γραφείου του ελληνικού Κομμουνιστικού Κόμματος, ο οποίος έφθασε προ ημερών στη Σόφια για να θέσει το ερώτημα στο βουλγαρικό KK: είναι δυνατόν να παρασχεθεί βοήθεια στο ελληνικό KK για να αντιμετωπίσει την ένοπλη επέμβαση της Αγγλίας; Πληροφόρησα τη Σόφια ότι υπό τις παρούσες συνθήκες οι έλληνες φίλοι μας δεν θα πρέπει να υπολογίζουν σε ενεργό επέμβαση και βοήθεια από εδώ. Επίσης συμβούλευσα το βουλγαρικό KK να μην εμπλακεί άμεσα στο ξεκίνημα του εσωτερικού αγώνα στην Ελλάδα».
«Οχι» είχαν διαμηνύσει οι Σοβιετικοί στην ηγεσία του KKE και στις αρχές του δεύτερου αντάρτικου. Γράφει ο Δημητρόφ στις 9 Φεβρουαρίου 1946: «Ελαβα απάντηση από τον Αλεξέιεφ (Μολότοφ) στο ερώτημα που έθεσαν οι έλληνες σύντροφοι – να ετοιμάζονται για ένοπλη εξέγερση εναντίον του αντιδραστικού μοναρχικού καθεστώτος ή να οργανωθούν για αυτοάμυνα με παράλληλη πολιτική κινητοποίηση των λαϊκών μαζών. Υποδείξαμε το δεύτερο». Πάντως, ενωρίτερα, όπως γράφει στις 28 Νοεμβρίου 1945, «ο σύντροφος Μοσέτοφ έφερε από τη Μόσχα 100.000 δολάρια για τους έλληνες συντρόφους». Ο ίδιος ο Δημητρόφ, όπως γράφει στις 8 Σεπτεμβρίου 1945, έστειλε την επομένη «έναν ταχυδρόμο στη Σόφια, τον οποίο συνοδεύει ο Μπασκάλοφ, που θα φέρει στον Κοστόφ 75.000 δολάρια να τα δώσει στον Ζαχαριάδη ως βοήθεια στο Κομμουνιστικό Κόμμα». Αργότερα, όταν ο Δημοκρατικός Στρατός ήταν πλέον γεγονός, το πολιτικό και στρατιωτικό πρόβλημα της Βαλκανικής είναι αντικείμενο συζήτησης της σοβιετικής ηγεσίας στο Κρεμλίνο υπό τον Στάλιν και λαμβάνονται αποφάσεις. Ευθύνες καταλογίζονται στη Γιουγκοσλαβία και στη Βουλγαρία για τη σύναψη στρατιωτικής συμφωνίας – την οποία φαίνεται η Μόσχα αγνοούσε – η οποία, πέραν των άλλων, «διευκόλυνε τη δράση των αντιδραστικών αγγλοαμερικανικών στοιχείων, προσφέροντάς τους πρόσθετες δικαιολογίες για να εντείνουν τη στρατιωτική τους επέμβαση στα ελληνικά και στα τουρκικά πράγματα…» γράφει ο Δημητρόφ στις 12 Αυγούστου 1947. Τα ίδια είχε επισημάνει προσωπικώς ο Στάλιν στον Δημητρόφ όταν συναντήθηκαν στην «ντάτσα» του πρώτου τέσσερις ημέρες ενωρίτερα. «Οι Αμερικανοί και οι Αγγλοι θα εκμεταλλευθούν (τη συμφωνία) για να αυξήσουν τη στρατιωτική βοήθειά τους στην Ελλάδα και στην Τουρκία».
Την πρώτη εβδομάδα του Φεβρουαρίου 1948 στο Κρεμλίνο, παρουσία όλης σχεδόν της σοβιετικής ηγεσίας, γιουγκοσλάβων κομμουνιστών και του Δημητρόφ, γίνεται μια σε βάθος επισκόπηση της κατάστασης στην Ανατολική Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Βαλκανική. Επισημαίνεται ότι ο Δημητρόφ «χωρίς να έχει επίσημη εξουσιοδότηση» υποστήριξε σε διεθνή συγκέντρωση στελεχών την ιδέα της «ομοσπονδοποίησης» της περιοχής με την ένταξη στο ομοσπονδιακό σχήμα της Πολωνίας, της Τσεχοσλοβακίας και της Ελλάδας. Ο Στάλιν το χαρακτήρισε «κατά βάση λάθος και από τακτικής πλευράς πολύ επώδυνο. Ολα αυτά διευκολύνουν τη δουλειά των ιδρυτών του Δυτικού συνασπισμού και δεν μπορούμε να αγνοήσουμε αυτό το γεγονός» γράφει στο Ημερολόγιό του ο Δημητρόφ (10/2/1948). Ο Στάλιν όμως έχει να πει και κάτι άλλο: «Οταν ο Δημητρόφ ή ο Τίτο μιλούν για κάποιες τρίτες χώρες, όλοι πιστεύουν ότι αυτά που λένε προέρχονται από τη Σοβιετική Ενωση».
H συζήτηση ζωηρεύει. Ο Μολότοφ, γράφει ο Δημητρόφ, «νομίζει ότι δεν πρέπει να επαναληφθούν τέτοια πράγματα». Και συνεχίζει ο σοβιετικός υπουργός: «Εντελώς τυχαία πληροφορηθήκαμε στο τέλος Ιανουαρίου ότι μια γιουγκοσλαβική μεραρχία πρόκειται να εισέλθει στην Αλβανία, στα ελληνοαλβανικά σύνορα, για να εμποδίσει οποιαδήποτε επίθεση των Αγγλοαμερικανών από την ελληνική πλευρά. Οι γιουγκοσλάβοι σύντροφοι δεν μας ενημέρωσαν προηγουμένως (…), οι Αλβανοί λέγουν ότι τους διαβεβαίωσαν ότι αυτό γίνεται με δική μας συγκατάθεση». Τον λόγο παίρνει κατόπιν ο Στάλιν, ο οποίος επανέρχεται στο ζήτημα της βαλκανικής ομοσπονδίας, το οποίο «ασφαλώς (…) παρέχει πολεμοφόδια στα αντιδραστικά στοιχεία της Αμερικής για να πείσουν την κοινή γνώμη ότι η Αμερική δεν κάνει ό,τι πρέπει για τον Δυτικό συνασπισμό, αφού ήδη υπάρχει (συνασπισμός) στα Βαλκάνια». H συζήτηση περνά κατόπιν στις «απειλές» που αντιμετωπίζει η περιοχή και, αιφνιδίως, ο Στάλιν ρωτά τον Γιουγκοσλάβο Καρντέλ: «Αν οι έλληνες αντάρτες ηττηθούν θα κάνετε πόλεμο;». «Οχι» απαντά ο Καρντέλ.
H συνέχεια, όπως τη δίνει ο Δημητρόφ: «Στάλιν. Στηρίζω τα συμπεράσματά μου σε ανάλυση των πιθανοτήτων που έχουν οι αντάρτες και οι αντίπαλοί τους. Τελευταία άρχισα να αμφιβάλλω ότι οι αντάρτες μπορούσαν να νικήσουν. Και αν δεν είμαστε σίγουροι πως οι αντάρτες θα νικήσουν, τότε το αντάρτικο πρέπει να περισταλεί. Οι Αμερικανοί και οι Αγγλοι έχουν πολύ σοβαρά συμφέροντα στη Μεσόγειο. Θέλουν να έχουν βάσεις στην Ελλάδα. Θα χρησιμοποιήσουν κάθε δυνατό μέσο για να υποστηρίξουν την κυβέρνηση που θα τους υπακούει. Πρόκειται για διεθνές ζήτημα μεγάλης σημασίας. Αν το αντάρτικο κίνημα ανασταλεί δεν θα έχουν δικαιολογία να επιτεθούν (στη Γιουγκοσλαβία). Δεν είναι πολύ εύκολο να αρχίσουν τώρα που δεν έχουν το πρόσχημα ότι οργανώνει τον εμφύλιο πόλεμο στην Ελλάδα». Και απευθυνόμενος στον Καρντέλ: «Αν όμως πιστεύετε πως οι αντάρτες έχουν πολλές πιθανότητες να νικήσουν, αλλάζει το πράγμα. Πάντως εγώ έχω κάποιες αμφιβολίες γι’ αυτό».
Σε ένα σημείο ο Βούλγαρος Κοστόφ ρωτά: «Θα αφήσουν οι Αμερικανοί να κερδίσουν οι αντάρτες;» Στάλιν: «Κανένας δεν θα τους ρωτήσει. Αν έχουν αρκετές δυνάμεις να νικήσουν και αν υπάρχουν άνθρωποι ικανοί να κινητοποιήσουν αυτές τις δυνάμεις, τότε ο αγώνας θα πρέπει να συνεχιστεί. Αλλά ας μη θεωρηθεί πως, αν δεν έρθουν βολικά τα πράγματα στην Ελλάδα, χάθηκε το παν. Οι γειτονικές της χώρες όμως πρέπει να είναι οι τελευταίες που θα αναγνωρίσουν την κυβέρνηση του στρατηγού Μάρκου. Αφήστε τους άλλους να είναι πρώτοι».
* The Diary of Georgi Dimitrov (1933-1949), Yale University Press, 2003, σελ. 497.