Η Σμύρνη, η μεγαλύτερη πόλη της Μικράς Ασίας, και μάλιστα με τον ελληνικό πληθυσμό να υπερτερεί του τουρκικού, θεωρήθηκε η κατ’ εξοχήν ελληνική πόλη, σύμβολο του αλύτρωτου ελληνικού έθνους. Η σημαντική οικονομική δραστηριότητα των Ελλήνων της Σμύρνης σε συνδυασμό με μια μεγάλη πολιτιστική κίνηση καθιστούσε τη Σμύρνη φορέα και κέντρο ελληνικότητας όλων των Ελλήνων της Μικράς Ασίας, δίαυλο επικοινωνίας και ενσωμάτωσης της Μικράς Ασίας στο Εθνος. Από την άλλη μεριά – την τουρκική – η Σμύρνη, η σπουδαιότερη πόλη της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, κυρίως μετά το τέλος των Βαλκανικών, το κέντρο εκμοντερνισμού και εξευρωπαϊσμού – πολιτιστικού, οικονομικού και πολιτικού – όλης της αυτοκρατορίας, θεωρήθηκε η πόλη-σύμβολο του τουρκικού έθνους· η πόλη-σύμβολο από την οποία εξαρτιόταν η επιβίωση για το παρελθόν, παρόν και μέλλον ενός ολόκληρου έθνους. Ο ελληνοτουρκικός πόλεμος 1919-1922 νομιμοποιήθηκε σε μεγάλο βαθμό και από τις δύο πλευρές στο όνομα της πόλης-συμβόλου· της Σμύρνης.
Τα δύο σχήματα – ελληνικό, τουρκικό -, όπως και πολλά άλλα (σμυρνιώτικος κοσμοπολιτισμός, οθωμανική ανοχή) τα οποία επιστρατεύονται για να περιγράψουν τη λάμψη και στη συνέχεια την καταστροφή της Σμύρνης, το καθένα από τη μεριά του ιστορικά μερικώς επαληθεύεται· παρουσιάζουν ωστόσο ένα σημαντικό κενό: η Σμύρνη παρουσιάζεται εντελώς αποκομμένη από το πολιτικό, χρονικό και εδαφικό πλαίσιο αναφοράς της: από τον οθωμανικό 19ο αι. της Μικράς Ασίας. Ο πληθυσμός της Σμύρνης είναι μεν στην πλειονότητά του ελληνικός, όμως εκτός από την πολύ λεπτή παράλια ζώνη η ενδοχώρα της κατοικείται στο μεγαλύτερο μέρος της από μουσουλμανικό πληθυσμό. Η οικονομική ανάπτυξη της Σμύρνης εξαρτάται απολύτως από τη μουσουλμανική ενδοχώρα. Η πόλη πλουτίζει από την ενδοχώρα ενώ η δεύτερη ζει από την πόλη. Συγχρόνως, η οικονομική ανάπτυξη των Ελλήνων εγγράφεται στο πλαίσιο του οθωμανικού εκμοντερνισμού και εξευρωπαϊσμού.
Οι Ελληνες εντάσσονται, και μάλιστα με πολύ δυναμικό τρόπο, στη διαδικασία του οθωμανικού εκμοντερνισμού του 19ου αι., διαδικασία από την οποία εξαρτάται ο δικός τους εκπλουτισμός, ενώ συγχρόνως από αυτούς εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό ο οθωμανικός εκμοντερνισμός. Υπάρχει μια σχέση αμοιβαιότητας: ο οθωμανικός εκμοντερνισμός εξαρτάται από τον δυναμικό εκμοντερνισμό των διαφορετικών πληθυσμών. Το ελληνικό οικονομικό, κοινωνικό και δημογραφικό θαύμα της Σμύρνης εξαρτιόταν λοιπόν σε μεγάλο βαθμό από το «οθωμανικό θαύμα» του εκμοντερνισμού, αλλά και το αντίστροφο.
* Το θαύμα της συνύπαρξης
Ο οθωμανικός εκμοντερνισμός είναι μια πολύπλοκη έννοια ως προς τον πολιτικό του προσδιορισμό: δεν ορίζεται κατά ενιαίο τρόπο. Ο πολιτικός διαχωρισμός τον 19ο αι. του «οθωμανικού» πληθυσμού σε μιλέτια (ξεχωριστά εθνοτικά σύνολα) σημαίνει ότι ο οθωμανικός εκμοντερνισμός συγκροτείται ως σύνολο των διαφορετικών εκμοντερνισμών του κάθε μιλετιού. Με αυτή την έννοια οι Ελληνες της Σμύρνης είναι ενταγμένοι στη διαδικασία του οθωμανικού εκμοντερνισμού, ως Ελληνες όμως, ως φορείς δηλαδή ενός «ελληνικού εκμοντερνισμού». Μέσα λοιπόν στον οθωμανικό πολιτικό και γεωγραφικό χώρο διαμορφώνονται ξεχωριστοί, οιονεί εθνικοί χώροι, ανάμεσα σε αυτούς και ο ελληνικός, ο οποίος όμως διεκδικεί την ελληνικότητά του μέσα στο πλαίσιο του ευρύτερου οθωμανικού χώρου. Οσο ο οθωμανικός εκμοντερνισμός ακολουθεί μια διαδικασία αμοιβαιότητας ανάμεσα στους διαφορετικούς εκμοντερνισμούς που τον συναπαρτίζουν τόσο η Σμύρνη αναδεικνύεται σε «θαύμα οθωμανικό», δηλαδή και ελληνικό, αλλά όχι μόνο. Η Σμύρνη του 19ου αι. και των αρχών του 20ού αι. με άλλα λόγια αποτελεί την αποτύπωση μιας σημαντικής ιστορικής περιόδου όπου η αμοιβαιότητα ανάμεσα στα διαφορετικά οιονεί εθνικά σύνολα διαμόρφωνε τους όρους ενός κοινού συμφέροντος.
Τόσο το «ελληνικό θαύμα» της Σμύρνης, για τους Ελληνες, όσο και το «οθωμανικό θαύμα» της Σμύρνης, για τους Τούρκους, δεν συνιστούν παρά το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου κατά την οποία το συμφέρον του κάθε εθνικού συνόλου οριζόταν σε αμοιβαιότητα με το συμφέρον των άλλων. Αυτό τελικά που διέπει την αμοιβαιότητα της ύπαρξης των διαφορετικών εθνικών συνόλων είναι η μεταξύ τους ανοχή. Μια ανοχή που άστοχα κατά τη γνώμη μου αποδίδεται αναδρομικά σε όλη τη διάρκεια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (ότι δηλαδή η οθωμανική εξουσία από πάντα είχε ως πολιτικό της γνώρισμα την ανοχή).
Ο πολιτικός όρος ανοχή δεν υπήρχε στην Οθωμανική Αυτοκρατορία, αρχίζει όμως να διαμορφώνεται τον ύστερο 19ο αι. ως προϊόν μιας αμοιβαίας εξάρτησης· η επιβίωση του οθωμανικού πολιτικού και γεωγραφικού χώρου εξαρτάται από την οικοδόμηση ανοχής ανάμεσα στα διαφορετικά εθνικά σύνολα και την εξουσία και στα διαφορετικά εθνικά σύνολα μεταξύ τους. Η Σμύρνη λοιπόν του 19ου αι. και των αρχών του 20ού αι. αποτελεί την αποτύπωση αυτής της «οθωμανικής ανοχής», είναι κυρίως το προϊόν της ανοχής που οικοδομούν σταδιακά οι πληθυσμοί ως διαφορετικά εθνικά σύνολα μεταξύ τους.
Σε αυτό το πλαίσιο δημιουργήθηκε και ο περίφημος «σμυρνιώτικος κοσμοπολιτισμός», ο οποίος μάλιστα από πολλούς θεωρήθηκε η αιτία του θαύματος της Σμύρνης. Ωστόσο η Σμύρνη δεν είναι σε καμία περίπτωση προϊόν κοσμοπολιτισμού· αντιθέτως ο σμυρνιώτικος κοσμοπολιτισμός είναι προϊόν της κοσμοπολίτικης συμπεριφοράς των διαφορετικών εθνικών συνόλων. Μια κοσμοπολίτικη συμπεριφορά που χαρακτηρίζει λίγο ως πολύ όλες τις κοινωνικές τάξεις και ταυτίζεται με την έννοια της συνύπαρξης. Ετσι ο σμυρνιώτικος κοσμοπολιτισμός δεν είναι α-εθνικός, είναι αποτέλεσμα αμοιβαιότητας, κοινωνικής και οικονομικής συνύπαρξης των διαφορετικών εθνικών συνόλων. Με αυτή την έννοια η Σμύρνη δεν «καταστρέφεται» επειδή ο α-εθνικός κοσμοπολιτισμός της υποχωρεί κάτω από το βάρος της ξαφνικής συγκρότησης εθνικών συνόλων. Αυτά τα σύνολα στη Σμύρνη υπήρχαν καιρό πριν.
Η Σμύρνη αρχίζει να εξελίσσεται σε πόλη-σύμβολο ανταγωνισμού των διαφορετικών εθνικών συνόλων όταν οι αρχές της αμοιβαιότητας, της συνύπαρξης και της ανοχής δεν ορίζουν πλέον τους όρους εθνικής επιβίωσης του καθενός από αυτά τα σύνολα. Οταν με λίγα λόγια η ιδιότυπη οθωμανικότητα του 19ου αι. αρχίζει να διεκδικείται είτε στην ολότητά της – νεοτουρκική εξουσία – είτε στη μερικότητά της – ελληνικό κράτος – μονοπωλιακά από το κάθε εθνικό σύνολο ξεχωριστά. Οταν δηλαδή οι Νεότουρκοι, στο όνομα του οθωμανικού κράτους, διεκδικούν τον εκτουρκισμό όλου του χώρου και του πληθυσμού, ενώ το ελληνικό κράτος στο όνομα της ελληνικότητας ενός μέρους του οθωμανικού πληθυσμού διεκδικεί την ελληνικότητα μέρους (έως όλης) της Μικράς Ασίας.
* Η εθνική εχθρότητα
Σε αυτό το πλαίσιο η Σμύρνη σταδιακά θα εξελίσσεται σε απόλυτο εθνικό σύμβολο ανταγωνισμού και σύγκρουσης ανάμεσα σε δύο έθνη: η επιβίωση της ίδιας της πόλης και του «θαύματός της» θα εξαρτάται από την ένταξή της είτε στον ελληνικό πολιτικό χώρο είτε στον τουρκικό. Η «καταστροφή της Σμύρνης» αποτυπώνει με τον πλέον εναργή τρόπο την ενσωμάτωση του πρώην μικρασιατικού χώρου στην ιστορική διαδικασία των εθνικιστικών συγκρούσεων: στη διαδικασία οριοθέτησης των εθνικών συνόλων αποκλειστικά και μόνο μέσα από τη μεταξύ τους σύγκρουση, μια σύγκρουση μάλιστα αναδρομική και αιώνια. Οσο η Σμύρνη θα παραμένει το αιώνιο σύμβολο της εθνικιστικής εχθρότητας Ελλήνων και Τούρκων τόσο θα υπονομεύει την «άλλη Σμύρνη»: την «πολυεθνική Σμύρνη» της εθνικής συνύπαρξης και της εθνικής ανοχής.
Η κυρία Σία Αναγνωστοπούλου είναι επίκουρη καθηγήτρια της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.