Ο 20ός αιώνας ανακηρύχθηκε αιώνας του σεξ από το περιοδικό «Playboy» και ένα από τα επιτακτικότερα κληροδοτήματά του, το «δικαίωμα στη διαφορά», πυροδότησε και πυροδοτεί καταστάσεις που δεν θα αργήσουν να απασχολήσουν έντονα και τη δική μας κοινωνία στα επόμενα χρόνια. Στα δυτικά μέτωπα, και ενώ η επέλαση της «διαφορετικότητας» βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, πολλοί επιδοκιμάζουν, αρκετοί αμηχανούν και ελάχιστοι Σαμψών της «ορθοδοξίας» σκέφτονται: «Αποθανέτω η ψυχή μου μετά των ομοφυλοφίλων».


Ακριβώς λόγω των τελευταίων η αγγλική Σκότλαντ Γιαρντ έχει στα σκαριά μια καινούργια ειδική μονάδα για την καταπολέμηση της λεγόμενης «ομοφοβίας». Αξιον και δίκαιον ­ τουλάχιστον για μια χώρα όπου ειδικές δυνάμεις ομοφοβικών καταδρομέων και ποικίλοι φαλαγγίτες του «ματσίσμο» μαστιγώνουν τελετουργικά όσους ενδημούν ύποπτα στις δημόσιες τουαλέτες. Δεν έχω πληροφορίες για ανάλογα περιστατικά εντός της ελληνικής επικρατείας ­ πιθανώς όχι μόνο επειδή ως έθνος δεν ρέπουμε γενικώς σε τέτοιου είδους συλλογικές αυτοδικίες αλλά κυρίως επειδή οι δημόσιες τουαλέτες μας υφίστανται κατά κανόνα μόνο ως απωθημένα στο συλλογικό μας υποσυνείδητο και όταν υφίστανται σποραδικώς και απροσδοκήτως ως κτιριακή πραγματικότητα είναι επισκέψιμες για τόσο περίπου χρόνο όσο μπορεί να κρατήσει την αναπνοή του ένας παλιός καλός σφουγγαράς της Καλύμνου.


Οι ρευστές ταυτότητες


Εγχώριο πρόβλημα φοβιών και δυσπιστίας, ενίοτε και διακρίσεων, ασφαλώς υπάρχει, αλλά τα δεδομένα, συνδυαζόμενα με το ιδιόρρυθμο της φυλής, μου λένε ότι σε λογικά σύντομο χρονικό διάστημα θα παύσουμε να αναζητούμε αποδιοπομπαίους της «διαφορετικότητας» ενώ ακόμη θα συνεχίζουμε να αναζητούμε τα ακριβοθώρητα αρχικά που υπόσχονται ανακούφιση. Οχι, δεν είμεθα έθνος «ανάδελφον», όπως βέβαια δεν είμεθα και έθνος φονταμενταλιστών: Ο καρδινάλιος της Γλασκόβης μόλις προχθές μίλησε για «διαστροφή» τη στιγμή που τα καθ’ ημάς τηλεοπτικά πάνελ καταυγάζουν τις μεταμεσονύκτιες ώρες μας με προύχοντες της χριστιανικής και της άλλης αδελφότητας που επιχειρηματολογούν σε νηφάλιες και εποικοδομητικές συνομιλίες. Οι εμπροσθοφυλακές της μετανεοτερικότητας εορτάζουν τη νέα εποχή των ρευστών ταυτοτήτων και της κάρτας απεριορίστων επιλογών· οι μη προκατειλημμένοι αναγνωρίζουν ότι οι προσωπικές επιλογές είναι απόλυτα σεβαστές όταν οριοθετούνται από την απαραίτητη διακριτικότητα, τη συναίνεση και τον σεβασμό των άλλων· και είμαι απόλυτα βέβαιος ότι αν η επόμενη «ερώτηση της ημέρας» αφορά την ομοφυλοφιλία, το οπισθόφυλλο του «Βήματος» θα καταγράψει καλή προαίρεση, ίσως ευγενική αμηχανία, πιθανώς ορισμένες επιφυλάξεις, αλλά τίποτε επιθετικό. Εννοείται, βέβαια, ότι μπορούμε και καλύτερα. Ως εδώ καλά ­ σχεδόν απλά. Αλλά το ζήτημα της ομοφυλοφιλίας, όπως και τα υπόλοιπα ακανθώδη που περιλαμβάνει η ατζέντα της πολιτικής ορθότητας, παλινδρόμησε και παλινδρομεί ανάμεσα σε ακραίες τοποθετήσεις. Και επειδή δεν είναι, υποθέτω, και τόσο εύκολο να συζητήσουμε με τους καρδινάλιους που έχουν ήδη ταξινομήσει τους «διαφορετικούς» σε κάποιο από τα στεφάνια της δαντικής κόλασης, θα ήταν πιο ενδιαφέρον να δούμε τι συμβαίνει στην άλλη πλευρά όταν η ανθρωπιστική και κοινή λογική του μη αποκλεισμού γίνεται υπερβάλλων ζήλος και υπερ-αντισταθμιστική πόζα.


Η «υπεροχή» του λόμπι


Ενα από τα «πόστερ» του λονδρέζικου μετρό, ευφυές και λογοπαιγνιώδες ως συνήθως, επισημαίνει ότι το περίεργο δεν είναι η ομοφυλοφιλία αλλά η προκατάληψη. Η σοφιστεία της μαξιμαλιστικής διατύπωσης («προκατάληψη») ενοχοποιεί έμμεσα ακόμη και τις ρεαλιστικές διαβαθμίσεις της «λογικής ένστασης» ή της «ελαφράς επιφύλαξης» και δεν αφήνει άλλη κοινωνικά αποδεκτή επιλογή από τη θετική επαναξιολόγηση. Ασφαλώς, το «ελάτε να το συζητήσουμε» ή το «ξανασκεφτείτε το χωρίς προκαταλήψεις» είναι πολύ χαλαρά, και είναι η πραξικοπηματική λογική που κάνει δραστικότερο το διαφημιστικό μήνυμα· αλλά, ως γνωστόν, μέρος της ίδιας λογικής είναι να σε πείσει όχι απλώς ότι το προϊόν είναι τόσο καλό όσο και τα άλλα, αλλά καλύτερο.


Η υποδήλωση του «καλύτερου» γίνεται όμως και με πιο ακτιβιστικές μεθόδους. Πιστεύει κανείς ότι οι «γκέι» που παρελαύνουν στις μητροπολιτικές λεωφόρους του πόθου, επιδεικνύοντας εσώψυχα και εσώρουχα, αυτοσαρκάζονται ή παραληρούν εν πνεύματι καρναβαλικής ασυδοσίας; Αν καταλαβαίνω καλά τη φιλοσοφία των εχόντων το γενικό πρόσταγμα, τέτοιες εκδηλώσεις μάλλον διατρανώνουν (και εδώ διασκευάζω απλώς κατατεθειμένες δηλώσεις) τις νέες αξίες μιας συναισθηματικά ορθής και, κυρίως, μη φαλλοκρατικής κοινωνίας που σφύζει από μια καινούργια και ανώτερη ηθική υγεία. Δεν γνωρίζω παράτες που ευαγγελίζονται αδερφοσύνη, ισότητα και δικαιοσύνη, αλλά αν τέτοιες υπάρχουν το υποδόριο μήνυμα είναι πάντα «δοξάστε μας». Και σε τέτοιες περιπτώσεις δεν μιλάνε συνάνθρωποι που διεκδικούν το καθ’ όλα σεβαστό δικαίωμα να μην έχουν τη δική σου σεξουαλική συμπεριφορά, αλλά «λόμπι» που διαφημίζουν την υπεροχή της δικής τους ευαισθησιακής, ιδεολογικής και, ενίοτε, ακαδημαϊκής ατζέντας. Δεν είναι εύκολο να συγκεφαλαιώσει κανείς μια κατάσταση που βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, είναι όμως ήδη ορατή στην ανεπτυγμένη Δύση μια δυναμική που, υπερβαίνοντας το αυτονόητο αίτημα του μη αποκλεισμού και έχοντας εξασφαλίσει τις απαραίτητες νομοθετικές και θεσμικές εγγυήσεις γι’ αυτό, δημιουργεί τις προϋποθέσεις για τελική έφοδο στα παραδοσιακά οχυρά της ανδροκρατίας και της ανδροπρέπειας. Η αγγλικανική Εκκλησία, που έχει ήδη στους κόλπους της άξιες διακόνισσες, απογράφει τώρα τους «γκέι» εφημέριους. Οι επίσκοποι, όταν δεν διαρρηγνύουν τα άμφιά τους, αμηχανούν. Η σιωπηλή εγκύκλιος είναι: μην τους ενοχλείτε εφόσον δεν αυτοαποκαλύπτονται· όμως το λαλίστατο λόμπι, διακηρύσσοντας την προτεραιότητα της προσωπικής επιλογής έναντι της Δογματικής και των Γραφών, ζητάει καθαρές λύσεις· και πολλοί προβλέπουν ότι η Καντερβουρία σύντομα θα ενδώσει. Το Βατικανό έχει, αν έχει, βραδύτερα ανακλαστικά. Αλλά ο Πάπας τελεί ήδη σε μερική έκλειψη και τα άτυπα κονκλάβια βάζουν ήδη τα στοιχήματά τους: μπορεί να είναι έγχρωμος ιεραπόστολος, μπορεί να είναι λατινοαμερικανός κομαντάντε. Μπορεί, αλλά το λόμπι με πρόσφατη παράστασή του ζητάει σε πρώτη φάση να είναι πάπισσα. Αν εδώ λανθάνει ένας πολιτικά ορθός δαρβινισμός, το καταληκτικό στάδιο της εξέλιξης είναι προβλέψιμο. Το ενδεχόμενο ενός «γκέι» Πάπα είναι πλέον ανέκδοτο μόνο για τους άπιστους Θωμάδες. Ενας «γκέι» Πάπας έχει ξεχωριστό ενδιαφέρον: γιατί θα το πει urbi et orbi. Και δεν βλέπω γιατί θα πρέπει να πτοηθούμε εμείς ­ άλλωστε το Σχίσμα και η Ουνία έγιναν από Πάπες που ήταν «στρέιτ».


Ο άκρατος συντηρητισμός


Αλλά ο μέγας στρατηγικός στόχος είναι τώρα η Βαστίλλη της ανδροπρέπειας και της αρρενωπότητας: ο στρατός. Εξι ομοφυλόφιλοι που εκδιώχθηκαν από τις βρετανικές ένοπλες δυνάμεις λόγω σεξουαλικού προσανατολισμού έσυραν το υπουργείο Αμυνας στο ευρωπαϊκό δικαστήριο ανθρωπίνων δικαιωμάτων και δικαιώθηκαν. Τα στρατιωτικά επιτελεία των άλλων χωρών-μελών του ΝΑΤΟ, πιθανώς στο πλαίσιο της νεοφανούς ανθρωπιστικής ευαισθησίας τους, δεν έχουν κατ’ αρχήν πρόβλημα, αρκεί ο Φριτς και ο Γιόχαν να μη μεταφέρουν τα εν οίκω στον στρατώνα. Στην υπερατλαντική νατοϊκή ναυαρχίδα επικρατεί αναστάτωση: οι εν χρω κεκαρμένοι ράμπο με τις τραπεζοειδείς σιαγόνες επιμένουν ακόμη ότι η τελειότερη στρατιωτική μηχανή που γνώρισε ποτέ η ανθρωπότης μπορεί να λειτουργήσει μόνο με αρσενικές τεστοστερόνες. Ο Μπιλ Κλίντον είτε από ιδιοσυγκρασία είτε επειδή δεν έχει πια προεκλογικά ντέρτια, συμφωνεί· η Χίλαρι Κλίντον είτε για να τον εκδικηθεί έμμεσα είτε επειδή έχει προεκλογικά ντέρτια υπόσχεται ήδη στρατολογικό γραφείο στην καρδιά του Σαν Φρανσίσκο.


Ορισμένοι προειδοποιούν ότι οι ένστολοι ομοφυλόφιλοι θα παραβλάψουν το αξιόμαχο του στρατού. Το ζήτημα δεν είναι και τόσο απλό. Η ρωμαϊκή παράδοση επιβεβαιώνει ότι το imperium θέλει τόλμη και άντρες ­ ένας «γκέι» λεγεωνάριος και ένας «γκέι λάβινγκ» εκατόνταρχος θα ήταν τα δύο συντομότερα ρωμαϊκά ανέκδοτα. Από την άλλη μεριά υπάρχει το διόλου ευκαταφρόνητο σπαρτιατικό παράδειγμα: προφανώς και οι τριακόσιοι ήταν υπέροχοι· είναι όμως βέβαιο ότι και οι τριακόσιοι ήταν «στρέιτ»; Περιμένω να δω τι θα στοχαστεί επ’ αυτού ο Ακης Τσοχατζόπουλος αν βρεθεί αντιμέτωπος με το πρόβλημα.


Κανείς δεν είναι τόσο αφελής που να συγχέει τον «Στρατό της Σωτηρίας» με το «Γουέστ Πόιντ». Οι ακτιβιστές που θέλουν τον στρατό «περιεκτικό», θέλουν απλώς μια συμβολική νίκη ενάντια σε αυτό που βλέπουν ως «κουλτούρα της ανδροπρέπειας» και πάνω στον αναθεωρητικό τους ζήλο φαίνεται να ζητούν όχι διακριτική ισοτιμία αλλά προκλητική αντιστροφή. Ισως αυτό να είναι η αναγκαία συνθήκη για την τελική ισορροπία· αλλά προς το παρόν αυτό που φαίνεται είναι η δημιουργία ενός παράλληλου κόσμου με τους δικούς τους «γκέι» θεσμούς: «γκέι» μπαρ, «γκέι» βιβλιοπωλεία, «γκέι» θέατρα, «γκέι» λογοτεχνία, «γκέι» διακοπές και, κυρίως, «γκέι» πολιτική και «γκέι» κουλτούρα. Είναι όλοι αυτοί αναξιοπαθούντες πρόσφυγες του ανδροκρατικού φασισμού και του καταπιεστικού «ματσίσμο»; Ή επιχειρούν να σοκάρουν τους ψοφοδεείς και πουριτανικούς μικροαστούς όλου του κόσμου; Είναι βέβαιοι ότι οι διαφορετικές κοινότητες στις οποίες έχουν αυτομολήσει και πολιτογραφηθεί δεν εμφανίζουν τα ίδια κρούσματα κομφορμισμού, πουριτανισμού, στενομυαλιάς, καταπίεσης και σεξουαλικής μονομανίας που ενδημούν στο «παλαιό καθεστώς»; Αντιλαμβάνονται ότι οι «περήφανες παρελάσεις» και τα θεατρικά παραφερνάλια του κινήματος των «γκέι» γίνονται ήδη οχήματα της παγκοσμιοποιούμενης «μπιγκ μπίζνες», ακριβώς όπως οι συρμοί των Μακ Ντόναλντς και οι αλυσίδες των «μπέργκερς»;


Το να είσαι προκατειλημμένος είναι κακό, συχνά και επικίνδυνο. Αλλά αυτό που πολλοί δεν καταλαβαίνουν είναι το γιατί θα έπρεπε να προκαταληφθούμε «υπέρ» προκειμένου να εξιλεωθούμε για την προκατάληψη «κατά». Το αμέσως χειρότερο μετά τον άκρατο συντηρητισμό είναι ο άκριτος προοδευτισμός· και το γελοιότερο από όλα είναι το να περνάς κατευθείαν από το ένα στο άλλο. Στη Βρετανία η πρόσφατη κατάργηση ενός σεξιστικού νόμου ανοίγει τον δρόμο για «γκέι» κατήχηση στα σχολεία, και ο υπουργός Παιδείας πασχίζει να κατευνάσει τους εξοργισμένους συλλόγους γονέων και κηδεμόνων. Πολλοί, υποθέτω, θα τραβήξουν κάπου εδώ τη γραμμή. Οι «άλλοι» πρέπει να αρχίζουν να ετοιμάζονται για την επόμενη «περήφανη παρέλαση» ­ στη Ρώμη, από 1 ως 9 Ιουλίου, του Πάπα επιτρέποντος ή μη επιτρέποντος και ενώ οι ρωμαιοκαθολικοί χατζήδες θα συρρέουν στο ίδιο ραντεβού για το ιερό έτος 2000.


Ο κ. Θεόδωρος Δ. Παπαγγελής είναι καθηγητής του Τμήματος Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.