Σμήνη Αθηναίων νεόκοπων και μη περνάνε καθημερινά από την οδό Καραγεώργη Σερβίας, στο Σύνταγμα· ελάχιστοι όμως γνωρίζουν κάτι για την προσωπικότητα της οποίας το όνομα έχει ο δρόμος.
Πράγματι, η αίγλη της δικής μας Επανάστασης ρίχνει σε λήθη γεγονός σπουδαίο: Ο ελληνικός ξεσηκωμός δεν ήταν ο πρώτος στα Βαλκάνια κατά των Οθωμανών· οι πρώτοι που αποτελεσματικώς άδραξαν τα όπλα ήταν οι Σέρβοι με αρχηγό τον Καραγεώργη, εκείνον της φερώνυμης οδού.
Τι ξέρουμε για αυτόν; Αρκετά. Ηταν ψηλός και ρωμαλέος, θαρραλέος αλλά και βίαιος. Το δέρμα του είχε μαυρίσει από τη ζωή στην ύπαιθρο και οι Τούρκοι, που είχαν μάθει να τον φοβούνται, τον ονόμασαν Καρά, δηλαδή «μαύρο». Η σύγκρισή του με τον δικό μας τον Κολοκοτρώνη είναι ενδιαφέρουσα και διδακτική. Και οι δύο πράγματι μπόρεσαν να εκφράσουν τον οραματισμό και τη βούληση του λαού τους· και οι δύο κατέλαβαν σε μάχες αποφασιστικές τους Οθωμανούς, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο στην ελευθερία του τόπου τους· και οι δύο, τέλος, αντιμετώπισαν την εχθρότητα εκείνων ακριβώς που λύτρωσαν. Και εδώ σταματάει ευτυχώς ο παραλληλισμός, διότι ο μεν Καραγεώργης σκοτώθηκε από Σέρβους το 1817, ενώ ο δικός μας ο Γέρος μπήκε, ως γνωστόν, στη φυλακή αλλά δεν πρόλαβαν να τον θανατώσουν. Οπως και να είναι, η σερβική εξέγερση, που άρχισε το 1804, είχε ευτυχή κατάληξη περίπου τον ίδιο καιρό που τελείωνε ο δικός μας πόλεμος: Αν και ο Καραγεώργης, ο οποίος είχε μυηθεί στη Φιλική Εταιρεία, δεν μπόρεσε λόγω του θανάτου του να προσδώσει στην Ελληνική Επανάσταση τον ουσιαστικώς διαβαλκανικό χαρακτήρα που πολλοί ήθελαν, ωστόσο το 1830 υπήρχε παράλληλα με το ελληνικό κράτος και άλλο, σέρβικο αυτόνομο όμως αυτό το δεύτερο και όχι ανεξάρτητο σαν το πρώτο.
Ετσι η ιστορία των δύο λαών μπήκε ξανά σε τροχιά παράλληλη, τις αρχικές φάσεις της οποίας έντονα θυμίζει τοπωνύμιο της Δυτικής Μακεδονίας, η λέξη Σέρβια συγκεκριμένα. Η παλιά αυτή πόλη χτίστηκε κατά πάσα πιθανότητα τον 7ο αιώνα από τον αυτοκράτορα Ηράκλειο, ο οποίος ήθελε να φέρει στον χριστιανισμό Σέρβους, που κινούνταν τότε σε βόρειες παρυφές της ελληνικής χερσονήσου. Η προσπάθεια τελεσφόρησε, αν και ολοκληρώθηκε σε φάσεις διαδοχικές: οι Σέρβοι, όπως και οι Ρώσοι αργότερα, με πρωτοβουλία των Ελλήνων ασπάστηκαν τον χριστιανισμό, με αποτέλεσμα η αυτοκρατορική εξουσία της Κωνσταντινούπολης να βρίσκει σε αυτούς, ως τον 10ο αιώνα τουλάχιστον, συμμάχους και όχι σφετεριστές.
Και στη συνέχεια όμως, όταν η κάμψη του ελληνικού κράτους άνοιγε κενό στη Χερσόνησο του Αίμου, η σερβική μοναρχία επιδίωξε να εμφανιστεί μάλλον ως συνέχεια της ελληνικής παρά ως νικητής της. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό πως ο πρώτος μεγάλος σέρβος ηγεμόνας, ο Στέφανος Νεμάνια, πέθανε ως μοναχός στο Αγιον Ορος, ενώ κατά τον 14ο αιώνα μεγάλη υπήρξε η συμβολή των σέρβων ηγεμόνων στην εδραίωση του μοναχισμού στα Μετέωρα της Θεσσαλίας.
Ολα αυτά μαρτυρούν, μεταξύ άλλων, και πως η ιστορική κοιτίδα των Σέρβων είναι στα νότια τμήματα της μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο Γιουγκοσλαβίας, στο Κοσσυφοπέδιο δηλαδή και στην ευρύτερη περιοχή των Σκοπίων. Είναι μάλιστα χαρακτηριστικό ότι αυτή η τελευταία πόλη ήταν πρωτεύουσα του μεσαιωνικού σερβικού κράτους στην εποχή της μεγάλης ακμής του, ενώ το σημερινό Πετς του Κοσσυφοπεδίου, Ιπέκιον στα ελληνικά, υπήρξε η ιστορική έδρα του Αρχιεπισκόπου… πάσης Σερβίας. Οπωσδήποτε, καθώς οι Οθωμανοί επικρατούσαν στη Βαλκανική, οι πιεσμένοι Σέρβοι εγκατέλειψαν τις παλιές χώρες τους και αποσύρονταν στα βόρεια. Αρχή της εξέλιξης αυτής υπήρξε η θρυλική μάχη του Κοσσυφοπεδίου, το 1389, που είναι για τους Σέρβους ό,τι η Αλωση για εμάς, και κορύφωσή της η κατά το 1690 έξοδος του Αρχιεπισκόπου από την πόλη του, με χιλιάδες λαού, και αναζήτηση καταφυγίου σε άλλες ελεύθερες από Τούρκους περιοχές. Κάτι σαν να άφηνε ο Οικουμενικός Πατριάρχης την Κωνσταντινούπολη, τις διαστάσεις της οποίας έχει τούτο ας τονιστεί ξανά το Κοσσυφοπέδιο στον θρύλο και στην παράδοση των Σέρβων. «Η Σερβία», έλεγε ο Μέτερνιχ, «πρέπει είτε να παραμείνει τουρκική ή να γίνει αυστριακή». Σπάζοντας με τα όπλα τις αλυσίδες που επέβαλλαν αυτές οι προοπτικές, ο σερβικός στρατός, ο οποίος ανέκαθεν θύμιζε παλλαϊκού τύπου πολιτοφυλακή, ανέτρεψε στον Α’ Βαλκανικό Πόλεμο τις απέναντί του οθωμανικές δυνάμεις και έφτασε στο Κοσσυφοπέδιο. Ακόμη και τώρα υπάρχουν γέροι που διηγούνται ότι καθώς τα σερβικά συντάγματα έμπαιναν στο πεδίο της μεγάλης μάχης οι φαντάροι σιωπηρά, σαν συνεννοημένοι, παρουσίαζαν όπλα στις ψυχές των τότε νεκρών. Η Παλιά Σερβία ενωνόταν με τη «Νέα», αλλά παράλληλα αναδυόταν στην Ευρώπη διεθνές ζήτημα περίπλοκο και ακανθώδες.
Πράγματι, καθώς οι Σέρβοι «άδειαζαν» το υπό τους Τούρκους Κοσσυφοπέδιο, τη θέση τους βαθμιαία έπαιρναν αλβανοί μουσουλμάνοι, που έκτοτε ονομάστηκαν Κοσοβάροι, ισχυρά στηρίγματα της οθωμανικής κυριαρχίας. Τι θα γινόταν με αυτούς; Αρχικά λοιπόν έγινε η σκέψη να δοθεί το Κοσσυφοπέδιο στην υπό ίδρυση Αλβανία. Τελικά, χάρη πιθανότατα σε ρωσική υποστήριξη, το κράτησαν οι Σέρβοι. Τον τσάρο ανησυχούσαν τόσο οι πρόοδοι των Αψβούργων στα Βαλκάνια όσο και η προσπάθειά τους να εμφανιστούν ως μοναρχία υπό την οποία άνετα μπορούσαν να ζήσουν και σλαβικοί πληθυσμοί. Ετσι η Σερβία συνδέθηκε στενότερα με τη Ρωσία και άρχισε να έχει ρόλο «αντιαυστριακού αναχώματος». Είχε ήδη δηλαδή σωρευθεί το υλικό με το οποίο θα άναβε η πυρκαϊά του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα υπόλοιπα είναι γνωστά· ό,τι δεν είναι και τόσο γνωστό είναι ότι οι Κοσοβάροι, αναλογικώς πολυάριθμοι πια, παρουσιάζουν ιδιομορφία: σε αντίθεση με τους ομοθρήσκους τους της Αλβανίας είναι πιστοί και συχνά φανατικοί μωαμεθανοί. Επιπλέον ομάδες διανοουμένων τους, συσπειρωμένων παλαιότερα γύρω από το Πανεπιστήμιο της Πρίστινας, εμφανίζονταν, προφανώς λόγω αντίθεσής τους προς τον Τίτο, ως σταλινικοί.
Αλλά αυτά είναι θέματα η σημασία των οποίων θα αναφανεί στο άμεσο μέλλον.
Ο κ. Δημήτρης Μιχαλόπουλος είναι διευθυντής του Μουσείου της Πόλεως των Αθηνών.