Το ζήτημα της παραχώρησης του Ηρωδείου στον Calvin Klein είναι ένα ενδιαφέρον τεστ αναφορικά με τις πολιτισμικές στάσεις και την πολιτισμική πολιτική. Από αυτή την άποψη η επιχειρηματολογία του υπουργού Πολιτισμού είναι άψογη: Πειστική κριτική ενός παρωχημένου μοντέλου που επέβαλε τη διάκριση υψηλής και κατώτερης κουλτούρας, κουλτούρας για τις ελίτ και κουλτούρας για τις μάζες, πολιτισμού εξιδανικευμένου και πολιτισμού της αγοράς ή αγοραίου.
Η μόδα, το βιομηχανικό σχέδιο, τα νεανικά συγκροτήματα έχουν διαρρήξει από καιρό τις, πρόθυμα άλλωστε, ανοιχτές πόρτες της υψηλής τέχνης. Στο Μετροπόλιταν της Νέας Υόρκης, τον καιρό της έκθεσης «Η δόξα του Βυζαντίου», είχε οργανωθεί μια έκθεση για τον Ντιόρ και τη μεταπολεμική υψηλή ραπτική. Οι δύο εκθέσεις έστεκαν δίπλα δίπλα και στην πρόσοψη κυμάτιζαν αδελφωμένα τα λάβαρά τους. Στην Ακαντέμια Αλμπερτίνα της Φλωρεντίας η ιεροσυλία υπήρξε ακόμη πιο έκδηλη. Μια έκθεση ιταλικής υψηλής ραπτικής είχε οργανωθεί ακριβώς στον χώρο και ανάμεσα στα αριστουργήματα της γλυπτικής της Αναγέννησης. Κανείς δεν σκανδαλίστηκε. Γιατί;
Γιατί εδώ και τρεις δεκαετίες η κριτική που ασκείται είναι ότι ο διαχωρισμός της τέχνης σε υψηλή και κατώτερη είχε σκοπό να αναπαράγει ένα φαντασιακό χώρο κοινωνικής διάκρισης. Ο δυτικός αισθητικός κανόνας, ό,τι δηλαδή αποτελούσε την πεμπτουσία του δυτικού πολιτισμού, αποδομήθηκε και καταγγέλθηκε σε όλους τους τόνους. Γιατί τα γκραφίτι των τοίχων αξίζουν λιγότερη προσοχή από τη ζωγραφική της αναγεννησιακής αριστοκρατίας; Τα μουσεία, οι αίθουσες συναυλιών, οι σχολές καλών τεχνών και λογοτεχνίας, με λίγη ή πολλή γκρίνια, ανοίχτηκαν σε όλες αυτές τις μορφές πολιτισμικής δημιουργίας.
Υπήρξε κάτι γενικότερο που συνέβαλε σε αυτή την αλλαγή του αισθητικού γούστου. Ανάμεσα στα πράγματα και στη φαντασία μας για τα πράγματα χύθηκε ένας κατακλυσμός: ο κόσμος εικόνων. Κάποτε ο κόσμος αυτός ήταν περιορισμένος. Οι εικόνες στις εκκλησίες, οι ελάχιστες εικόνες στα βιβλία, τα μνημεία και τα μουσεία στη μοναξιά τους. Τώρα κυκλοφορούμε ανάμεσα στις γιγαντοαφίσες, το έντυπο αποτελείται κυρίως από εικόνες, ο χρόνος μας κατακλύζεται από τις εικόνες της τηλεόρασης και του Internet. Η εικονική πραγματικότητα. Μέσα σ’ αυτόν τον κόσμο των εικόνων που αποικιοποιεί αυτό το κρίσιμο ενδιάμεσο ανάμεσα στο χειροπιαστό και στη φαντασία αναδείχτηκε η πολιτική των ταυτοτήτων, το στυλ, η εικόνα του εαυτού. Ο,τι και όσα υπονοεί ο όρος lifestyle. Αν και όλα αυτά προήλθαν από τη ριζοσπαστική κοινωνική κριτική της δεκαετίας του 1960 και του 1970, έγιναν τροφή για μια νέα βιομηχανία, για ένα νέο δυναμικό χώρο της οικονομίας. Πρόκειται για την παραγωγή κουλτούρας, μορφών χρήσης του ελεύθερου χρόνου και προπαντός για την παραγωγή εικόνων του εαυτού. Η πολιτισμική βιομηχανία και η παραγωγή στυλ αποτελούν τις πανίσχυρες πραγματικότητες της νέας εποχής.
Ο κ. Βενιζέλος, σαν καλός υπουργός Πολιτισμού, τα ξέρει αυτά. Οσοι τον επικρίνουν όχι. Εχουν μείνει ακόμη σε ένα αρχαϊκό στυλ συμπεριφοράς, λίγο θλιβερό, όπως εκείνη η κυρία που μας κάλεσε να προτάξουμε τα στήθη μας για να υπερασπίσουμε το Ηρώδειο, λίγο υστερικό, όπως αυτό που επιδείχτηκε εναντίον των νεαρών Αγγλων που τόλμησαν να φωτογραφήσουν τα τρυφερά τους οπίσθια στην Κνωσό, αυτόν τον ιερό χώρο των μινωικών γυμνόστηθων γυναικών. Το πρόβλημα όμως στο σκεπτικό του κ. Βενιζέλου είναι ότι στη ρητορική του δεν υπάρχει χώρος για αμφιβολία. Πλεονέκτημα βέβαια για έναν πολιτικό, μειονέκτημα για έναν διανοούμενο. Γιατί ό,τι φαίνεται λογικό σε μια εποχή, χάνει τη στερεότητά του αν το προεκτείνουμε στον χρόνο.
Το πρόβλημα βρίσκεται σε αυτόν τον ενδιάμεσο χώρο ανάμεσα στο χειροπιαστό και στη φαντασία. Τα μνημεία είναι μεν χειροπιαστά, αλλά όλοι μας τα βλέπουμε και τα αντιλαμβανόμαστε μέσω της φαντασίας μας. Και αυτή η φαντασία τρέφεται από πολλές πηγές, ανάμεσα στις οποίες είναι βέβαια η εθνική αγωγή και οι συμβολισμοί της, αλλά και η προσωπική εμπειρία και οι αναγνώσεις του καθενός. Η εικόνα του Παρθενώνα μέσα από το «ήχος και φως» δεν μου αρέσει. Αλλά η εικόνα του Σουνίου το ηλιοβασίλεμα είναι δική μου. Η Επίδαυρος στις αφίσες του ΕΟΤ δεν μου αρέσει. Αλλά η πάλλουσα από κόσμο Επίδαυρος λίγα λεπτά πριν από την παράσταση με ενθουσιάζει. Η εικόνα από τη χρήση των μνημείων δεν είναι ακόμη τόσο καταλυτική ώστε να σκεπάζει και να προσδιορίζει την προσωπική εμπειρία.
Αλλά η νέα εποχή, η νέα πολιτισμική βιομηχανία, χαρακτηρίζεται από τον γιγαντισμό της εικόνας και τη μονοπώληση του φαντασιακού. Το μνημείο, το όποιο μνημείο, τοπίο, συμβάν, αποτελεί ένα νάνο που τον καταβροχθίζει ο γίγαντας επιχείρηση. Η εικόνα του γίνεται στοιχείο μιας άλλης εικόνας. Εγγράφεται στο στυλ και αποκτά τους τονισμούς της. Μπαίνει στο φαντασιακό μέσω ακριβώς αυτού του στυλ. Μέσω αυτής ακριβώς τής βιομηχανικά παραγόμενης εικόνας.
Αν η Κόκα-Κόλα γύριζε μια διαφήμιση στον Παρθενώνα, σίγουρα θα λύνονταν τα οικονομικά προβλήματα της συντήρησής του, σίγουρα θα κερδίζαμε την κοινή γνώμη στην επιστροφή των μαρμάρων, σίγουρα θα κέρδιζε ο ελληνικός τουρισμός από τη γιγαντιαία και ανέξοδη προβολή. Δεν θα ήθελα όμως κάθε φορά που σκέπτομαι τον Παρθενώνα να αισθάνομαι τη γεύση της Κόκα-Κόλα. Δεν θα ήθελα να σκέπτομαι τον Παρθενώνα, όπως και το οποιοδήποτε μνημείο εντός ή εκτός της Ελλάδας, σαν το σκηνικό μιας διαφήμισης, όπως λ.χ. τους βράχους του Φαρ Ουέστ σαν σκηνικό του Μάλμπορο, τους Εσκιμώους σαν ανθρώπους της Φουτζίτσου κ.ο.κ. Κι ούτε με νοιάζει αν το Ηρώδειο κτίστηκε από Ελληνες ή Ρωμαίους, επομένως είναι πρώτης ή δεύτερης ποιότητας μνημείο.
Επομένως, υπάρχουν βαριές και ελαφρές χρήσεις των μνημείων, και αυτό έχει να κάνει με τη δύναμη των χρηστών να μονοπωλούν ή όχι το φαντασιακό. Δεν έχει να κάνει με το αν οι χρήσεις είναι οι παραδοσιακές της υψηλής κουλτούρας ή οι μεταμοντέρνες της μαζικής. Το ζήτημα είναι πόσο απειλείται η ατομική αυτονομία στη σύλληψη των μνημείων. Το φαντασιακό δεν είναι αέρας. Αν στην αγορά έχει τιμή, και μάλιστα δυσθεώρητη, δεν είναι αναγκαίο να το πουλήσουμε.
Ο κ. Αντώνης Λιάκος είναι καθηγητής της Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Επανόρθωση: Την προηγούμενη Κυριακή 16 Αυγούστου 1998, στο ένθετο «Νέες Εποχές», σελ. Β3, αντί της τοιχογραφίας «Η Κοίμησις της Θεοτόκου» του Σπ. Παπαλουκά, από αβλεψία δημοσιεύθηκε φωτογραφία πίνακα του ίδιου καλλιτέχνη με θέμα την Βάπτιση του Ιησού.