Η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ είχε συγκροτήσει εξαρχής ένα ιδεολόγημα εναντίον των μέσων ενημέρωσης. Στηριζόταν στο πολυδιαφημισμένο από την εποχή του Νίκου Κωνσταντόπουλου εφεύρημα της διαπλοκής και στην υποτιθέμενη προτίμηση των μέσων προς τις άλλες πολιτικές δυνάμεις, αν και πάντα τα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ πολιορκούσαν τα τηλεοπτικά δίκτυα, για να μην πούμε ότι οι περισσότεροι, του αρχηγού συμπεριλαμβανομένου, έχτισαν πολιτικές καριέρες πιάνοντας στασίδι μπροστά στις κάμερες των καναλιών που σήμερα θέλουν να κατακτήσουν και να τα μετατρέψουν σε εστίες μονολιθικής προπαγάνδας.

Στις διπλές εκλογές του 2012 η εχθρότητα έλαβε διαστάσεις πολέμου. Τηλεοπτικά δίκτυα και παραδοσιακές αστικές εφημερίδες αντιμετωπίστηκαν τότε ως βάσεις της «προπαγάνδας του φόβου», επειδή υπερτόνιζαν τους οικονομικούς κινδύνους που πήγαζαν από τις δραχμικής εμπνεύσεως πολιτικές της νέας Αριστεράς. Ακολούθησε μια περίοδος προσεταιρισμού των ΜΜΕ, αλλά μετά τις νικηφόρες για τον ΣΥΡΙΖΑ ευρωεκλογές του 2014 η διεκδίκηση έλαβε πρωτοφανείς διαστάσεις. Η ηγεσία του προέβαλε τις ηγεμονικές διαθέσεις της, ήθελε τα μέσα δικά της, παραδομένα στο κόμμα και στον αρχηγό, με διευθυντές και αρθρογράφους της επιλογής τους. Οταν τα μέσα αντιστάθηκαν και δεν αποδέχθηκαν τις παράλογες και αντιδημοκρατικές απαιτήσεις τους, κήρυξαν στην κυριολεξία τον πόλεμο.
Τον χειμώνα του 2014, παραμονές των εθνικών εκλογών, όταν εφημερίδες και κανάλια προειδοποιούσαν για τους κινδύνους που θα αντιμετωπίσει η χώρα στην περίπτωση που εγκαταλειφθεί το πρόγραμμα, νυν υπουργοί μετέδιδαν απειλητικά «προσέξτε γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ Τσαβίζει», παραπέμποντας στα καθεστώτα ανελευθερίας που είχαν επικρατήσει στην παραπαίουσα σήμερα Βενεζουέλα. Μετά μάλιστα την ανάληψη της εξουσίας και την απόλυτα προβληματική πρώτη θητεία της, η κυβέρνηση κατέστησε τα μέσα ενημέρωσης «εχθρό του λαού» και άρχισε να αντιμάχεται λυσσαλέα εφημερίδες και τηλεοπτικά δίκτυα προκειμένου να δικαιολογήσει τα δεινά που η ίδια επισώρευσε στις πλάτες του ελληνικού λαού.
Ουσιαστικά παρέμεινε στην εξουσία εχθρευόμενη και καλλιεργώντας το μίσος για τα μέσα ενημέρωσης. Βαθμιαία τα μέσα ενημέρωσης εντάχθηκαν στον πολιτικό σχεδιασμό του ΣΥΡΙΖΑ και εξελίχθηκαν σε πρώτο στόχο για τον μεγάλο αρχηγό και την παρέα του. Αλλά όπως όλες οι εξουσίες κυριεύονται από πάθη, ιδιοκτησιακά και καθεστωτικά σύνδρομα, έτσι και η σημερινή υπέπεσε στο ίδιο αμάρτημα. Η παρέα του Μεγάρου Μαξίμου θέλει να υποκαταστήσει τα αντιπολιτευόμενα κανάλια και λοιπά μέσα ενημέρωσης με δικά της, απολύτως ελεγχόμενα. Εργαλειοποιεί τη Δικαιοσύνη, τις φορολογικές αρχές και τις τράπεζες προκειμένου να ακινητοποιήσει τις δοκιμαζόμενες επί πολλά έτη από την οικονομική κρίση επιχειρήσεις του Τύπου και απέναντι «στήνει» καινούργια σχήματα που μόνο την έξωθεν καλή μαρτυρία δεν έχουν.

Οι υποψήφιοι νέοι καναλάρχες μοιάζουν βγαλμένοι από τα σκοτεινά βάθη της ελληνικής επιχειρηματικότητας, οι περισσότεροι έχουν αν μη τι άλλο ποινικές δικαστικές εκκρεμότητες, δεν μεταφέρουν κανένα αίσθημα εμπιστοσύνης και σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να εγγυηθούν την ελευθεροτυπία και την αντικειμενικότητα της ενημέρωσης. Αν όντως επιβεβαιωθούν τα σχέδια του υπουργού Επικρατείας Ν. Παππά, η ενημέρωση και η ελευθεροτυπία θα δεινοπαθήσουν, η υποκουλτούρα, ο φανατισμός και η προπαγάνδα θα θριαμβεύσουν και το όποιο όραμα της νέας Αριστεράς θα καταπέσει σε βούρκο ανυποληψίας και απόλυτης παρακμής.

Διαβάστε τα παρακάτω άρθρα:

Το καλοκαίρι της μεγάλης τηλεοπτικής σφαγής

Ο εργολάβος που αγαπούσε τον βαρυποινίτη

Χρ. Καλογρίτσας: Ο άνθρωπος του ημίφωτος, οι παλιοί σύντροφοι, η «Πρώτη» και η TV

Βαγγέλης Μαρινάκης: Γιατί θέλει να παίξει μπάλα και με την ΤV

Ιβάν Σαββίδης: Ο τσιγαράς από το Ροστόφ που επιθυμεί τώρα και κανάλι

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ