Συνέντευξη Τύπου έδωσε σήμερα η Ένωση ιδιωτικών τηλεοπτικών σταθμών (ΕΙΤΗΣΕΕ) σε κεντρικό ξενοδοχείο με αφορμή τη ανάρτηση για δημόσια διαβούλευση του νομοσχεδίου για τις τηλεοπτικές άδειες.

Εκ μέρους των τηλεοπτικών σταθμών παρευρίσκονται οι κ.κ. Δημήτρης Φουρλεμάδης από τον Alpha, Νίκος Πεφάνης από το Μega, Κώστας Κιμπουρόπουλος από το Σκάι, Πάνος Κυριακόπουλος από το STAR, Στρατής Λιαρέλλης από τον ΑΝΤ1 και ο Γιώργος Ζώης από το Μακεδονία οι οποίοι και διατύπωσαν τις θέσεις της ένωσης για το σχέδιο νόμου και παρουσίασαν τα ευρήματα της μελέτης που πραγματοποίησε η PWC σχετικά με τα αδειοδοτικά πλαίσια της επίγειας ψηφιακής τηλεόρασης σε Ελλάδα και Ευρώπη, τις εξελίξεις και τις τάσεις της διαφημιστής δαπάνης στην Ελλάδα.

Οπως ανέφερε στην αρχή της ομιλίας του ο κ. Κυριακόπουλος «ως Ένωση είμαστε θετική σε ένα νομοσχέδιο που θα ρυθμίσει την αγορά. Τα μέλη της ένωσης είναι αυτά που έχουν πρόβλημα αν δεν υπάρχουν κανόνες στην αγορά» σημείωσε υπογραμμίζοντας ότι πριν την σύνταξη του νομοσχεδίου δεν δόθηκε η δυνατότητα διαλόγου με τον κλάδο.

«Εχουν καταβληθεί κανονικά τα τέλη»

Κατά την διάρκεια της συνέντευξης ο κ. Κυριακόπουλος ανέπτυξε μια σειρά μύθων που σχετίζονται με τους ιδιωτικούς τηλεοπτικούς σταθμούς εθνικής εμβέλειας, με προεξάρχοντα εκείνον που θέλει τους τηλεοπτικούς σταθμούς να μην έχουν καταβάλει τα τέλη που τους αναλογούν προς το δημόσιο. «Εχουν αποδοθεί στην πολιτεία όλα τα τέλη που αναλογούν τόσο για την αναλογική όσο και για την ψηφιακή εποχή» τόνισε ο κ. Κυριακόπουλος, αναφέροντας ότι από το 1995 ως σήμερα τα μέλη της Ενωσης έχουν καταβάλει το ποσό των 98.588.577 ευρώ. Παράλληλα, όμως, οι σταθμοί έχουν διαθέσει στο ελληνικό δημόσιο τηλεοπτικό αέρα συνολικής αξίας περίπου 47 εκ. ευρώ για την προεκλογική προβολή των κομμάτων. «Σε αυτό το ποσό δεν υπολογίζεται ο επιπλέον τηλεοπτικός αέρας που διέθεσαν οι τηλεοπτικοί σταθμοί, πάλι με απόφαση των διακομματικών επιτροπών για τις ίδιες περιόδους από το 2004 και έπειτα για την κάλυψη των προεκλογικών κινήσεων των κομμάτων» ανέφερε ο κ. Κυριακόπουλος με το ποσό αυτό, μετά το 2011 να ανέρχεται στο ποσό των 24 εκ. ευρώ. Από το 2011 έως και σήμερα όμως δεν έχουν υπογραφεί οι αντίστοιχες υπουργικές αποφάσεις για να γίνει το προβλεπόμενο αντιστάθμισμα προς τους σταθμούς παρόλο που τα κόμματα χρησιμοποίησαν τον τηλεοπτικό χρόνο.

Ο πρόεδρος της ΕΙΣΗΤΕΕ, κ. Κυριακόπουλος, αναφέρθηκε επίσης στον μειωμένο τζίρο των καναλιών και στα έσοδα του τηλεοπτικού κλάδου που βρίσκονται σε φθίνουσα πορεία «Μάλιστα από την στιγμή που ο τζίρος του κλάδου έχει τεράστιες ζημίες που φθάνουν ακόμα και τα 50 εκ. ευρώ για το 2014, ενώ οι σωρευτικές ζημιές των μελών της ΕΙΤΗΣΕΕ για την περίοδο 2008-2013 υπερβαίνουν τα 500 εκ. είναι αδιανόητο να είναι απαιτητά από την κυβέρνηση τέτοια ποσά που στραγγαλίζουν τον κλάδο». Παράλληλα ο κ. Λιαρέλλης πρόσθεσε ότι για να επανέλθει η τηλεοπτική αγορά στα επίπεδα του 2009, με βάση τα δεδομένα του 2014, πρέπει να αναπτυχθεί κατά 324 %.

Υπερφορολόγηση

Την ίδια στιγμή, οι ιδιωτικοί τηλεοπτικοί σταθμοί υπόκεινται και σε καθεστώς υπερφορολόγησης με τις ειδικές «φορολογικές επιβαρύνσεις» να υπερβαίνουν το 16% του κύκλου εργασιών των καναλιών, οι οποίες σε συνδυασμό με το αγγελιόσημο, τον ειδικό φόρο τηλεόρασης και τον φόρο τυφλών ανεβάζουν την συνολική επιβάρυνση στο 41,8%, το υψηλότερο ποσοστό στην Ευρώπη με την Γαλλία να ακολουθεί με 5,5%. «Το τηλεοπτικό προϊόν, η άδεια όπως λέγεται στις μέρες μας είναι εξ’ αντικειμένου η ακριβότερη και πιθανώς μη συγκρίσιμη με το μέσο ευρωπαϊκό όρο δεν είναι όμως ακριβότερη και πιθανώς μη συγκρίσιμη με το μέσο όρο και αυτό οφείλει ο καθένας να το αξιολογήσει» σχολίασε ο κ. Λιαρέλλης.

Μάλιστα από την έναρξη της ιδιωτικής τηλεόρασης έχουν είτε αποδοθεί στο ελληνικό δημόσιο είτε επενδυθεί από τους σταθμούς περίπου 8 δις. ευρώ, δηλαδή ετησίως το ποσό υπολογίζεται στα 350 εκατομμύρια. Όπως παρουσίασαν τα μέλη της ΕΙΣΗΤΕΕ, ενδεικτικά το σύνολο των άμεσων και έμμεσων φόρων του κλάδου είναι 2.15 δις με μέσο όρο κατά έτος τα 93 εκ. ευρώ. Συγκεκριμένα, οι σταθμοί αποδίδουν στα ασφαλιστικά ταμεία, με αγγελιόσημο, 73 εκ. ευρώ ετησίως, δηλαδή 1.7 δις όλα αυτά τα χρόνια, ενώ ο κλάδος έχει επενδύσει συνολικά 4,1 δις ευρώ μέσα από τη διαδικασία των παραγωγών τηλεοπτικού προγράμματος.

«Η γνωστή “παρόλα”, η οποία έχει χαρακτηριστικά τσίχλας το τελευταίο διάστημα, ότι ούτε ένας σταθμός δεν έχει πληρώσει ούτε ένα ευρώ στο ελληνικό δημόσιο, όχι μόνο αποδεικνύεται μύθος αλλά αποδεικνύεται ότι είτε είναι ενσυνείδητη και καραμπινάτη διαστρέβλωση της πραγματικότητας είτε κάποιοι οι οποίοι επαγγέλλονται την εξυγίανση και την εφαρμογή των νόμων και του συντάγματος δεν γνωρίζουν το θέμα» ανέφερε ο κ. Λιαρέλλης, «το παρόν σχέδιο νόμου περιλαμβάνει αρκετές αοριστίες και πολλά προβληματικά σημεία, που κατά την γνώμη μας δεν ρυθμίζουν το τηλεοπτικό τοπίο αλλά δημιουργούν περισσότερα προβλήματα. Τα επιχειρήματα που έχουν επικρατήσει στο δημόσιο διάλογο δεν ισχύουν επειδή το θεσμικό πλαίσιο που εφαρμόζεται πια εξαιτίας του ψηφιακού φάσματος είναι ρυθμισμένο στη βάση όσων η ίδια η πολιτεία έχει θέσει εξαιτίας και των σχετικών ευρωπαϊκών υποχρεώσεων. Το παρόν περιβάλλον λειτουργίας και αδειοδότησης του παρόχου δικτύου έτσι όπως έχει διαμορφωθεί αποτελεί το πρώτο και πολύ σημαντικό βήμα εξορθολογισμού του τηλεοπτικού τοπίου στην Ελλάδα και σύγκλισης στα ευρωπαϊκά πρότυπα. Ωστόσο θεωρούμε ότι πρέπει να υπάρξει ένα πλαίσιο λειτουργίας που θα ρυθμίζει οριστικά όλα τα ανοιχτά ζητήματα όπως είναι οι άδειες περιεχομένου» σημείωσε ο κ. Λιαρέλλης υπογραμμίζοντας για μια ακόμα φορά ότι η ένωση είναι ανοιχτή στο διάλογο και προς αυτή την κατεύθυνση θα κινηθεί.

Το επόμενο διάστημα, όπως αναφέρθηκε, τα μέλη της ΕΙΤΗΣΕΕ αναλαμβάνουν σειρά πρωτοβουλιών προκειμένου να ενημερώσουν τους αρμόδιους φορείς και τις αρχές για τις θέσεις και τις προτάσεις τους με στόχο να ξεκινήσει ένας γόνιμος και ωφέλιμος διάλογος που θα οδηγήσει σε ένα ουσιαστικό σχέδιο για την νομοθετική ρύθμιση του κλάδου και θα βελτιώσει το πλαίσιο λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών.

Απατώντας σε ερώτηση εάν η Ενωση ζητά κατάργηση ή βελτίωση του σχεδίου νόμου και σε ποιά σημεία ο κ. Κυριακόπουλος επεσήμανε ότι ζητούν να συζητηθούν, αρχικά, βασικές αρχές, χωρίς να υπησέρχονται στα επιμέρους άρθρα. «Θα θέλαμε να διαβουλευθούμε και να συζητήσουμε με την κυβέρνηση επί των βασικών αρχών. Θα υπάρχει αρχή της πολυφωνίας; Θα υπάρχει η δυνατότητα οποιοσδήποτε θέλει να επιχειρήσει να έχει την δυνατότητα;», είπε.

Οι μύθοι και οι επιθέσεις των κυβερνήσεων

Απαντώντας στο ίδιο ερώτημα ο κ. Κ. Κιμπουρόπουλος είπε ότι κατά την προσωπική του εκτόμηση και χωρίς να δεσμεύει η άποψή του τους άλλους εκπροσώπους της Ενωσης « το σχέδιο νόμου χτυπάει κατάφορα το ευρωπαϊκό κεκτημένο, την ευρωπαϊκή νομοθεσία και το άρθρο 10 της ευρωπαϊκής σύμβασης για τα δικαιώματα του ανθρώπου και το άρθρο 14 και 15. Το πλαίσιο το οποίο θέσαμε είναι κατ’ αρχήν να αποκρούσουμε μία σειρά από δοξασίες οι οποίες έχουν αναπτυχθεί στο περιβάλλον της πολυφωνίας που έχουμε, όπου ο καθένα μπορεί να πει και την πιο συνταρακτική ανακρίβεια ή το πιο συνταρακτικό ψεύδος και να μην φορολογηθεί γι αυτό. Αυτά τα οποία έχουν ακουστεί και το κυνήγι μαγισσών που έχει στηθεί για το θέμα της λειτουργίας των τηλεοράσεων, να επισημάνουμε βέβαια ότι δεν είναι κάτι καινούργιο – κάθε φορά που υπήρχε αλλαγή σκυτάλης το βιώναμε, είναι κόνσπετ. Αυτό σημαίνει ότι τα Μέσα Ενημέρωσης κάνουν μιά καλή δουλειά. Το να έχει η εκάστοτε εκτελεστική εξουσία μία διάθεση διασυρμού του ρόλου τους ή αμφισβήτισης του ρόλου τους ή συκοφαντικής επίθεσης σε ό,τι αφορά τον ρόλο τους, σημαίνει ότι κάνουν κάποια καλή δουλειά. Κάπως ελέγχουν. Από εκεί μπορεί να αναζητήσει κανείς και το σπέρμα των διαφορετικών κινήτρων. Διαβάζοντας κανείς το πλαίσιο αυτών των ατελών θέσεων βλέπουμε κάτι: ότι εν έτη 2015 ο πλουραλισμός των τηλεοπτικών δραστηριοτήτων είναι δεδομένος εδώ πάμε να τον περιορίσουμε ή να τον βάλουμε υπό διαπραγμάτευση ή να τον θέσουμε υπό διωγμόν ή να τον θέσουμε υπό αμδισβήτιση. Με δοξασίες όπως: οι καναλάρχες δεν πλήρωσαν ποτέ. Είπε ένας υπουργός την Τετάρτη ότι δεν έχουν πληρώσει ούτε ένα ευρώ στα δημόσια ταμεία. Θα έπρεπε να είναι όλοι φυλακή εάν δεν είχαν πληρώσει ούτε ένα ευρώ στα δημόσια τμαεία. Ακουγα σε όλη την προεκλογική περίοδο ή για την ακρίβεια το 2012, μέσα στο περιβάλλον όπου η καθημερινή πολιτική αντιπαράθεση ευδοκιμούσε, στο ίδιο το περιβάλλον αυτό, οι άνθρωποι και οι εκπρόσωποι της σημερινής κυβερνώσας παράταξης να βρίζουν «νταβατζήδες» αυτούς που τους φιλοξενούσαν. Κια συνηθίζαμε να λέμε «δεν βαριέσαι άστο. Κόνσεπτ είναι θα περάσει». Πώς διοργανώνεται σήμερα ο δημοκρατικός διάλογος της χώρας; Στις γειτονιές με ντουντούκες; Δεν γίνεται και μέσα από την τηλεοπτική διαδικασία; Μέσα από τον καθημερινό διάλογο που είναι μαζικός διάλογος; Ποιος αποκλείστηκε από αυτόν τον διάλογο; Αυτά είναι μερικά ερωτήματα τα οποία, νομίζω, τίθενται εμμέσως σε όλο το πλαίσιο αυτής της διαβούλευσης. Και είναι ερωτήματα τα οποία θα πρέπει σιγά-σιγά και εμείς από την πλευρά μας να έχουμες άποψη και να αρχίσουμε να απαντάμε. Εως εδώ η σιωπή, θα αρχίσουμε να απαντάμε».

Το ενημερωτικό σημείωμα για το υφιστάμενο πλαίσιο λειτουργίας των τηλεοπτικών σταθμών και τα ευρήματα της μελέτης της PWC