Κοινός τόπος είναι ότι η ελληνική ύφεση είναι χειρότερη από την περίφημη «Great Depression» των ΗΠΑ τη 10ετία του ’30. Χαρακτηριστικά, μία 10ετία μετά το ξεκίνημα των κρίσεων (1929 για τις ΗΠΑ, 2007 για την Ελλάδα), οι ΗΠΑ ανέκτησαν το 95% του ΑΕΠ του ’29 ενώ η Ελλάδα μόλις το 74,5% του ΑΕΠ του 2007.
Αν και τον ερχόμενο Αύγουστο η χώρα αναμένεται να βγει από τα μνημόνια, με τις αποφάσεις για το χρέος να λαμβάνονται μετά τη λήξη του προγράμματος, παράλληλα όμως και με σκληρή επιτήρηση, για τα διεθνή επενδυτικά κεφάλαια η χώρα μπορεί να βγαίνει από το δάσος, έχει όμως ακόμη μπροστά της έναν δύσκολο δρόμο προτού η οικονομία ανακάμψει ουσιαστικά.
Τα ρίσκα πάντως είναι πια πιο ισορροπημένα, σημείωσε σχετικά με την «αποφοίτηση της Ελλάδας από το πρόγραμμα» η Bank of America / Merrill Lynch, αναμένοντας μετά τον Αύγουστο την υιοθέτηση ενός μηχανισμού αυστηρής μεταμνημονιακής εποπτείας, αν και η χώρα θα πρέπει να αποδείξει ότι έχει την «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων. Ο πειρασμός για αποκλείσεις θα είναι υψηλός, αναφέρει, καθώς η χώρα θα είναι ουσιαστικά σε προεκλογική περίοδο, αφού οι εκλογές αναμένονται κάποια στιγμή εντός 12μήνου.
Σε αυτή τη φάση, σύμφωνα με διαχειριστές κεφαλαίων, καθώς οι δανειστές θέλουν να «τελειώνουν» με την Ελλάδα και η κυβέρνηση να αξιοποιήσει πολιτικά την έξοδο από το πρόγραμμα προκαλώντας πρόωρες εκλογές (ενδεχομένως το φθινόπωρο του 2018), προτού δηλαδή εφαρμοστούν οι πολιτικά επώδυνες περικοπές του 2019, αποκτά μεγάλη σημασία η λύση για το χρέος.
Αν αυτή δεν πείθει τις αγορές, η χώρα μπορεί τα επόμενα χρόνια να βρεθεί και πάλι στο «κόκκινο», είτε βρίσκεται στην εξουσία ο κ. Τσίπρας, είτε ο κ. Μητσοτάκης ή ακόμη και κάποιος άλλος. Η εκλογή του Προέδρου της Δημοκρατίας το 2020 μπορεί να προκαλέσει εκ νέου εθνικές εκλογές με το πλήρως αναλογικό εκλογικό σύστημα, οδηγώντας πιθανώς σε δυσκολία σχηματισμού κυβέρνησης ή σε παρατεταμένες πολυκομματικές διαπραγματεύσεις για τον σχηματισμό της, εξέλιξη που μπορεί να οδηγήσει τη χώρα να χάσει την πρόσβασή της στις αγορές δανειζόμενη με λογικό κόστος.
Παράλληλα, ενώ η άνοδος των αμερικανικών ομολόγων πιέζει τις αποδόσεις διεθνώς, η ΕΚΤ ολοκληρώνει το QE τον Σεπτέμβριο του 2018, σχεδόν ταυτόχρονα με την έξοδο της Ελλάδας από το πρόγραμμα, κάτι που σημαίνει ότι οι αποδόσεις και τα πιστωτικά περιθώρια στον ευρωπαϊκό Νότο πιθανότατα να αυξηθούν καθώς οι αγορές θα επικεντρωθούν στο υψηλό χρέος των χωρών.
Ο πιθανός συμβιβασμός
Ενας πιθανός συμβιβασμός μεταξύ του ΔΝΤ και των ευρωπαϊκών θέσεων θα ήταν η Ελλάδα να αποπληρώσει πλήρως το GLF, μέσω ενός μακροπρόθεσμου δανείου από τον ESM. Αν χρειαστεί, μπορεί ακόμη να περιλαμβάνει την «εξαγορά» από τον ESM των αξιώσεων του ΔΝΤ από τα αδιάθετα του 3ου πακέτου διάσωσης.
ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ