Τα παιχνίδια με το ασήμι



ΟΤΑΝ την προηγούμενη Τρίτη έγινε γνωστό ότι πίσω από τις μεγάλες ποσότητες ασημιού, που συστηματικά αγόραζε ένας υπάλληλος της εταιρείας Phibro, βρίσκεται ο ίδιος ο κ. Γουόρεν Μπάφετ, οι άνθρωποι των διεθνών αγορών αισθάνθηκαν ένα ρίγος αγωνίας και γνήσια κερδοσκοπική συγκίνηση. Οι φήμες βέβαια οργίαζαν ήδη από τα τέλη του προηγούμενου έτους. Μια μήνυση που κατατέθηκε στη Νέα Υόρκη στις αρχές Ιανουαρίου, σύμφωνα με την οποία «κάποιος» προσπαθούσε να χειραγωγήσει την αγορά ασημιού, είχε οδηγήσει στην αποκάλυψη. Οταν η αγορά έμαθε ότι ήταν η Phibro, μια εταιρεία που διαχειρίζεται τις τοποθετήσεις στην αγορά βασικών αγαθών, στην οποία εφευρέθηκε η έννοια της κερδοσκοπίας και των παραγώγων χρηματοοικονομικών προϊόντων, δηλαδή μια θυγατρική του επενδυτικού οίκου Salomon Smith Barney, που ανήκει στην Travelers, το νήμα ξετυλίχθηκε και όλοι κατάλαβαν ότι οι αγορές γίνονταν για λογαριασμό της Berkshire Hathaway Inc, ενός χρηματοοικονομικού κολοσσού με μεγάλη συμμετοχή στην παραπάνω αλυσίδα των εταιρειών.


Το μυστήριο είχε επιτέλους λυθεί. Ο ίδιος ο Μπάφετ και η εταιρεία του παραδέχονταν λίγο αργότερα ότι από τις 25 Ιουλίου πέρυσι ως και τις 12 Ιανουαρίου εφέτος αγόρασαν 130 εκατομμύρια ουγγιές ασημιού, περίπου το ένα πέμπτο του παγκόσμιου αποθέματος. Η τιμή του πολύτιμου αλλά και βιομηχανικού αυτού μετάλλου ήταν στο χαμηλότερο σημείο των πολλών τελευταίων ετών. Από τότε αυξήθηκε κατά 65% και είναι σήμερα στο υψηλότερο ­ πάνω από 7 δολάρια την ουγγιά ­ σημείο. Που σημαίνει ότι η αξία του ασημιού του Μπάφετ ξεπερνά τα 900 εκατ. δολάρια.


Ο Γουόρεν Μπάφετ δεν είναι οποιοσδήποτε. Ο «σοφός της Ομάχα», όπως είναι γνωστός, είναι ένας «λαϊκός ήρωας» των Αμερικανών. Πολυεκατομμυριούχος, μια ζωντανή απόδειξη του αμερικανικού ονείρου, του φτωχού που μπορεί να γίνει πλούσιος, είναι το φωτεινό παράδειγμα του μέσου Αμερικανού που ολοένα και περισσότερο εμπιστεύεται τις οικονομίες του, την περιουσία του και τη σύνταξή του στην προοπτική των διεθνών αγορών, των ευκίνητων αμοιβαίων κεφαλαίων και των ταμείων διαχείρισης κινδύνου. Γεννημένος το 1930 στην Πολιτεία της Νεμπράσκα, σπούδασε οικονομικά στο Πανεπιστήμιο της Κολούμπια όταν τον απέρριψε το Χάρβαρντ. Πρόεδρος της παλαιάς βιομηχανίας ρουχισμού Μπέρκσαϊαρ, την οποία αγόρασε όταν ήταν έτοιμη να κλείσει, το 1964, γνωστή για τις νάιλον κάλτσες της, τη μετέτρεψε σε έναν επενδυτικό κολοσσό με χιλιάδες μικρομετόχους, η γενική συνέλευση των οποίων αποκαλείται το «Γούντστοκ του καπιταλισμού». Ο μισθός του είναι από τους χαμηλότερους μεταξύ των 200 μεγαλύτερων εταιρειών των ΗΠΑ, κυμαίνεται μεταξύ 250 και 600 εκατ. δρχ. τον χρόνο, αλλά η αξία του μεριδίου του στην Berkshire υπολογίζεται σε 10 δισ. δολάρια (περίπου 3 τρισ. δρχ.).


Η κίνηση του Μπάφετ είναι σήμερα το αγαπημένο θέμα συζήτησης στον κόσμο των κερδοσκόπων. Πολλοί υποψιάζονται ότι δεν είναι ο μόνος που αγόρασε ασήμι και, σε κάθε περίπτωση, δεν ενήργησε μόνο για δικό του λογαριασμό. Πώς αλλιώς να εξηγήσουν ότι αγόρασε χωρίς να φοβηθεί τον κίνδυνο να καταστραφεί, όπως οι αδελφοί Χουντ το 1980, όταν η τιμή του ασημιού είχε φθάσει στα 50 δολάρια την ουγγιά προτού κατακρημνιστεί μέσα σε μία ημέρα; Είναι δυνατόν να μην έχει μοιραστεί την πεποίθησή του με τον πολύ καλό φίλο του, τον Μπιλ Γκέιτς, πρόεδρο της περίφημης Microsoft; Μήπως άλλωστε οι επενδυτικές εταιρείες του άλλου γνωστού κερδοσκόπου, του Τζορτζ Σόρος, δεν είναι βασικοί μέτοχοι ενός από τα μεγαλύτερα ορυχεία του κόσμου, της ΑΡΕΧ Silver Mines του Κολοράντο; Η Tiger Fund του Τζούλιαν Ρόμπερτσον, γνωστή και στα δικά μας από το πρόσφατο «ενδιαφέρον» της για την πορεία της ελληνικής δραχμής, παραδέχθηκε ότι έχει και αυτή πάρει μια καλή θέση στην αγορά του ασημιού. Η Τράπεζα της Αγγλίας, που έχει την ευθύνη της εποπτείας στην αγορά αυτή, ανακοίνωσε ότι διενεργεί σχετική έρευνα.


Ο Μπάφετ και το δεξί του χέρι, ο αντιπρόεδρος της Berkshire Τσάρλι Μούνγκερ, εκτιμούν ότι η ανισορροπία μεταξύ προσφοράς και ζήτησης στην αγορά του ασημιού θα πιέσει ανοδικά την τιμή του μετάλλου. Είναι όμως τόσο σημαντική ώστε να καλύψει τον κίνδυνο που ανέλαβαν; Πολλοί αναλυτές αμφιβάλλουν. Το σίγουρο όμως είναι ότι ο Μπάφετ θα συνεχίσει να σιγοπίνει την «Κόκα με τσέρι», ποτό που αγαπά, μιας εταιρείας που του ανήκει σε μεγάλο βαθμό, να τρώει μπέργκερ, όχι μόνο της McDonald’s, στην οποία έχει μεγάλα συμφέροντα, όπως άλλωστε και στην American Express, στη Gilette και στη Walt Disney. Ο Μπάφετ δεν συμπαθεί τα τεχνολογικά μεγαθήρια και έχει γίνει γνωστός ως ο επενδυτής που διαλέγει προσεκτικά, αγοράζει μαζικά και πουλάει πάντα με μέτρο και δίχως πάθος. Είναι άλλωστε χαρακτηριστικό ότι την περιουσία του, που θα γίνει η μεγαλύτερη ως σήμερα φιλανθρωπική δωρεά, διαχειρίζεται η πρώην σύζυγός του Μπάρμπαρα, ενώ ο ίδιος συζεί από το 1977 με την παλιά φίλη του Αστριντ Μενκς παίζοντας μπριτζ και φωνάζοντας συνθήματα υπέρ της τοπικής μικρής ομάδας μπέιζμπολ. Κανένας άλλωστε δεν είχε πιστέψει ότι θα κάνει λεφτά εγκαθιστώντας φλιπεράκια στα κουρεία ­ μια ιδέα που του απέφερε τα πρώτα μεγάλα κέρδη και του επέτρεψε να εγκαταλείψει την πρώτη δουλειά: να πουλάει λεμονάδες με το καροτσάκι!