Μειώνεται η κατανάλωση αλκοόλ στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια, λόγω της υψηλής φορολόγησης των ποτών και της κρίσης που έχει μειώσει την καταναλωτική δύναμη των Ελλήνων. Πάντως, στην Ευρώπη τη μεγαλύτερη κατανάλωση ποτών κάνουν οι κάτοικοι του Λουξεμβούργου και οι Γάλλοι. Η συνολική εγχώρια παραγωγή αλκοολούχων ποτών μειώθηκε με μέσο ετήσιο ρυθμό 1,4% την περίοδο 2010-15, ενώ το μεγαλύτερο μέρος της αποτελείται από το ούζο (58%), το μπράντι (30%), το τσίπουρο και άλλα αποστάγματα (7%), όπως προκύπτει από σχετική έρευνα της ICAP.
Οι εισαγωγές αλκοολούχων ποτών παρουσιάζουν συνεχή μείωση την τελευταία εξαετία, γεγονός στο οποίο συνέβαλε και η υψηλή φορολόγηση. Ωστόσο το 2015 παρατηρήθηκε ανάκαμψη των εισαγωγών (κατά 20%) με κυριότερο εισαγόμενο προϊόν το ουίσκι (καλύπτει σχεδόν το 40% των συνολικών εισαγωγών). Ο όγκος των εξαγωγών αλκοολούχων ποτών εμφάνισε μείωση την τελευταία τριετία, ενώ δεν συνέβη το ίδιο με τη συνολική αξία των εξαγόμενων ποτών, που αυξήθηκε και ανήλθε σε 77,4 εκατ. ευρώ το 2015.
Σύμφωνα με στελέχη της ICAP Group: «Η συνολική εγχώρια κατανάλωση αλκοολούχων ποτών παρουσιάζει συνεχή μείωση την τελευταία εξαετία, γεγονός στο οποίο συνέβαλε και η υψηλή φορολόγηση. Η κατανάλωση (σε ποσότητα) μειώθηκε κατά 4,5% το 2015 σε σχέση με το 2014. Στο σύνολο της αγοράς, το ουίσκι καλύπτει το μεγαλύτερο μέρος καταλαμβάνοντας ποσοστό περίπου 34% το 2015, ενώ ακολουθεί το ούζο με μερίδιο της τάξης του 20%. Στην τρίτη θέση με αρκετά μικρότερη ζήτηση βρίσκεται η βότκα και ακολουθούν τα λικέρ και τα μπράντι».

Για τη σύνταξη του ομαδοποιημένου ισολογισμού χρησιμοποιήθηκαν από την ICAP τα δεδομένα οκτώ εισαγωγικών εταιρειών, με δημοσιευμένα στοιχεία της διετίας 2014-2015. Σύμφωνα με τα στοιχεία της κλαδικής μελέτης, οι συνολικές πωλήσεις των εταιρειών αυτών αυξήθηκαν κατά 1,3% το 2014-2015, όμως ο περιορισμός των λειτουργικών εξόδων οδήγησε σε υπερ-διπλασιασμό των λειτουργικών κερδών και βελτίωση της κερδοφορίας. Τα κέρδη (προ φόρου) ανήλθαν σε 10,1 εκατ. ευρώ το 2015, αυξημένα κατά 163% σε σχέση με το 2014. Από τις εταιρείες του δείγματος, οι επτά ήταν κερδοφόρες το 2015.
Οσον αφορά την Ευρώπη, η Ευρωπαϊκή Βιομηχανία Αλκοολούχων Ποτών θεωρείται κορυφαία διεθνώς απασχολώντας πάνω από 70.000 άτομα. Η ΕΕ είναι ο κορυφαίος εξαγωγέας αλκοολούχων ποτών διεθνώς. Οι εξαγωγές αυξήθηκαν κατά 70% την τελευταία δεκαετία. Η αξία των εξαγωγών αλκοολούχων ποτών προς τρίτες χώρες υπερέβη τα 10 δισ. ευρώ το 2015. Ειδικότερα, το 47% της συνολικής αξίας κάλυψε το ουίσκι, το κορυφαίο εξαγώγιμο αλκοολούχο ποτό (σε όγκο και αξία), ενώ ακολουθεί το κονιάκ (28%).
Η συνολική παραγωγή υπερέβη τα 37,5 εκατ. εκατόλιτρα (HL) ποτών, συνολικής αξίας άνω των 23 δισ. ευρώ, τα τελευταία έτη. Σχετικά με τη διάθεση των ποτών στις ευρωπαϊκές αγορές, το 73% του συνολικού όγκου πωλείται μέσω σουπερμάρκετ και ειδικευμένων καταστημάτων τύπου «οff-trade». Το υπόλοιπο 27% διατίθεται στον τομέα της μαζικής εστίασης/ψυχαγωγίας (bars, pubs, εστιατόρια, ξενοδοχεία).
Οσον αφορά την κατά κεφαλήν κατανάλωση αλκοόλ στις χώρες της Ευρώπης, οι χώρες με τον υψηλότερο δείκτη είναι το Λουξεμβούργο (15,3), η Γαλλία (12,6), και η Αυστρία (12,2), ενώ η Ελλάδα βρίσκεται στην 21η θέση.

HeliosPlus