Αμερικανοβρετανικό ήταν το τελευταίο πλήγμα για την πολλαπλώς στοχοποιημένη Deutsche Bank. Αμερικανικές και βρετανικές εποπτικές αρχές επέβαλαν αθροιστικά πρόστιμα που αγγίζουν τα 630 εκατ. ευρώ στην κορυφαία γερμανική τράπεζα για ξέπλυμα χρήματος μέσω εικονικών συναλλαγών που διοργανώθηκαν προς όφελος της Ρωσίας σε μια χρονική περίοδο κατά την οποία η Ουάσιγκτον και η Δύση είχαν επιβάλει στη χώρα οικονομικό εμπάργκο εξαιτίας της στρατιωτικής επέμβασης στην Κριμαία και τον πόλεμο με την Ουκρανία.
Στόχος της Deutsche Bank ήταν να τονώσει το ενεργητικό της που είχε πληγεί από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση. Για τον σκοπό αυτόν η τράπεζα διευκόλυνε δυτικές επιχειρήσεις να μεταφέρουν χρήματα από και προς τη Ρωσία σπάζοντας το εμπάργκο. Η τράπεζα δέχθηκε να καταβάλει τα πρόστιμα ώστε να ρυθμίσει την εκκρεμότητα.
Η ατιμωτική απαίτηση
Επίσης δέχθηκε μια επιπλέον, μάλλον ατιμωτική, απαίτηση των εποπτικών αρχών: να προσλάβει έναν ανεξάρτητο παρατηρητή-επίτροπο που θα εποπτεύσει τη συμμόρφωση των στελεχών στους κανόνες εσωτερικής λειτουργίας της τράπεζας και θα προτείνει, αν χρειαστεί, την αναθεώρηση κάποιων εκ των κανόνων αυτών.
Η όλη κομπίνα στήθηκε με τις λεγόμενες «συναλλαγές-καθρέφτη» που οργάνωσε και εκτέλεσε η Deutsche Bank από το 2011 έως το 2015. Η τράπεζα αγόραζε ρωσικές μετοχές με ρούβλια για λογαριασμό κάποιου πελάτη της για να πουλήσει αντίστοιχης αξίας χρηματοοικονομικά προϊόντα αποτιμώμενα σε αμερικανικά δολάρια σε έναν άλλον πελάτη, συνεργάτη του πρώτου.
Απροκάλυπτα
Οπως γράφει το Reuters, η Αρχή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της Νέας Υόρκης αποκάλυψε «συναλλαγές για τη μετατροπή ρουβλίων σε δολάρια μέσω αγοραπωλησιών μετοχών που δεν είχαν κανέναν οικονομικό σκοπό». Σκοπός ήταν δηλαδή απλώς το ξέπλυμα χρήματος. Σημειωτέον, ότι στην αλυσίδα των έκνομων συναλλαγών βρίσκονταν από τη μια πλευρά η Μόσχα, το Λονδίνο και η Νέα Υόρκη και από την άλλη η Κύπρος και οι βρετανικές Παρθένες Νήσοι.
«Σήμερα έχω στα χέρια μου ένα δισεκατομμύριο ρούβλια. Μπορείς να βρεις μια μετοχή τέτοιου μεγέθους;». Η πρόταση ανήκει σε αντικριστή της Deutsche Bank στη Μόσχα, όπως αποκάλυψαν οι αμερικανικές αρχές. Τόσο προκλητικά και απροκάλυπτα κλείνονταν οι δουλειές την επίμαχη πενταετία. Και η διοίκηση της τράπεζας έχασε πολλές ευκαιρίες για να εμποδίσει τη συγκρότηση και στη συνέχεια για να διαλύσει το έκνομο σχήμα. «Η ανοχή της διοίκησης επέτρεψε σε έναν όμιλο διεφθαρμένων τραπεζικών υπαλλήλων και αντικριστών να βγάλουν με μια νομιμοφανή κάλυψη περισσότερα από 10 δισ. δολάρια από τη Ρωσία» σημειώνει στο «κατηγορητήριό» της η αρχή Χρηματοοικονομικών Υπηρεσιών της Νέας Υόρκης.
Οι αμερικανοί επόπτες επέβαλαν στην Deutsche Bank πρόστιμο 425 εκατ. δολαρίων, ενώ οι Βρετανοί την τιμώρησαν με 204 εκατ. δολάρια. Οι ποινές αυτές επιβλήθηκαν λίγες εβδομάδες μετά το πρόστιμο των 7,2 δισ. δολαρίων που συμφώνησε να καταβάλει η Deutsche Bank στις ΗΠΑ για τις πωλήσεις τοξικών χρηματοοικονομικών προϊόντων και για την εν γένει συμβολή της στο σκάνδαλο της αγοράς ενυπόθηκων στεγαστικών δανείων υψηλού ρίσκου (subprime market) που οδήγησε στο σκάσιμο της φούσκας των ακινήτων στις ΗΠΑ, στην απώλεια της εμπιστοσύνης προς το διεθνές τραπεζικό σύστημα και στην παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση.

Εποχή των σκανδάλων
Με την τελευταία ρύθμιση ο βρετανός διευθύνων σύμβουλος της Deutsche Bank Τζον Κράιαν ελπίζει η τράπεζα να γυρίσει σελίδα, να ξεπεράσει την εποχή των σκανδάλων και να προχωρήσει μπροστά. Ο διοικητικός διευθυντής της τράπεζας Καρλ Φον Ρορ, ωστόσο, εξέφρασε την περασμένη Τρίτη τον φόβο ότι η υπόθεση με τις έκνομες συναλλαγές με τη Ρωσία δεν έχει ολοκληρωθεί επειδή την ευθύνη της Deutsche Bank εξετάζουν και άλλες εποπτικές αρχές ευρωπαϊκών χωρών και της ίδιας της Ρωσίας.
Σύμφωνα με το Bloomberg, η γερμανική τράπεζα, η οποία από το 2009 έχει πληρώσει συνολικά πρόστιμα άνω των 14,5 δισ. δολαρίων, εμπλέκεται σε περίπου 8.000 εκκρεμείς δικαστικές υποθέσεις σε ολόκληρο τον κόσμο. Σημειωτέον ότι η αρμόδια για την εποπτεία του τραπεζικού τομέα αρχή της Γερμανίας έχει αποφανθεί ότι δεν υπάρχουν ενδείξεις ότι η Deutsche Bank παραβίασε τους κανόνες κατά του ξεπλύματος χρήματος στη Ρωσία.
«Η επωνυμία έχει υποστεί ζημιά»

Σε αντίθεση με τις ανταγωνίστριές της επενδυτικές τράπεζες της Wall Street που είδαν την κερδοφορία τους να εκτινάσσεται σε παλαιά, γνώριμα ύψη τη χρονιά που πέρασε, χάρη στην ισχυρή ανάκαμψη της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων, η Deutsche Bank ανακοίνωσε ζημιές, και μάλιστα πολύ μεγαλύτερες από τις αναμενόμενες. Αιτία βεβαίως των ζημιών το τέταρτο τρίμηνο του 2016 είναι τα υπέρογκα πρόστιμα που κατέβαλε και συνεχίζει να καταβάλλει η γερμανική τράπεζα σε εποπτικές αρχές της Ευρώπης και των ΗΠΑ εξαιτίας της ανάμειξής της σε σκάνδαλα.

Την περασμένη Πέμπτη η Deutsche Bank ανακοίνωσε συγκεκριμένα για το τρίμηνο Οκτωβρίου-Δεκεμβρίου 2016 ζημιές 1,9 δισ. ευρώ, ενώ οι αναλυτές είχαν προβλέψει για την τράπεζα ζημιές 1,16 δισ. ευρώ. Μόλις τα άσχημα νέα έγιναν γνωστά η μετοχή της Deutsche Bank έκανε μια θεαματική βουτιά χάνοντας το 5% της αξίας της. Σημειωτέον πάντως ότι χάρη στην ανάκαμψη της παγκόσμιας αγοράς ομολόγων τα έσοδα της τράπεζας αυξήθηκαν κατά 11% το τρίμηνο που πέρασε συγκριτικά με το αντίστοιχο χρονικό διάστημα του 2015.
Οι εξελίξεις και κυρίως η απώλεια μεριδίου αγοράς στη Wall Street θέτουν τον διευθύνοντα σύμβουλο Τζον Κράιαν και το διοικητικό συμβούλιο της τράπεζας ενώπιον σοβαρών διλημμάτων για τη στρατηγική που θα ακολουθήσουν το αμέσως επόμενο διάστημα. «Η στρατηγική μας δεν θα αλλάξει εκ θεμελίων» δήλωσε ο Κράιαν και πρόσθεσε ότι η τράπεζα ίσως αποσυρθεί από κάποιες αγορές και από ομάδες πελατών της, αλλά δεν θα προχωρήσει σε νέο γύρο απολύσεων.

«Οι ζημιές ήταν αναπάντεχα υψηλές. Από την άλλη πλευρά, η αύξηση του τζίρου στον κλάδο των ομολόγων είναι ελπιδοφόρα για την τράπεζα. Τα αποτελέσματα είναι επαμφοτερίζοντα. Σε κάθε περίπτωση είναι προφανές ότι η επωνυμία Deutsche Bank έχει υποστεί ζημιά»
αναφέρουν σε σημείωμά τους αναλυτές της μεγάλης ανταγωνίστριας Goldman Sachs.
Πώς γίνονται οι «συναλλαγές-καθρέφτης»

Οι έκνομες «συναλλαγές-καθρέφτης», στις οποίες επί σειρά ετών επιδίδονταν στελέχη και υπηρεσίες της Deutsche Bank στη Μόσχα, στο Λονδίνο και σε άλλες πόλεις των ΗΠΑ και της Ευρώπης, διενεργούνταν ως εξής:

-Ενα γραφείο συναλλαγών της Deutsche Bank στη Μόσχα αγοράζει μετοχές μεγάλων ρωσικών επιχειρήσεων αξίας συνήθως 2 έως 3 εκατ. δολαρίων. Η συναλλαγή γίνεται σε ρούβλια.
-Λίγο αργότερα, μερικές φορές και αυθημερόν, ένας συνεργάτης του γραφείου της Μόσχας πωλεί την ίδια ποσότητα των μετοχών και στην ίδια τιμή μέσω της θυγατρικής της Deutsche Bank στο Λονδίνο. Η συναλλαγή αυτή γίνεται σε δολάρια.
-Οι δύο συναλλασσόμενες πλευρές πρέπει να έχουν στενή σχέση, να ανήκουν για παράδειγμα στην ίδια εταιρεία.
-Οι συναλλαγές αυτές είναι συχνά ζημιογόνες εξαιτίας του κόστους της αγοραπωλησίας, αλλά ο σκοπός είναι να επιτευχθεί λάθρα η μετατροπή των ρουβλίων σε αμερικανικά δολάρια.
-Οι αγοραπωλησίες των μετοχών δεν είναι εγγενώς παράνομες, αλλά «καθώς η συναλλαγή δεν αποσκοπεί σε κάποιο εμφανές οικονομικό όφελος, αποτελούν ισχυρές ενδείξεις οικονομικού εγκλήματος», σύμφωνα με τις αμερικανικές εποπτικές αρχές.

ΕΝΤΥΠΗ ΕΚΔΟΣΗ