Ο γενικός εισαγγελέας του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, τοποθετούμενος σήμερα, Πέμπτη, επί της υποθέσεως των ομαδικών απολύσεων στις οποίες προέβη το 2013 η ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, αποφάνθηκε ότι δεν είναι συμβατή προς το κοινοτικό Δίκαιο η ελληνική νομοθεσία, η οποία, μεταξύ άλλων, απαιτεί από τους εργοδότες να λαμβάνουν διοικητική έγκριση πριν προβούν σε ομαδικές απολύσεις, και εξαρτά την εν λόγω έγκριση από τις συνθήκες της αγοράς εργασίας, από την κατάσταση της επιχειρήσεως και από το συμφέρον της εθνικής οικονομίας.
Αφορμή των σημερινών προτάσεων του εισαγγελέα ήταν η προσφυγή της ΑΓΕΤ ΗΡΑΚΛΗΣ, (που ανήκει στον γαλλικών συμφερόντων πολυεθνικό όμιλο Lafarge) στο Συμβούλιο της Επικράτειας κατά της απόφασης του υπουργείου Εργασίας που απέρριπτε αίτημά της για την εφαρμογή ενός σχεδίου αναδιάρθρωσης της εταιρίας που προέβλεπε και ομαδικές απολύσεις.
Tι υποστηρίζει το υπουργείο Εργασίας
Σε απάντηση ερωτημάτων σχετικών με τις Προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα προς το Δικαστήριο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ζήτημα των ομαδικών απολύσεων, ο Υπουργός Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης, Γ. Κατρούγκαλος προέβη στην εξής δήλωση:
«Παρακολουθούμε με προσοχή τις εξελίξεις επί του σχετικού παραπεμπτικού ερωτήματος που εκκρεμεί ενώπιον του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Ο σεβασμός απέναντι σε κάθε δικαιοδοτική αρχή αποτελεί αυτονόητη υποχρέωση, η Ελληνική όμως Πολιτεία θα υπερασπιστεί την υφιστάμενη νομοθετική ρύθμιση μέχρι το τέλος της δικαστικής διαδικασίας. Επισημαίνεται πάντως ότι: α) Οι Προτάσεις του Γενικού Εισαγγελέα δεν είναι δεσμευτικές, αποτελούν εισήγηση προς το δικαστήριο. Β) Οι Προτάσεις θεωρούν ότι υφίσταται αντίθεση με το ευρωπαϊκό δίκαιο κυρίως ως προς το όργανο που αποφασίζει σχετικά με τις ομαδικές απολύσεις και ως προς ορισμένες άλλες διαδικαστικές παραμέτρους, όχι σε σχέση με τις ουσιαστικές εγγυήσεις προστασίας καθ’ εαυτές, οι οποίες ενσωματώνουν στο ελληνικό δίκαιο κοινοτική οδηγία.
Οι ομαδικές απολύσεις αποτελούν, άλλωστε, και ένα από τα θέματα διαπραγμάτευσης με τους θεσμούς, παράλληλα με την επαναφορά των συλλογικών διαπραγματεύσεων, που με επίταση επιδιώκει η ελληνική πλευρά. Σε κάθε περίπτωση θα εξασφαλιστεί και σε αυτό το επίπεδο η ουσιαστική προστασία από τις ομαδικές απολύσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι επί του ζητήματος υπάρχει στην Ελλάδα ομοφωνία όλων των κοινωνικών συνομιλητών, της εργοδοτικής πλευράς συμπεριλαμβανομένης. Όσοι επιμένουν αντιθέτως σε ιδεοληπτικές θέσεις θα βρεθούν και πάλι απομονωμένοι, όπως συνέβη και κατά την διαπραγμάτευση του ασφαλιστικού. Η ελληνική οικονομία χρειάζεται νέες θέσεις εργασίας, όχι νέες απολύσεις».