Δημοσιεύθηκαν χθες Τρίτη στην εφημερίδα της κυβερνήσεως και αποτελούν νόμο του κράτους δύο υπουργικές αποφάσεις που ψαλιδίζουν και μάλιστα αναδρομικά, από 1ης Ιουνίου τις επικουρικές συντάξεις και τα εφάπαξ και επαναυπολογίζουν τις κύριες συντάξεις έως τον Σεπτέμβριο του 2017.
Δείτε ολόκληρη την υπουργική απόφαση
Το μεγάλο μαχαίρι πέφτει στις επικουρικές, για πάνω από 200.000 συνταξιούχους και μάλιστα αναδρομικά, από τις συντάξεις Ιουνίου. Επειδή όμως το ΕΤΕΑ και η αρμόδια υπηρεσία του υπουργείου Εργασίας ΗΔΙΚΑ δεν φαίνεται πως θα προλάβουν τον επανυπολογισμό όλων των συντάξεων, οι περικοπές θα εφαρμοστούν τον Αύγουστο ή το αργότερο τον Σεπτέμβριο. Βέβαια, τα χρήματα από τον Ιούνιο και μετά θα ζητηθούν πίσω, αναδρομικά, σε ισόποσες δόσεις, έως το τέλος του χρόνου.
Έως τον Σεπτέμβριο του 2017, θα πρέπει να έχει ολοκληρωθεί και ο επανυπολογισμός των κύριων συντάξεων, στις οποίες η διαφορά των ήδη καταβαλλόμενων με τις νέες μειωμένες παροχές, λόγω του νέου τρόπου υπολογισμού, διατηρείται ως «προσωπική διαφορά» μετά το 2018.
Πώς θα μειωθούν οι επικουρικές
Ολες οι καταβαλλόμενες επικουρικές συντάξεις θα επαναϋπολογιστούν από την ΗΔΙΚΑ λαμβάνοντας υπόψη τα τελευταία αρχεία πληρωμών επικουρικών συντάξεων του ΕΤΕΑ πριν την εφαρμογή του Ν. 4387/2016, μη συμπεριλαμβανομένων τυχόν αναδρομικών ποσών. Για τον καθορισμό των περικοπών λαμβάνονται υπόψη οι μειώσεις που έγιναν στις επικουρικές συντάξεις το 2010 και το 2011, όχι όμως και εκείνες του 2012, καθώς κρίθηκαν ως αντισυνταγματικές.
Κάθε καταβαλλόμενη επικουρική σύνταξη λογίζεται ως το γινόμενο του ύψους της καταβαλλόμενης σύνταξης επί τον συντελεστή επανϋπολογισμού (ΣΕ).
Η υπουργική απόφαση ορίζει ότι διασώζονται από τις μειώσεις οι συνταξιούχοι που εισπράττουν άθροισμα κύριας και επικουρικής έως 1.300 ευρώ μεικτά (1170 καθαρά). Για το πλαφόν θα ληφθούν υπόψη οι μνημονιακές μειώσεις του 2010 και του 2011 ενώ δε θα συνυπολογιστούν οι μειώσεις του 2012 που κρίθηκαν αντισυνταγματικές. Αυτό σημαίνει ότι η ομπρέλα των «χαμένων» μπορεί να ανοίξει περισσότερο από όσο είχε αρχικά υπολογιστεί.
-Ειδικότερα, εφόσον το άθροισμα κύριων και επικουρικών συντάξεων είναι μικρότερο ή ίσο των 1.300 ευρώ, η διαφορά μεταξύ της καταβαλλόμενης, επικουρικής σύνταξης και της επαναϋπολογισθείσας κατά τις ρυθμίσεις της παρούσας απόφασης, διατηρείται ως προσωπική διαφορά ανά συνταξιούχο. Η προσωπική αυτή διαφορά θα αποσβεστεί σταδιακά σύμφωνα με την ετήσια αναπροσαρμογή των επικουρικών συντάξεων. (μηχανισμός εξισορρόπησης σε περίπτωση ελλειμμάτων).
-Εφόσον το άθροισμα κύριων και επικουρικών συντάξεων είναι μεγαλύτερο των 1.300 ευρώ, οι μειώσεις στις επικουρικές θα εφαρμοστούν σε τέτοιο ύψος, ώστε να διασφαλίζεται ότι το άθροισμα κύριας και καταβαλλόμενης επικουρικής σύνταξης του δικαιούχου να μην υπολείπεται του ποσού των 1.300 ευρώ.
– Στον υπολογισμό του αθροίσματος των 1.300 ευρώ συμπεριλαμβάνεται η εισφορά υγειονομικής περίθαλψης και οι κρατήσεις εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων.
-Στον υπολογισμό του ανώτατου ορίου των 1.300 ευρώ όσον αφορά στα άτομα με αναπηρία ή χρόνια πάθηση και των οικογενειών που έχουν μέλη τους άτομα με αναπηρία δεν λαμβάνονται υπόψη τα πάσης φύσεως επιδόματα αναπηρίας.
Οι επικουρικές συντάξεις που υπερβαίνουν το πλαφόν θα επαναϋπολογιστούν με νέο ποσοστό αναπλήρωσης της τάξης του 0,45% κατ’ έτος. Στο στόχαστρο θα μπουν οι συντάξεις που στο παρελθόν υπολογίστηκαν με υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης, χωρίς να έχουν καταβληθεί οι αντίστοιχες εισφορές.
Για παράδειγμα πολλές κατηγορίες επικουρικών του ΙΚΑ ύψους 170 έως 230 ευρώ έχουν υπολογιστεί με βάση υψηλό ποσοστό αναπλήρωσης 0,90% παρότι είχε καταβληθεί χαμηλή εισφορά 3%. Με τον επαναϋπολογισμό βάσει του 0,45% και των ετών ασφάλισης, οι συγκεκριμένες επικουρικές εκτιμάται ότι θα περικοπούν κατά 50%. Δηλαδή η σύνταξη των 170 ευρώ θα μειωθεί στα 85.
Αντίθετα άλλες κατηγορίες υψηλοσυνταξιούχων όπως οι τουριστικοί πράκτορες και οι τραπεζοϋπάλληλοι που κατέβαλαν ασφάλιστρο 4% η και περισσότερο,δε θα υποστούν δραματικές μειώσεις στις συντάξεις τους .
Σε γενικές γραμμές σε ζώνη υψηλού κινδύνου θα βρεθούν όσοι έχουν υψηλότερες κύριες συντάξεις και υπερβαίνουν το πλαφόν των 1300 ευρώ. Σ’ αυτές τις κατηγορίες οι επικουρικές θα μειωθούν δραματικά.
-Σύμφωνα με την υπουργική απόφαση, τομείς για τους οποίους δεν υπάρχουν επαρκή ηλεκτρονικά δεδομένα για την υλοποίηση του επαναϋπολογισμού (πχ παλιές συντάξεις) πραγματοποιείται άμεσα και μέχρι 31 Ιουλίου 2016 με μέριμνα του ΕΤΕΑ, καταχώριση ομάδας συντάξεων γήρατος, για τις οποίες υπάρχουν πλήρη στοιχεία, με βάση τα οποία μπορεί να επιβεβαιωθεί η καταβαλλόμενη σύνταξη με ποσοστό απόκλισης κατ’ απόλυτη τιμή έως 5%. Από τη διαδικασία αυτή, εξαιρούνται τα κατώτατα όρια συντάξεων κάθε τομέα.
-Λόγω της καθυστέρησης της διαδικασίας σ΄αυτές τις περιπτώσεις οι μειώσεις θα εφαρμοστούν το αργότερο με τις πληρωμές του μηνός Σεπτεμβρίου 2016.
-Οι περικοπές θα εφαρμοστούν και σε όλες τις εκκρεμείς αιτήσεις που έχουν κατατεθεί μέχρι 31.12.2014. Για αιτήσεις που έχουν κατατεθεί από την 1.1.2015 και εφεξής καθώς και για όσες κατατεθούν μετά την έναρξη ισχύος του Ν. 4387/2016, ο υπολογισμός του ποσού της δικαιούμενης επικουρικής σύνταξης για το χρόνο ασφάλισης που έχει πραγματοποιηθεί έως 31.12.2014 πραγματοποιείται σύμφωνα με τα προβλεπόμενα στο άρθρο 42 του Ν. 4052/2012, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 1 του άρθρου 96 του Ν. 4387/2016.
-Οι επικουρικές συντάξεις κινδυνεύουν με νέες μειώσεις αν το ετήσιο έλλειμμα του ταμείου αφαιρουμένων των εξόδων από τα έσοδα του Ταμείου είναι μεγαλύτερο από το 0,5% των εισφορών. Ο «κόφτης» που θυμίζει την ρήτρα μηδενικού ελλείμματος ή τη ρήτρα βιωσιμότητας θα εφαρμόζεται κάθε χρόνο για την περίοδο έως 31.12.2019. Όπως αναφέρεται στην υπουργική απόφαση «Για την περίοδο μέχρι την 31.12.2019, οι συντάξεις δεν αναπροσαρμόζονται στην περίπτωση που, αν αφαιρεθούν τα έξοδα από τα έσοδα του Ταμείου, το αποτέλεσμα είναι είτε αρνητικό είτε μικρότερο από το 0,5% των εισφορών, λαμβάνοντας υπόψη τα απολογιστικά στοιχεία της προηγούμενης χρήσης.
Χρήση περιουσιακών στοιχείων του Κλάδου της Επικουρικής ασφάλισης επιτρέπεται μόνον στην περίπτωση δημιουργίας ελλειμμάτων παρά την εφαρμογή των ανωτέρω διατάξεων.
Μετά το 2021,οι επικουρικές συντάξεις θα επικαιροποιούνται ανά τριετία.
Πως θα επαναϋπολογιστούν οι κύριες συντάξεις
Κάθε καταβαλλόμενη κύρια σύνταξη, πλην των συντάξεων του ΟΓΑ η οποία χορηγήθηκε με προγενέστερες του Ν. 4387/2016 διατάξεις, σύμφωνα με την υπουργική απόφαση θα επαναϋπολογιστεί έως τις 30 Σεπτεμβρίου 2017 από τον Ενιαίο Φορέα Κοινωνικής Ασφάλισης (ΕΦΚΑ) μετά την έναρξη της λειτουργίας του ή τους αρμόδιους Φορείς Κοινωνικής Ασφάλισης το Δημόσιο και την Τράπεζας της Ελλάδος (ΤτΕ).
Για τον επαναϋπολογισμό λαμβάνεται υπόψη ο συντάξιμος μισθός επί του οποίου κανονίστηκε η ήδη χορηγηθείσα σύνταξη, ο χρόνος ασφάλισης, ο συντελεστής αναπλήρωσης, η μείωση λόγω ορίου ηλικίας και τα λοιπά στοιχεία της σύνταξης που βρίσκονται καταχωρισμένα στο πληροφοριακό σύστημα.
Στις περιπτώσεις που ο συντάξιμος μισθός συνδέεται με ασφαλιστικές κατηγορίες ή με ασφαλιστικές κλάσεις ή με τεκμαρτά ποσά, αυτός υπολογίζεται λαμβάνοντας υπόψη την τρέχουσα τιμή τους κατά την 31/05/2016.
Στις λοιπές περιπτώσεις, ο συντάξιμος μισθός λαμβάνεται σε τρέχουσες τιμές με τη χρήση των ποσοστών αναπροσαρμογής των συντάξεων που ίσχυαν πριν την εφαρμογή του Ν. 4387/2016, όλων των ετών που έχουν μεσολαβήσει από την ημερομηνία συνταξιοδότησης ως την ημερομηνία 31/05/2016.
Στην υπουργική απόφαση διευκρινίζεται ότι εάν το καταβαλλόμενο ή το καταβλητέο ποσό κατά την ημερομηνία έναρξης του νέου Ασφαλιστικού νόμου είναι «μεγαλύτερο από αυτό που προκύπτει από τον επαναϋπολογισμό της, το επιπλέον ποσό εξακολουθεί να καταβάλλεται στον δικαιούχο ως προσωπική διαφορά, συμψηφιζόμενο κατ’ έτος και μέχρι την πλήρη εξάλειψή του, με την εκάστοτε αναπροσαρμογή των συντάξεων».
Επί του ανωτέρω συντάξιμου μισθού υπολογίζονται τα κλιμακωτά ποσοστά αναπλήρωσης του Ν. 4387/2016, ανάλογα με τα χρόνια ασφάλισης βάσει των οποίων κανονίστηκε η επαναϋπολογίσθεισα σύνταξη.
Σε περίπτωση συνταξιούχων που κατέβαλλαν εισφορές ανώτερες από τις προβλεπόμενες στο κοινό καθεστώς του ΙΚΑ – ΕΤΑΜ, λαμβάνεται υπόψη επιπλέον εισφορά, για τον υπολογισμό του ανταποδοτικού μέρους της σύνταξης. Στο ανταποδοτικό μέρος της σύνταξης προστίθεται εθνική σύνταξη.
Εάν το καταβαλλόμενο ή καταβλητέο κατά την ημερομηνία έναρξης του Ν. 4387/2016 ποσό της σύνταξης είναι μικρότερο από αυτό που προκύπτει από τον επαναϋπολογισμό, τότε αυτό προσαυξάνεται κατά το ένα πέμπτο της διαφοράς κατ’ έτος, σταδιακά και ισόποσα εντός πέντε ετών από την ολοκλήρωση του τρέχοντος προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής.
Στην περίπτωση παλαιών συντάξεων που δεν υπάρχουν επαρκή στοιχεία η απόκλιση μεταξύ απονεμηθείσας και επαναϋπολογισθείσας σύνταξης δεν πρέπει να υπερβαίνει κατ’ απόλυτη τιμή το 5%. Για όσες συντάξεις υπάρχει ποσοστό απόκλισης κατ’ απόλυτη τιμή άνω του 5% μεταξύ της μεικτής καταβαλλόμενης και του ποσού που προκύπτει μετά τον επαναϋπολογισμό, αναζητούνται τα απαιτούμενα στοιχεία στις αντίστοιχες συνταξιοδοτικές αποφάσεις ή άλλες κατάλληλες πηγές, προκειμένου η απόκλιση μεταξύ απονεμηθείσας και επαναϋπολογισθείσας σύνταξης να μην υπερβαίνει κατ’ απόλυτη τιμή το 5%.
Σύμφωνα με το χρονοδιάγραμμα που θέτει η απόφαση,έως την 30η Σεπτεμβρίου 2016 πρέπει να έχει καταχωρηθεί το 10% των καταβαλλόμενων συντάξεων και αυτό να έχει επαναϋπολογιστεί ως την 31η Δεκεμβρίου 2016. Ως την 31η Δεκεμβρίου 2016 πρέπει να έχει καταχωρηθεί το 40% και αυτό να έχει επαναϋπολογιστεί ως την 31η Μαρτίου 2017. Ως την 31η Μαρτίου 2017 πρέπει να έχει καταχωρηθεί το 70% και αυτό να έχει επαναϋπολογιστεί ως την 30η Ιουνίου 2017. Ως την 30η Ιουνίου 2017 πρέπει να έχει καταχωριστεί το 100% και αυτό να έχει επαναϋπολογιστεί ως 30η Σεπτεμβρίου 2017.
Τα εφάπαξ
Οι αποφάσεις αφορού και τα εφάπαξ και θέτουν ημερομηνία – ορόσημο την 1.1.2014. Για μισθωτούς και αυτοαπασχολούμενους με εισφορά ύψους 4% επί των αποδοχών, η εφάπαξ παροχή αποτελείται από το γινόμενο του 60% των αποδοχών επί των οποίων έγιναν οι νόμιμες κρατήσεις, επί τα έτη ασφάλισης. Ως αποδοχές για τον υπολογισμό της εφάπαξ παροχής νοείται ο μέσος όρος των μηνιαίων αποδοχών κατά τα 5 τελευταία έτη έως και την 31.12.2103.
Εκκρεμείς αιτήσεις χορήγησης εφάπαξ παροχής από την 1η Σεπτεμβρίου 2013 και εφεξής κρίνονται ως προς τον τρόπο υπολογισμού της παρούσης υπουργικής απόφασης. Ειδικά για εφάπαξ στο δημόσιο που εκκρεμούν να χορηγηθούν με τις αιτήσεις να έχουν υποβληθεί από την 1η Σεπτεμβρίου 2013 έως και την 31η Δεκεμβρίου 2013, εκτιμάται ότι θα προκύψουν μειώσεις έως και 18%.