Η απόφαση αναπροσαρμογής του υφιστάμενου και μόλις προ 10 μηνών ψηφισθέντος πλαισίου Φόρου Προστιθέμενης Αξίας, αναμένεται να προκαλέσει επιπλέον επιβαρύνσεις σε καταναλωτές και επιχειρήσεις, τονίζει η ΕΣΕΕ.
Η Ελληνική Συνομοσπονδία Εμπορίου και Επιχειρηματικότητας, μέσω του ερευνητικού της Ινστιτούτου (ΙΝΕΜΥ), επιχειρεί να αποτυπώσει τα επιπλέον έσοδα, αλλά και τις συνεπαγόμενες επιβαρύνσεις στο καταναλωτικό κοινό, που προσδοκάται πως θα αποφέρει η μετάταξη του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από 23% σε 24%.
Παρουσιάζεται αναλυτικά σε πίνακες, η δημοσιονομική απόδοση από την 6η αύξηση των συντελεστών ΦΠΑ στα τελευταία έξι χρόνια στους κλάδους: Εμπόριο, Τουρισμός, Εστίαση και Μεταφορές.
Σύμφωνα με το ΙΝΕΜΥ της ΕΣΕΕ, ο κλάδος του Εμπορίου αναμένεται να δεχθεί ένα ακόμη ισχυρό πλήγμα μετά το «σοκ» του προηγούμενου Ιουλίου (μετάταξη πληθώρας προϊόντων με συντελεστή ΦΠΑ 13% στο 23%), εξαιτίας της αύξησης κατά μία ποσοστιαία μονάδα του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ, από την 1η Ιουνίου του τρέχοντος έτους.
Η σωρευτική δημοσιονομική απόδοση της νέας αύξησης ΦΠΑ στους κλάδους του Χονδρικού, Λιανικού Εμπορίου αλλά και σε εκείνον των Αυτοκινήτων για το τρέχον έτος προσεγγίζει τα 389 εκατ. ευρώ σε σύνολο 437 εκατ. για όλο το 2016 συνυπολογιζομένης βεβαίως και της επίδρασης των ήδη εφαρμοσθέντων μέτρων του προηγούμενου Ιουλίου.
Το μεγαλύτερο βάρος θα κληθεί να σηκώσει το Χονδρικό Εμπόριο (+222 εκατ. ευρώ), ενώ ιδιαίτερα επιζήμιες θα είναι οι επιπτώσεις στην κατανάλωση χιλιάδων αγαθών ευρείας κατανάλωσης, όπως τα συσκευασμένα προϊόντα και τρόφιμα (κυρίως σε Supermarkets), τα καύσιμα, η ένδυση και υπόδηση και μία σειρά παρεχόμενων υπηρεσιών, όπως οι ιατρικές, καλλιτεχνικές κ.ά.
Σε κάθε περίπτωση, σύμφωνα με το Ινστιτούτο, η επιλεχθείσα πρακτική της αδιάκριτης και οριζόντιας επιβάρυνσης εκτιμάται πως θα δεν θα αποδώσει τα αναμενόμενα αποτελέσματα, καθώς όχι μόνο θα οξυνθεί το φαινόμενο της φοροδιαφυγής, αλλά ταυτόχρονα θα οδηγηθούν σε μαρασμό χιλιάδες επιχειρήσεις.
Επιπλέον, όπως σημειώνεται, οι επικείμενες επιβαρύνσεις λόγω αυξημένου ΦΠΑ τόσο στον κλάδο του Τουρισμού (436 εκατ. ευρώ συνολικά έσοδα από ΦΠΑ το 2016) όσο και σε εκείνον της Εστίασης (μετάταξη στο 24% και είσπραξη επιπλέον 36 εκατ. ευρώ την περίοδο 2016/2015), θα οδηγήσουν στην απεμπόληση πληθώρας εθνικών ανταγωνιστικών πλεονεκτημάτων και στην ασύμμετρη επιβάρυνση του μέσου καταναλωτή.
Όπως επισημαίνει το ΙΝΕΜΥ, η επιβολή συντελεστή ΦΠΑ 24% αναμένεται πως θα προκαλέσει κατακόρυφη άνοδο και στο κόστος των οδικών και των ακτοπλοϊκών μεταφορών. Είναι δεδομένο πως η αύξηση του σχετικού φόρου θα μετακυλιστεί αποκλειστικά και μόνο στο επιβατικό κοινό (+40 εκατ. ευρώ επιβαρύνσεις το 2016), προκαλώντας μείωση της ζήτησης και απώλεια των επιπρόσθετων προσδοκώμενων κρατικών φορολογικών εσόδων. Σημειώνεται πως ο συντελεστής ΦΠΑ στα μεταφορικά μέσα αυξήθηκε πέρυσι τον Ιούλιο από 13% σε 23%, με συνέπεια την αξιοσημείωτη άνοδο της τιμής των επιβατικών εισιτηρίων.
Σύμφωνα με το Ινστιτούτου, μία παράμετρος που χρήζει ιδιαίτερης αναφοράς συνδέεται με την κατάργηση του ειδικού καθεστώτος ΦΠΑ στα νησιά του Αιγαίου και την εξομοίωσή του με εκείνο της υπόλοιπης Επικράτειας. Μετά τη Ρόδο, τη Σαντορίνη, τη Μύκονο, τη Νάξο, την Πάρο και τη Σκιάθο που απώλεσαν τον προηγούμενο Οκτώβριο τους μειωμένους συντελεστές ΦΠΑ, ακολουθούν από την 1η Ιουνίου, τα νησιά Σύρος, Θάσος, Άνδρος, Τήνος, Κάρπαθος, Μήλος, Σκύρος, Αλόννησος, Κέα, Αντίπαρος και Σίφνος.
Ως εκ τούτου, τονίζει το ΙΝΕΜΥ, οι κάτοικοι της νησιωτικής Ελλάδας θα βιώσουν μία δραματική συρρίκνωση του πραγματικού διαθέσιμου εισοδήματός τους, αδυνατώντας να αντεπεξέλθουν στο συγκριτικά αυξημένο, σε σχέση με την ηπειρωτική Ελλάδα, κόστος διαβίωσης που αντιμετωπίζουν.
Το Ινστιτούτο της ΕΣΕΕ επισημαίνει ότι η σχεδιαζόμενη φορολογική μεταρρύθμιση θα πρέπει να στοχεύει στην παροχή αναπτυξιακών κινήτρων και όχι στην απομύζηση ολοένα και περισσότερων πόρων, από τους οικονομικά ασθενέστερους.
Η τόνωση της καταναλωτικής δαπάνης σε συνδυασμό με την ενδυνάμωση και τον εκσυγχρονισμό της φορολογικής διοίκησης (ηλεκτρονικές διασταυρώσεις των δηλωθέντων στοιχείων, λογισμικά ανίχνευσης και πάταξης της φοροδιαφυγής ιδίως στο ΦΠΑ, η διασύνδεση των ταμειακών με τη ΓΓΠΣ κ.α.) εκτιμάται πως θα συνεισφέρει ουσιωδώς στην εξασθένιση του κινήτρου της φοροδιαφυγής και στην εμπέδωση της στοιχειώδους φορολογικής συνείδησης που πρέπει να διακρίνει το σύνολο των υπόχρεων φυσικών προσώπων, προσθέτει.
Δυστυχώς, όπως τονίζει, τα θεσπισθέντα φορολογικά μέτρα, με σημείο αναφοράς την μετάταξη του υψηλού συντελεστή ΦΠΑ από το 23% στο 24%, κινούνται στην αντίθετη κατεύθυνση με τις ανάγκες της αγοράς. Η διόγκωση του μεταφορικού και ενεργειακού κόστους των επιχειρήσεων σε συνδυασμό με την περαιτέρω αύξηση του κόστους προμήθειας πρώτων υλών, θα εντείνει την αγωνία για επιβίωση χιλιάδων ελεύθερων επαγγελματιών, επαναφέροντας στο προσκήνιο την προοπτική της επιχειρηματικής μετανάστευσης, προειδοποιεί.
Εξάλλου, η ΕΣΕΕ επισημαίνει πως η ανάληψη οποιασδήποτε πρωτοβουλίας αναδιάρθρωσης του υφιστάμενου καθεστώτος ΦΠΑ, θα πρέπει να γίνεται με γνώμονα την αποκατάσταση των υφιστάμενων στρεβλώσεων.
«Η τόνωση των κρατικών φορολογικών εσόδων δεν θα προέλθει από την αδιάκριτη και χωρίς κανέναν ίχνος λογικής αύξηση των ήδη υψηλών συντελεστών. Τουναντίον, θα επιτελεστεί τόσο μέσω της εξυγίανσης, της αναβάθμισης και του εκσυγχρονισμού της φορολογικής διοίκησης όσο και της προσέλκυσης επενδύσεων που θα βοηθήσουν την πραγματική οικονομία να εξέλθει από το τέλμα που έχει περιέλθει», τονίζει.
Σχολιάζοντας την αύξηση του ΦΠΑ από το 23% στο 24%, ο πρόεδρος της Συνομοσπονδίας κ. Βασίλης Κορκίδης σημείωσε: «…Ο μεγαλύτερος λογαριασμός του «Πολυνόμου» και του «Υπερμνημονίου» έρχεται από την αύξηση του ΦΠΑ και ανέρχεται σε 437 εκατ. ευρώ. Η αδύναμη οικονομικά Ελλάδα με 24% ΦΠΑ θα προσπαθήσει να ανταγωνιστεί τη Γερμανία και την Κύπρο με ΦΠΑ 19%, τη Γαλλία και τη Βρετανία με 20%, την Ισπανία με 21%, την Ιταλία με 22% και τις γείτονες χώρες Βουλγαρία και Ρουμανία με 20%.»
» Κανείς άραγε δεν είπε στους δανειστές ότι από τα 87 δισ. ευρώ ληξιπρόθεσμων οφειλών στο Δημόσιο το 19% δηλαδή, τα 17 δισ. ευρώ, προέρχεται από ανείσπρακτο ΦΠΑ; Κανείς δεν είδε ότι όταν ο ΦΠΑ ήταν στο 19% το κράτος εισέπραττε 16,3 δισ. ευρώ, όταν ήταν 21% εισέπραττε 14,4 δισ. ευρώ και με 23% το ποσό έπεσε στα 13,7 δισ. ευρώ; Δεν γνωρίζει η Κομισιόν ότι το «VAT GAP» στην Ελλάδα ανέρχεται στο 33% με «ετήσιο κενό ΦΠΑ» 6,7 δισ. ευρώ, ενώ ο μέσος όρος στην Ε.Ε. των 28 είναι 16%; Ο εφιάλτης του ΦΠΑ δυστυχώς συνεχίζεται αυξητικά και αναπαράγεται αναποτελεσματικά».