Πολλές έρευνες έχουν διαπιστώσει τα τελευταία χρόνια μια απίσχνανση και αποδυνάμωση της περίφημης «μεσαίας τάξης». Νεότερη έρευνα, τη φορά αυτή από τον Διεθνή Οργανισμό Εργασίας (ILO), επιβεβαιώνει την παρακμή της κοινωνικής και εισοδηματικής ομάδας στην οποία στηρίχθηκε το λεγόμενο μεταπολεμικό οικονομικό θαύμα της Δύσης. Η έρευνα του ILO αφορά τις χώρες της Ευρώπης. Και κατατάσσει την ελληνική μεσαία τάξη ως μία εκ των βαρύτατα λεηλατημένων τα τελευταία χρόνια –o Οργανισμός κάνει λόγο για «κατάρρευσή» της.
«Η οικονομική κρίση έπληξε βάναυσα τα μέσα εισοδήματα και επιτάχυνε τη διάβρωση της μεσαίας τάξης» αποφαίνεται ο ILO. Και διευκρινίζει ότι ορίζει ως «μέσα εισοδήματα» εκείνα που κυμαίνονται από το 60% ως το 200% του μέσου όρου κάθε χώρας. «Για τη Γαλλία, όπου ο μέσος μηνιαίος μισθός είναι βάσει της στατιστικής υπηρεσίας Insee 1.772 ευρώ, μέσα εισοδήματα θεωρούνται δηλαδή όσα κυμαίνονται από 1.063 ως 3.544 ευρώ μηνιαίως» γράφει η «Figaro», που παρουσιάζει την έρευνα. Για την Ελλάδα, αν υπολογίσει κανείς τον μέσο μισθό 1.048 ευρώ μεικτά που είχε ανακοινώσει για το 2014 το ΙΚΑ, στη μεσαία τάξη ανήκουν όσοι κερδίζουν από 629 ως 2.096 ευρώ μεικτά μηνιαίως.
Ο ILO σημειώνει ότι οι κατηγορίες αυτές των εισοδημάτων τις δεκαετίες του 1980 και του 1990 είχαν γνωρίσει μια ταχεία ανάπτυξη και αυτό σε έναν μεγάλο βαθμό χάρη στη μαζική είσοδο των γυναικών σε επαγγέλματα που απαιτούν εξειδίκευση, γεγονός που διεύρυνε σημαντικά την αριθμητική βάση της μεσαίας τάξης. Τα χρόνια που ακολούθησαν ο αριθμός των Ευρωπαίων που ανήκουν στη μεσαία τάξη άρχισε να συρρικνώνεται λόγω της όξυνσης των εισοδηματικών ανισοτήτων. Της φτωχοποίησης, δηλαδή, μεγάλου αριθμού πολιτών λόγω εκτίναξης της ανεργίας και της μεταφοράς πόρων από τα μεσαία εισοδήματα προς τα υψηλότερα.
Η Ελλάδα στον βυθό

Η κρίση όξυνε τις μισθολογικές διακρίσεις και οδήγησε σε παγώματα μισθών –ή και μειώσεις –σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες, κυρίως στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου και δη στην Ελλάδα. Η χώρα μας είναι, άλλωστε, μετά τις νεοφώτιστες στην ΕΕ χώρες της Βαλτικής (Λετονία, Λιθουανία, Εσθονία) η χώρα με τη μικρότερη αριθμητικά μεσαία εισοδηματική τάξη. Μόλις το 69% του συνόλου των ελληνικών νοικοκυριών κατατάσσεται, με βάση τους υπολογισμούς του ILO, στη μεσαία τάξη.
Το αντίστοιχο ποσοστό της Σουηδίας είναι 81%, αν και η Δανία είναι, σύμφωνα με τους ειδικούς του Οργανισμού, η ευρωπαϊκή χώρα με τη δικαιότερη κατανομή του πλούτου διότι το 40% του πληθυσμού της έχει εισόδημα που κυμαίνεται από το 80% ως το 120% του μέσου. Στην Ελλάδα μόνο το 25% των νοικοκυριών περιλαμβάνονται στην ψαλίδα αυτή. Η κρίση πλήθυνε τα άκρα της κλίμακας, τα πολύ χαμηλά και τα πολύ υψηλά εισοδήματα.
Ετσι στην Ελλάδα το ποσοστό των ανηκόντων στην ανώτερη εισοδηματική τάξη είναι 10%, όταν στη Σουηδία είναι μόλις 3% και στη Δανία 5%. Από την άλλη πλευρά, τα ελληνικά νοικοκυριά που ανήκουν στη χαμηλότερη εισοδηματική τάξη φθάνουν σε ποσοστό το 22%, ενώ στη Σουηδία είναι 16% και στη Δανία 17%. Μόνο η Ισπανία με 23% ξεπερνά το ελληνικό ποσοστό φτωχών νοικοκυριών από τις χώρες της λεγόμενης «παλαιάς Ευρώπης» (τις χώρες που μετείχαν πριν από τη μεγάλη διεύρυνση της ΕΕ που έγινε την προηγούμενη δεκαετία).
Οι αιτίες του κακού

Ο Διεθνής Οργανισμός Εργασίας, ο οποίος λειτουργεί υπό την αιγίδα των Ηνωμένων Εθνών και εδρεύει στη Γενεύη της Ελβετίας, δίνει κάποιες εξηγήσεις για την επιδείνωση της θέσης της μεσαίας τάξης στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια. Ως κορυφαία αιτία αναφέρεται η μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων.
«Παλαιότερα κάποιες θέσεις δημοσίων υπαλλήλων, όπως είναι οι εκπαιδευτικοί ή οι απασχολούμενοι σε υπηρεσίες της κεντρικής διοίκησης, επέτρεπαν αυτομάτως την είσοδο ενός εργαζομένου στη μεσαία τάξη. Τα τελευταία χρόνια οι εισροές αυτές έχουν περιοριστεί αισθητά λόγω της μεγάλης αύξησης των συμβολαίων μερικής απασχόλησης και των εργασιακών συμβάσεων έργου που περιορίζουν τα ετήσια εισοδήματα των απασχολουμένων στον τομέα του Δημοσίου και εν τέλει τον αριθμό όσων ανήκουν στη μεσαία τάξη» αναφέρει χαρακτηριστικά στην έρευνά του ο Οργανισμός. Μια άλλη αιτία του κακού είναι η εκτίναξη στα ύψη της ανεργίας των νέων στην Ευρώπη. Αν και τα χρόνια της ευημερίας οι νέοι δεν εντάσσονταν στη μεσαία εισοδηματική τάξη αμέσως μόλις ξεκινούσαν τον εργασιακό τους βίο, η παρατεταμένη ανεργία που αντιμετωπίζουν σήμερα καθυστερεί ακόμη περισσότερο την ένταξή τους.


Το βελγικό παράδοξο

«Παρά τους σκοτεινούς αριθμούς, κάποιες ευρωπαϊκές χώρες εξακολουθούν να αντιστέκονται στην τάση συμπίεσης και συρρίκνωσης των μεσαίων εισοδηματικών τάξεων» επισημαίνει πάντως ο ILO. Αυτές ασφαλώς δεν είναι οι νεοενταχθείσες στην ΕΕ χώρες της Κεντρικής και Ανατολικής Ευρώπης, ούτε ακόμη και η Γερμανία στην οποία, παρεμπιπτόντως, οι ανισότητες δεν είναι ευκαταφρόνητες καθώς το 21% των νοικοκυριών κατατάσσεται στη χαμηλή εισοδηματική τάξη και το 8% στην υψηλή. Είναι οι αντιστεκόμενες στην τάση αποδόμησης των κοινωνικών και εργασιακών κεκτημένων χώρες της Σκανδιναβικής Χερσονήσου και επίσης η Γαλλία και η Ολλανδία.
Ωστόσο, κορυφαία ευρωπαϊκή χώρα σε ό,τι αφορά τη «διατήρηση ενός επιπέδου σταθερότητας και ευημερίας στην κοινωνία», όπως χαρακτηριστικά σημειώνει ο ILO, είναι το Βέλγιο! Μοιάζει παράδοξο, αλλά η χώρα στην οποία εδρεύουν οι υπηρεσίες της ΕΕ που ευθύνονται τα μάλα για την αποδόμηση της ευρωπαϊκής μεσαίας τάξης –είτε επειδή συνέβαλαν σ’ αυτήν είτε επειδή δεν την απέτρεψαν –απορρόφησε το σοκ της κρίσης του 2008 με τον πιο ανώδυνο τρόπο χάρη στο μοντέλο κοινωνικής προστασίας που η εθνική κυβέρνηση των Βρυξελλών (σε πείσμα της… υπερεθνικής) επιμένει να διατηρεί.
Οι κοινωνικά ευαίσθητες «Βρυξέλλες Εσωτερικού», λοιπόν, κατάφεραν να απορροφήσουν το σοκ της κρίσης χάρη σε ένα πολιτικό μέτρο που οι «Βρυξέλλες Εξωτερικού» έχουν κλείσει στο… χρονοντούλαπο της Ιστορίας: την αείμνηστη ΑΤΑ! Την Αυτόματη Τιμαριθμική Αναπροσαρμογή, δηλαδή, που προβλέπει (για την περίπτωση του Βελγίου μιλάμε πάντα) την αυτόματη αναπροσαρμογή όχι μόνο των μισθών του ιδιωτικού και του δημοσίου τομέα αλλά και των κοινωνικών παροχών και του ασφαλιστικού συστήματος όταν το κόστος ζωής μεταβάλλεται με βάση έναν δείκτη κοινωνικής ευημερίας που υπολογίζει η κυβέρνηση.
«Αυτή είναι η δικλίδα ασφαλείας που επέτρεψε στη μεσαία τάξη του Βελγίου να ξεπεράσει αβρόχοις ποσί την κρίση» σημειώνει στην έκθεσή του ο ILO. Παρεμπιπτόντως, στο Βέλγιο μόνο το 4% των νοικοκυριών κατατάσσεται στα «πλούσια» και το 17% στα «φτωχά». Επίσης παρεμπιπτόντως, εκτός από το Βέλγιο, η ΑΤΑ εφαρμόζεται και στο Λουξεμβούργο, τη χώρα της ΕΕ με το μεγαλύτερο κατά κεφαλήν εισόδημα.

HeliosPlus