Ανοιχτά παραμένουν όλα τα ενδεχόμενα για τον τρόπο και το …εύρος της νέας αναγκαίας ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού συστήματος, μετά την επιβολή ελέγχων στην κίνηση κεφαλαίων και το συνεπακόλουθο «γύρισμα» της οικονομίας σε ύφεση.
Την Τετάρτη αναμένεται να ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία η κοινοτική οδηγία περί διάσωσης και εξυγίανσης πιστωτικών ιδρυμάτων, που προβλέπει μεταξύ άλλων την προστασία των καταθέσεων έως τις 100.000 ευρώ ανά δικαιούχο ανά τράπεζα.
Ταυτόχρονα όμως ορίζεται ότι η κάλυψη των κεφαλαιακών αναγκών μίας τράπεζας θα πρέπει να γίνεται κατά σειρά από μετόχους, ομολογιούχους και ανασφάλιστους καταθέτες, με πρόβλεψη για ευνοϊκή μεταχείριση φυσικών προσώπων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων με υπόλοιπα άνω των 100.000 ευρώ.
Το ερώτημα είναι τι γίνεται στην περίπτωση που οι ιδιώτες επενδυτές δεν είναι σε θέση να εισφέρουν τα απαραίτητα κεφάλαια και καταστεί απαραίτητη η χρήση κρατικών κεφαλαίων.
Το πακέτο
Στο πλαίσιο της συμφωνίας της ελληνικής κυβέρνησης με τους εταίρους, προβλέπεται ένα νέο τραπεζικό πακέτο, το ύψος του οποίου θα φτάσει έως και τα 25 δισ. ευρώ.
Οι τέσσερις συστημικοί όμιλοι θα υποβληθούν σε μία νέα διαγνωστική διαδικασία εξπρές και σε μία άσκηση προσομοίωσης ακραίων καταστάσεων, από τις οποίες θα υπολογιστούν το αργότερο έως και τον Οκτώβριο, με βάση τον τρέχοντα προγραμματισμό, τα κεφάλαια που τους λείπουν.
Τραπεζικές πηγές τονίζουν ότι με τα σημερινά δεδομένα το ενδεχόμενο να «πειραχθούν» καταθέσεις δεν συγκεντρώνει μεγάλες πιθανότητες.
Όπως εξηγούν, το θέμα δεν είναι μόνο αριθμητικό, αλλά σχετίζεται και με τις ευρύτερες επιπτώσεις που μπορεί να προκαλέσει μία τέτοια απόφαση στην ήδη «πληγωμένη» από τα capital controls αγορά.
«Το πλήγμα στην επιχειρηματική εμπιστοσύνη θα είναι πολύ μεγάλο και το κόστος θα κληθεί να το πληρώσει εν τέλει ο ευρωπαίος φορολογούμενος μέσω των επιπρόσθετων δανεικών που θα καταστούν απαραίτητα» σημειώνουν οι ίδιες πηγές.
Η διαδικασία
Από την άλλη πλευρά όμως, προσθέτουν, πως υπάρχει και μία διαδικασία, η οποία πρέπει να ακολουθηθεί. Αυτή προβλέπει τα εξής:
–Ανακοινώνονται τα αποτελέσματα των stress tests και διερευνάται η διάθεση των μετόχων να καλύψουν τις αυξήσεις κεφαλαίου
–Εάν δεν υπάρξει ενδιαφέρον για συμμετοχή στην ανακεφαλαιοποίηση από τον ιδιωτικό τομέα, τότε ξεκινά το «κούρεμα» των πιστωτών της τράπεζας
– Οι μέτοχοι υπόκεινται απομείωση της περιουσίας τους, ενώ η τράπεζα στηρίζεται σε πρώτη φάση με την μετατροπή υβριδικών τίτλων και λοιπών τίτλων μειωμένης εξασφάλισης σε μετοχές
– Υπό την προϋπόθεση ότι τα ίδια κεφάλαια της τράπεζας μετά από αυτές τις παρεμβάσεις διαμορφώνονται σε θετικό έδαφος, τότε η ανακεφαλαιοποίηση ολοκληρώνεται με τη χρήση του τραπεζικού πακέτου και νέος μέτοχος των τραπεζών καθίσταται κατά πάσα πιθανότητα ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ESM).
– Εάνόμως που μετά από την παραπάνω παρέμβαση τα ίδια κεφάλαια της τράπεζας παραμένουν αρνητικά, τότε η τράπεζα κρίνεται μη βιώσιμη και τίθεται σε εκκαθάριση.
– Σε αυτήν την περίπτωση, ζημιά υπόκεινται όχι μόνον οι μέτοχοι και οι πιστωτές που τα χάνουν όλα, αλλά και οι καταθέτες με υπόλοιπα άνω των 100.000 ευρώ.
Τα σενάρια
Όπως επισημαίνουν τραπεζικά στελέχη, η ασφάλεια των καταθέσεων εξαρτάται από το ύψος του λογαριασμού που θα προκύψει από τα stress tests. Ήδη έχουν ακουστεί νούμερα που ανεβάζουν τις ανάγκες ακόμη και στα επίπεδα των 25 δισ. ευρώ.
Οι ίδιοι κύκλοι προσθέτουν πως ασφαλείς εκτιμήσεις δεν μπορούν να διατυπωθούν, καθώς ακόμη δεν έχουν γίνει γνωστές βασικές παραδοχές της άσκησης αντοχής που θα πραγματοποιηθεί.
Παράγοντες όπως το βάθος της ύφεσης, η μεταχείριση του αναβαλλόμενου φόρου που σήμερα στηρίζει τους δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας, ο απαιτούμενος βαθμός κάλυψης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων με νέες προβλέψεις, αλλά και ο τρόπος διαχείρισης των κόκκινων δανείων, αποτελούν σε αυτή τη φάση τους άγνωστους «Χ» της διαδικασίας.
Εξάλλου, κρίσιμη για την ελκυστικότητα των νέων σχημάτων, και κατ΄ επέκταση τη συμμετοχή του ιδιωτικού τομέα στις επικείμενες αυξήσεις κεφαλαίους, είναι η μέθοδος που θα επιλεγεί για την εξυγίανση των δανειακών τους χαρτοφυλακίων.
Σύμφωνα με ορισμένες πληροφορίες, το ήμισυ από το πακέτο των 25 δισ. ευρώ είναι πιθανό να χρησιμοποιηθεί για τη δημιουργίας μίας bad bank, η οποία θα εξαγοράσει σημαντικό τμήμα των «κακών» δανείων.
Με τον τρόπο αυτό θα επιταχυνθεί η επάνοδος των συστημικών ομίλων στην κανονικότητα και θα παραδοθούν πιο «καθαροί» στους υποψήφιους επενδυτές.